Ένα από τα σπουδαιότερα διατροφικά προβλήματα στις σύγχονες κοινωνίες αποτελεί η Παχυσαρκία. Ο ΠΟΥ κατατάσσει την παχυσαρκία στην 2η αιτία θανάτου μετά το κάπνισμα, λόγω των σοβαρών προβλημάτων που την ακολουθούν, με αποτέλεσμα τη μείωση του προσδόκιμου ηλικίας.Τα ποσοστά παχυσαρκίας, παρά την εξέλιξη της επιστήμης, αυξάνονται συνεχώς, κατατάσσοντας την χώρα μας στους 1ους στην Ευρώπη. Μία από τις βασικότερες αιτίες που οδηγούν στην παχυσαρκία είναι η πρόσληψη περισσότερης ενέργειας διατροφικά απο αυτή που καταναλώνεται. Ωστόσο αποτελεί πολυπαραγοντικό νόσημα, με κυριότερες αιτίες πέρα από την υπερβολική πρόσληψη τροφών ενεργειακά πυκνών, την έλλειψη φυσικής δραστηριότητας, γενετικούς παράγοντες καθώς και μεταβολικές διαταραχές.
Στην ερώτηση λοιπόν τι πρέπει να τρώμε για να είμαστε υγιείς και λεπτοί, οι παραδοσιακές διατροφολογικές προσεγγίσεις θα απαντούσαν με βάση το θερμιδικό ισοζύγιο των τροφών, ένα αρνητικό θερμιδικό ισοζύγιο- απόλυτα μαθηματικά ( οι θερμίδες που δαπανά κάποιος να είναι περισσότερες από αυτές που καταναλώνει). Τι γίνεται όμως σε περιπτώσεις που η τροφή καλύπτει και συναισθηματικές ανάγκες; Στις κλασικές προσεγγίσεις το συναίσθημα, ο συγκινησιακός νους,το στρες δεν αναφέρονται πουθενά και τότε είναι που οι κλασικές προσεγγίσεις αποτυγχάνουν για αυτό και μέσα στον πρώτο χρόνο επιστρέφει το 1/3 του χαμένου βάρους. Ερευνες έχουν αποδείξει πως ο υποθερμιδικός περιορισμός της τροφής για μεγάλο διάστημα όχι μονο δεν είναι αποτελεσματικός, αλλά οι υποθερμιδικές αυτές διαιτες αποτελούν ένα παράγοντα που τα 2/3 των ατόμων που τις έχουν ακολουθήσει έχουν κερδίσει περισσότερο βάρος από αυτό που είχαν χάσει στο παρελθόν Τα άτομα αυτά ταλαιπωρούνται με ανεπιτυχείς προσπάθειες απώλειας του περιττού βάρους με αποτέλεσμα να εμφανίζουν σε μικρό χρονικο διάστημα μεγάλες αυξομειώσεις στο βάρος του – γνωστό ως <<φαινόμενο γιο-γιο>> .
