Ο Βασίλης Πάλμας στο Propago: 50 χρόνια από το πραξικόπημα στην Κύπρο και την τουρκική εισβολή

του Βασίλη Πάλμα, Υπουργού Άμυνας της Κυπριακής Δημοκρατίας

Κάθε 15η και 20η Ιουλίου ο ανατριχιαστικός ήχος των σειρήνων μας υπενθυμίζει, με τον ίδιο βασανιστικό τρόπο, το διπλό έγκλημα που συντελέστηκε το 1974 στην Κύπρο. Τις πιο σκοτεινές, τις πιο μελανές στιγμές της ιστορίας μας. 

Συμπληρώνεται φέτος μισός αιώνας από τα τραγικά γεγονότα του 1974. Αυτές τις μέρες του χρόνου ένα αδιόρατο, αλλά βαρύ και πνιγηρό πέπλο αναμνήσεων από την ταραχώδη εκείνη εποχή, φορτίζει τις ψυχές των συμπατριωτών μας με πικρία, θλίψη, αγανάκτηση και πολλά αναπάντητα γιατί.  

Το προδοτικό πραξικόπημα, στις 15 Ιουλίου 1974, αποτέλεσε το ώριμο προϊόν μιας μακράς προετοιμασίας, καθοδηγούμενης από τη Χούντα των Συνταγματαρχών και το προοίμιο μιας ακόμα μεγαλύτερης, ολέθριας καταστροφής.

Αξίζει να σημειωθεί ότι ήδη από το 1967 και εντεύθεν ανεπίσημα παράνομες οργανώσεις και ομάδες ενόπλων παραστρατιωτικών που υπονόμευαν συστηματικά την Κυπριακή Δημοκρατία είχαν αρχίσει να εμφανίζονται και να δραστηριοποιούνται στο νησί. 

Τα σχέδια για εξόντωση του Μακαρίου αποδείκνυαν το βαθύ και έμφυτο μίσος που τρεφόταν από ορισμένους για τον Πρόεδρο της Κυπριακής Δημοκρατίας, τον οποίο θεωρούσαν υπεύθυνο για τη μη πραγματοποίηση του προαιώνιου πόθου των Ελλήνων της Κύπρου για ένωση με τον εθνικό κορμό.

Χαρακτηριστικό παράδειγμα αποτελεί η απόπειρα δολοφονίας του, τον Μάρτιο του 1970, αμέσως μετά την απογείωση του ελικοπτέρου που θα τον μετέφερε από την Αρχιεπισκοπή στο Μοναστήρι του Μαχαιρά, για το ετήσιο θρησκευτικό μνημόσυνο του ήρωα της ΕΟΚΑ Γρηγόρη Αυξεντίου.

Παρά τις δύο προηγηθείσες απόπειρες δολοφονίας εναντίον του, εντούτοις ο ίδιος φαίνεται να ήταν πεπεισμένος ότι δεν θα επιλεγόταν η διενέργεια πραξικοπήματος, καθώς μια τέτοια πράξη θα επέφερε εξαιρετικά αρνητικές συνέπειες στην Κύπρο. Με απλά λόγια, ο Μακάριος δεν διανοείτο ότι ελληνικό χέρι θα προχωρούσε σε παράνομες πράξεις για την ανατροπή του και κατ’ επέκταση τη διάλυση του κράτους, δίνοντας την αφορμή στην Τουρκία, η οποία απεργάζετο διχοτομικά σχέδια από ιδρύσεως της Κυπριακής Δημοκρατίας να επέμβει στρατιωτικά στην Κύπρο.

Το 1973, μετά την πτώση του Γεώργιου Παπαδόπουλου στην Ελλάδα και την επικράτηση του καθεστώτος Ιωαννίδη, στηρίχθηκε εντονότερα η μεθοδευμένη προσπάθεια φθοράς και υπόσκαψης της νόμιμης κυβέρνησης της Κυπριακής Δημοκρατίας, η οποία ήταν ήδη σε εξέλιξη στο νησί από την ΕΟΚΑ Β΄. Μεταξύ άλλων, αξιοποιείτο το αφήγημα περί κινδύνου αφελληνισμού των Ελληνοκυπρίων με τη συστηματική καλλιέργεια «κυπριακής συνείδησης» και απεμπόλησης της ιδέας της Ελλάδας και της Ένωσης.

Επιπλέον, ένα έντονα φανατικό κλίμα, καθοδηγούμενο από πιστούς στον Ιωαννίδη και τους συνεργάτες του αξιωματικούς, εναντίον του Μακαρίου, εγκολπώθηκε στις τάξεις της Εθνικής Φρουράς επιδεινώνοντας περαιτέρω την εσωτερική κατάσταση στην Κύπρο. Οι στρατευμένοι πλέον χαρακτηρίζονταν με ευκολία σε «μακαριακούς» και «γριβικούς» ή «ενωτικούς» και «ανθενωτικούς».

Μετά την κήρυξή της ΕΟΚΑ Β΄ ως παράνομης, από το Υπουργικό Συμβούλιο τον Απρίλιο του 1974, ο «εμφύλιος» σπαραγμός που μέχρι τότε υπήρχε στο νησί ,συνέχισε με ακόμα πιο μεγάλη ένταση. 

Στις 8.20 το πρωί της 15ης Ιουλίου τέθηκε σε εφαρμογή επιχείρηση δολοφονίας του Μακαρίου, κατάλυσης της νομιμότητας και πτώσης της Κυβέρνησης. Με κύριους στόχους, μεταξύ άλλων, το Προεδρικό Μέγαρο, το Αρχηγείο της Αστυνομίας, το Στρατόπεδο του Εφεδρικού Σώματος, το Ραδιοφωνικό Ίδρυμα Κύπρου και το Αεροδρόμιο Λευκωσίας, αλλά και άλλα σημεία στην πρωτεύουσα, τη Λεμεσό και τη Λάρνακα έλαβαν χώρα βίαιες συγκρούσεις, οι οποίες είχαν ως αποτέλεσμα μεγάλο αριθμό θυμάτων. Σύμφωνα με επίσημους υπολογισμούς κατά τη διάρκεια του πραξικοπήματος έχασαν τη ζωή τους 98 συμπατριώτες μας.    