Στην ίδια λοιπόν ερώτηση “τι πρέπει να τρώμε για να είμαστε υγιείς και λεπτοί”, το diet coaching έρχεται να συνδέσει το μυαλό, το συναίσθημα, το σώμα και την τροφή. Το να είναι κανείς υγιής και λεπτός δεν είναι θέμα θερμίδων, αλλά φιλοσοφίας, ισορροπημένου τρόπου ζωής και αποτέλεσμα μιας υγιούς συνεργασίας ανάμεσα στο μυαλό, το σώμα και την τροφή. Το diet coaching κατανοώντας τις ιδιαίτερες ανάγκες του ατόμου μπορεί να συνδέσει το συναίσθημα με τους βιοχημικούς μηχανισμούς του σώματος. Aποτελεί έναν συνδυασμό του life coaching με τις βασικές αρχές της διατροφολογίας. Με το coaching πραγματοποιείται μια μετατόπιση του μοντέλου από την παθητική λήψη οδηγιών διατροφής και την μόνιμη ενασχόληση με τον αριθμό των κιλών, στην υιοθετηση ενός ενεργού, υπεύθυνου και αυτόνομου ρόλου του πελάτη που οδηγεί στην πρόληψη και στην μακροχρόνια αλλαγή του τρόπου ζωής του. Ο coachee (ο πελάτης που δέχεται την υπηρεσία του coaching) θέτει στόχους, κινητοποιείται, υπερβαίνει την αμφιθυμία του, αναπτύσει συμπεριφορές αυτορρύθμισης, ενεργοποιεί εσωτερικές πηγές και αλλάζει τον τρόπο ζωής του συνολικά, συμμετέχοντας ενεργά στον σχεδιασμό του θεραπευτικού-διατροφικού πλάνου του. Αξίζει στο σημείο αυτό να αναφερθεί πως ο diet coach δεν είναι ψυχολόγος και η μέθοδος που χρησιμοποιεί αποτελεί μέθοδο ανάπτυξης και όχι διάγνωσης ή θεραπείας.Το coaching έρχεται να ενισχύσει την δράση του επαγγελματία διαιτολόγου, ώστε να γίνει πιο αποτελεσματικός. Μέσα από τις τεχνικές του motivational interviewing, της θετικής ψυχολογίας, της παρατήρησης και της ενεργητικής ακρόασης ,ο επαγγελματίας υγείας διευκολύνει τον ασθενή να βρει τις απαντήσεις μέσα του. Ακομα τον ενισχύει ώστε να δημιουργήσει το δικό του όραμα και να καθορίσει μικρότερους στόχους που θα τον βοηθήσουν να ερθει ένα βήμα πιο κοντά σε αυτό που επιθυμεί. Ο ασθενής λοιπόν, ενδυναμώνεται και προετοιμάζεται ώστε να μπορεί να διαχειρίζεται τα εμπόδια που μπορούν να προκύψουν, ακόμα και αν προέρχονται από την οικογενειά του ή το ευρύτερο περιβάλλον του.Και όλα τα παραπάνω βοηθούν στην απόκτηση μόνιμων αλλαγών στον τρόπο ζωής του. Ο ασθενής προωθεί τις δικές του επιλογές και δημιούργεί νέα διατροφικά μονοπάτια. Οι κυριότεροι λόγοι που δεν μπορούν τα άτομα να πειθαρχήσουν σε ένα πρόγραμμα διατροφής είναι η ανασφάλεια και τα χαμηλά επίπεδα αυτοελέγχου, μέσω από το coaching οι στόχοι γίνονται σαφείς και προσεγγίσιμοι και το άτομο εκπαιδεύεται να αποκτήσει την αυτογνωσία που απαιτεί μια τέτοια διαδικασία. Όλα τα παραπάνω μας δείχνει ότι οι πιο πετυχημένες παρεμβάσεις συμβαίνουν όταν οι ασθενεις δεν εστιάζουν στο τι θα αλλάξουν αλλά στο πως .Αν και το diet coaching αποτελεί μια πρόσφατη προσέγγιση υπάρχουν αρκετές ερευνες που μπορούν να επαληθεύσουν την αποτελεσματικότητα των παραπάνω.
Το coaching έρχεται να λειτουργήσει συμπληρωματικά με τον επαγγελματία υγεία και προωθεί την ολιστική αντιμετώπιση τοσο του wellbeing με απωτερο στόχο την ευεξία. Για την δημιουργία μόνιμων και μακροχρόνιων αλλαγών η συνργασία και η συννένωση των επαγγελματιών υγείας αποτελεί κομμάτι ευρύτερης ολιστικής παρέμβασης. Αφού δεν είμαστε όλοι ίδιοι και ο καθένας έχει τις απαντήσεις μέσα του αλλά χρειάζεται διαφορετικό τρόπο να επιτύχει τον στόχο του, είναι σωστό λοιπόν να χρησιμοποιούμε σε όλους την μία -ίδια διαιτολογική προσέγγιση?
Η Χριστίνα Καρτσωνάκη είναι Κλινική διαιτολόγος-διατροφολόγος, Msc