Την ίδια ώρα δεκάδες πολίτες συνελήφθησαν και υποβλήθηκαν σε βασανιστήρια. 

Πέντε ημέρες μετά, τις πρωινές ώρες του Σαββάτου, 20ης Ιουλίου, η Κύπρος, κατασπαρασσόμενη και καταπονημένη από το πραξικόπημα δέχθηκε τη σφοδρή από αέρος και θαλάσσης τουρκική στρατιωτική επίθεση.

Παρά το γεγονός ότι στα Αρχηγεία της Εθνικής Φρουράς και των Ενόπλων Δυνάμεων στην Αθήνα συνέρρεαν δεκάδες πληροφορίες για έντονη κινητικότητα των τουρκικών δυνάμεων στα νότια παράλια της Τουρκίας επιδείχθηκε μια αδιανόητη υποβάθμισή τους, γεγονός που οδηγεί στο συμπέρασμα της εγκληματικής αδιαφορίας.

Η Τουρκία άδραξε την ευκαιρία και αφού επικαλέστηκε το άρθρο 4 της Συμφωνίας των Εγγυήσεων, με το οποίο διασφαλιζόταν το δικαίωμά της, ως εγγυήτριας δύναμης, να αναλάβει δράση για να αποκαταστήσει την τρέχουσα κατάσταση πραγμάτων στην Κύπρο, με πρόφαση την προστασία των Τουρκοκυπρίων, εισέβαλε στρατιωτικά στο νησί. 

Βρήκε απέναντί της μια Εθνική Φρουρά εξουθενωμένη κι αποδιοργανωμένη, με τις Μονάδες της να έχουν αναλωθεί στο πραξικόπημα και να έχουν διασπαρθεί σε όλη την κυπριακή επικράτεια μακριά από τις έδρες των στρατοπέδων τους..

Παρά τις πολλές δυσχέρειες, παρά το δυσβάστακτο βάσανο της προδοσίας που βάραινε τις ψυχές τους,  με σημαντικές ελλείψεις σε υλικά και μέσα και μηδαμινές επικοινωνίες και πληροφορίες, οι άνδρες της δύναμης πολέμησαν με σθένος και αποφασιστικότητα, καταθέτοντας κάθε ικμάδα δύναμης που διέθεταν για απόκρουση του Τούρκου εισβολέα.

Ο απολογισμός παραμένει μέχρι και σήμερα, μισό αιώνα μετά, εφιαλτικός. Χιλιάδες ήταν αυτοί που έπεσαν ηρωικώς μαχόμενοι δολοφονήθηκαν στυγνά ή ακόμα αγνοούνται. Δεκάδες χιλιάδες είναι αυτοί που ξεριζώθηκαν από τις πατρογονικές τους εστίες.

Σήμερα με την τουρκική κατοχή να συνεχίζει να υφίσταται και τη στασιμότητα στη διαδικασία των συνομιλιών να διαιωνίζεται οι κίνδυνοι που ελλοχεύουν για την πατρίδα και τον λαό μας είναι αυξημένοι.

Η επιμονή της Τουρκίας στην πρόταση λύσης δύο κρατών δεν αποτελεί επ’ ουδενί επιλογή.

Ως Κυπριακή Δημοκρατία οφείλουμε με αποφασιστικότητα να συνεχίσουμε να καταβάλλουμε κάθε προσπάθεια για άρση του αδιεξόδου. 

Παρά τις δυσχέρειες, παρά την απογοήτευση και τις προκλήσεις, θα συνεχίσουμε με κάθε τρόπο την προσπάθεια, ώστε να δημιουργήσουμε τις συνθήκες εκείνες που θα μας επιτρέψουν να αναζητήσουμε λύση του κυπριακού προβλήματος μέσα από τη διαδικασία των συνομιλιών, στη βάση του συμφωνηθέντος πλαισίου και των ψηφισμάτων του Συμβουλίου Ασφαλείας των Ηνωμένων Εθνών.

Αποτελεί αδήριτη ανάγκη ο τερματισμός του υφιστάμενου status quo και η αποκατάσταση των βασικών ελευθεριών και των ανθρωπίνων δικαιωμάτων για όλους τους νόμιμους κατοίκους της πατρίδας μας.

Η αδιάλλακτη αναθεωρητική πολιτική της Τουρκίας, η οποία απολήγει σε κατάργηση του συμφωνημένου πλαισίου λύσης και στη θεμελίωση τετελεσμένων, επιβάλλει να λάβουμε όλα τα αναγκαία μέτρα, ώστε να θωρακίσουμε με πολυεπίπεδο τρόπο την πατρίδα μας και να διασφαλίσουμε την προάσπιση της εθνικής ανεξαρτησίας, της εδαφικής ακεραιότητας και των κυριαρχικών μας δικαιωμάτων.

Σε αυτό το πλαίσιο, ως Υπουργείο Άμυνας, συνεχίζουμε να ενισχύουμε μεθοδικά την επιχειρησιακή ετοιμότητα και την αποτρεπτική ικανότητα της Εθνικής Φρουράς, με στόχο την αναβάθμιση του αξιόμαχου της δύναμης και την προσαρμογή της στις απαιτήσεις του σύγχρονου επιχειρησιακού περιβάλλοντος. 

Διαβάστε περισσότερα:

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας