Τη Δευτέρα 8 Μαρτίου, παγκόσμια ημέρα της γυναίκας, προβάλλεται στην ελληνική τηλεόραση η συνέντευξη των Σάσεξ στην Όπρα Γουίνφρεϊ. Ακολουθεί -χωρίς τέλος- ένας καταιγισμός σχολίων, αναλύσεων και κριτικών από παρουσιαστές, δημοσιογραφους, αναλυτές, ειδικούς, ιθύνοντες και κυρίως ΜΗ γνωρίζοντες που παρακολουθούν με έξαψη ή καχυποψία τα επεισόδια μιας πολύ οργανωμένης και κυρίως πολύ ακριβής, διεθνούς παραγωγής με αληθινούς χαρακτήρες και πολιτικές προεκτάσεις. Η κοινή γνώμη, φορολογούμενοι πολίτες -συνδρομητές- στο ρόγιαλ τσάνελ, διχάζεται ως προς το ποιος είναι ο καλός, ο κακός ή ο άσχημος της υπόθεσης, και ξεκινούν ατέρμονες συζητήσεις, τσακωμούς κι επεισοδιακές μιντιακές φιέστες εν μέσω πρωτοφανούς πανδημίας, οικονομικού ολέθρου και κοινωνικού ρολερκόστερ.
Δεν πάει ο πλανήτης να καταστρέφεται ανεπιστρεπτί, τα ρομποτικά να ψάχνουν στον Άρη αν υπάρχει plan B για το ανθρώπινο είδος, το ποιος τζογάρει καλυτέρα στο τσόχινο τραπέζι της μοναρχίας φαίνεται ν’ αποτελεί μείζονα επικοινωνιακή είδηση καθώς η διαδοχή, τα πάθη και τα λάθη των Οίκων με τους έρωτες και τα δεινά τους εξάπτουν τη μαζική φαντασία και ναι, πουλάνε.
Το ζεύγος Σάσεξ επέλεξε να μοιραστεί με το κοινό την ‘αλήθεια’ του, σε μια συνέντευξη της οποίας η διάρκεια τροποποιήθηκε πολλάκις προκειμένου να ανταπεξέλθει στη μέγιστη εκτιμώμενη κερδοφορία, όπως υπολογίστηκε από τους ειδικούς. Έτσι από τη 1,5 ώρα ο τελικός χρόνος ορίστηκε στις 2 ώρες. Μισή ώρα περισσότερη ‘αλήθεια’, δηλαδή, για το τηλεοπτικό κοινό. Το γύρισμα πραγματοποιήθηκε όχι στο πραγματικό τους σπίτι στο Λος Άντζελες, αλλά σε μια άλλη γειτονική έπαυλη που διατέθηκε για τον σκοπό αυτό. Από την πραγματική τους ζωή οι Σάσεξ μας έδειξαν το κοτέτσι τους. Ήταν αυτή η μόνη εικόνα της πραγματικότητας τους, που επέλεξαν να μοιραστούν με το κοινό. Το κοτέτσι. Μια όμορφη, ξύλινη κατασκευή σε περιφραγμένο χώρο όπου ζούνε ευτυχισμένα οι κότες τις οποίες η Μέγκαν έσωσε απ’ ορνιθοτροφείο. Η οπτικοποίηση, δηλαδή, της ευαισθησίας της Μέγκαν για τα ζώα και ειδικά για ζώα που σιτίζονται και κρατούνται έγκλειστα για ν’ ανταποκριθούν στη μαζική κατανάλωση. Μια σημειολογική σύνδεση με τη δυστυχισμένη Μέγκαν και τα δεινά που υπέστην προκειμένου ν’ ανταποκριθεί στις απαιτήσεις ενός απάνθρωπου πρωτοκόλλου και ενός αδηφάγου κοινού. Που πλήρωσε 32 εκατομμύρια λίρες για το γάμο της. Μέχρι που την ελευθέρωσε ο πρίγκιπας και από τον περιορισμό του παλατιού την οδήγησε στο κοτέτσι της ελευθερίας.
Η Μέγκαν Μαρκλ μας είπε λοιπόν πως ο γάμος της έγινε για τα μάτια του κόσμου κι η ίδια παντρεύτηκε 3 μέρες πριν, καθώς ήθελε να ζήσει τη στιγμή μόνο με το σύντροφο της και ν’ ανταλλάξει τους όρκους της με ιδιωτικότητα μακριά από τις κάμερες. Θα το μοιραστώ μαζί σας, δηλαδή, αλλά αυτό που θα μοιραστώ είναι αυτό που δεν θέλω, γιατί αυτό που θέλω θα το ζήσω μόνη μου. Άρα εγώ θα παντρευτώ μια φορά τον πρίγκηπα μου και μια φορά τον πρίγκηπα σας. Τα δικά σας δικά μας και τα δικά μου δικά μου. Μήπως κάπου εκεί είναι και η ουσία της υπόθεσης; Στα δικά σας- δικά μας- δικά τους- δικά της; Μήπως εκεί χάθηκε η μπάλα; Γιατί αν τα δικά της συνδέονται με τα δικά τους μήπως πέφτει και σ’ άλλους λόγος; Ποια είναι, λοιπόν τα δικά της; Δικαιούται δικά της; Και αν ναι-που σίγουρα ναι, τότε ποιοι της τα στερούν;
«Δεν πρέπει να τα ‘χεις καλά με τον Πάπα. Με το Βατικανό να τα ‘χεις καλά», λένε οι σοφοί.
Η συνέντευξη της Μέγκαν στην Όπρα ξεκίνησε από τη στιγμή που η Μέγκαν παντρεύεται στο αβαείο του Westminster. Δεν γίνεται λόγος για τη ζωή της πριν, (πλην ελάχιστων αναφορών) για το μπακράουντ της, τις σπουδές, την καριέρα, τη διαδρομή, τον κόπο που έχει καταβάλει στη ζωή, τον προσωπικό της ισολογισμό- απολογισμό. Η ιστορία -κι εσκεμμένα- από την έμπειρη Όπρα ξεκινά με το γάμο. Γιατί από εκεί ενδιαφέρει την Όπρα. Από εκεί ενδιαφέρει τον κόσμο. Η Μέγκαν αποκτά υπόσταση στην ιστορία ως ετεροκαθοριζόμενη νύφη δίπλα σε κάποιον. ‘Αυτή-αυτουνού’. Δεν έχει την αντίληψη ούτε καν την έξυπνη επαγγελματική υπόδειξη από κάποιον συνεργάτη να ανάψει στο ευρύ κοινό τα φώτα πορείας της ζωής της. Πριν τον Χάρι. Πώς θα υπερασπιστείς αυτά που έχασες αν εσύ ο ίδιος πρώτος τα έχεις εκχωρήσει με τη σιωπή σου; Πολλές φορές σε ετεροβαρείς οικονομικά ή κοινωνικά δεσμούς ειπώνεται το γνωστό κλισέ “Τι ήταν αυτή/αυτός πριν τον/την τάδε;”. Ατράνταχτη απόδειξη του αν και τί έχεις υπάρξει πριν από κάποιον είναι το παρελθόν σου αυτό καθ’ αυτό. Αλλά για να το ορθώσεις και να το πετάξεις στα μούτρα σε οποιονδήποτε τολμήσει να το αμφισβητήσει οφείλεις να είσαι περήφανος γι’ αυτό και να το υποστηρίζεις, Τις ρίζες, τις αρχές, τις αξίες, το χρώμα, τις πεποιθήσεις και τις προτιμήσεις σου. Η Μέγκαν Μαρκλ δεν πόνταρε τα λεφτά της στην ίδια, αλλά στις προσδοκίες της.
Ειπωθήκαν πολλά για το ρολό του παλατιού. Δεν την άκουγαν, δεν την αξιοποίησαν, δεν την καθοδήγησαν, δεν αφουγκράστηκαν τις ανάγκες της, δεν την προστάτεψαν. Υπονόησαν επικινδυνότητα όσον αφορά στο χρώμα του μωρού της, της στέρησαν το διαβατήριο της, την ασφάλεια για την οικογένεια της, τα δικαιώματα της. Βαριές και ουσιαστικές κατηγορίες που αν συν έβαιναν στην Βόρειο Κορέα, την Κίνα, τα Εμιράτα για παράδειγμα θα μιλούσαμε για πρωτοφανή καταπάτηση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων και θα λύσσαγε το Σύμπαν. Την ώρα που ακούς όμως όλα τα παραπάνω και σχεδόν σαν τοποθέτηση προϊόντος ,προσγειώνεται συνέχεια η δήλωση του ‘πόσο καλή και συμπαθητική είναι η βασίλισσα, ποσό ανθρώπινη και ζεστή με τη Μέγκαν, πόσο κανένα παράπονο δεν έχει από εκείνη , πόσο καλή επικοινωνία είχε και διατηρεί μαζί της’.
ΕΝΑ ΛΕΠΤΟ ΠΑΙΔΙΑ ΓΙΑΤΙ ΘΑ ΤΡΕΛΑΘΟΥΜΕ…
Αν οποιοσδήποτε από εμάς συνάψει μια οικονομική δοσοληψία με ένα οργανωμένο οικονομικό σύστημα, μια τράπεζα ας πούμε, και πάρει ένα σπίτι με πάρα πολύ σκληρούς όρους, άδικους και τοκογλυφικούς κι έρθει η στιγμή που αδυνατεί να αποπληρώσει το δάνειο και η τράπεζα δεν δεχτεί διαπραγμάτευση και παραμείνει αμετακίνητη στα ψιλά γραμματακια του συμβολαίου που θα υποθηκεύσουν τη ζωή του και δεν καταλάβει τις ανάγκες και τις δυνατότητες του αλλά του πάρει το σπίτι κι αυτός υποστεί την ψυχολογική κατάρρευση φτάνοντας να κοιτάει τα μπαλκόνια -πραγματικότητα καθόλα αληθινή για χιλιάδες συνάνθρωπους μας- και τελικά φτάσει λίγο πριν την αυτοκτονία, τη στιγμή εκείνη την απόλυτα οριακή θα πει ‘τον αλήτη τον υπάλληλο’, ‘τον έτσι τον μπήξε και τον δείξε΄ αλλά ΤΙ ΚΑΛΗ ΠΟΥ ΕΙΝΑΙ Η ΤΡΑΠΕΖΑ ΕΓΩ ΔΕΝ ΕΙΧΩ ΠΡΟΒΛΗΜΑ ΜΑΖΙ ΤΗΣ??? Θέλει να μας πει η Μέγκαν πόσο καλή είναι η βασίλισσα και πόσο κακοί οι υπάλληλοι της, που τι;, κάνουν ό,τι τους καπνίσει, κινούν τα νήματα, κερνάνε σφηνάκια και φαρμάκια ερήμην της βασίλισσας; Άρα το ‘μαγαζί’ ποιος το διοικεί; Ο Μπάτλερ; Οι χιουμαν ρισορσις; Ο γραμματέας; Εγώ; Γιατί αν είναι αυτό που μας λέει η Μέγκαν, εννοεί πως ο μηχανισμός του παλατιού είναι ανορίοτος, υπεράνω ηγεμόνα, η βασίλισσα- ο αρχηγός του κράτους- είναι ταριχευμένη, καθοδηγουμένη προσωπικότητα, άρα μια άβουλη κυριούλα που σήμερα είναι κι αύριο δεν είναι, ομολογώντας ουσιαστικά, μια μοναρχία (συμφωνούμε ή όχι μ’ αυτήν) σε κατάντια.
Αν πάλι δεν συμβαίνει αυτό και το ‘μαγαζί’ είναι υπό τον απόλυτο έλεγχο μιας πανέξυπνης μονάρχη, τότε η Μέγκαν μη θέλοντας να τα βάλει μαζί της και με ό,τι εκείνη εκπροσωπεί τα ρίχνει σε εργαζομένους που υπήρχαν και υπάρχουν με ή χωρίς αυτή, πριν και μετά απ’ αυτήν, άρα κάτι κάνουν καλά αφού το μπραντ κρατιέται ψηλά και για χρόνια. Η Μέγκαν Μαρκλ πρέπει να αποφασίσει τί της φταίει. Κι εμείς επίσης να αποφασίσουμε ότι άλλο ‘φταίει η Μέγκαν’ κι άλλο ‘ΜΑΣ φταίει η Μέγκαν’. Καθένας μας πια οφείλει να πάρει τη σκληρή απόφαση ανάληψης της ευθύνης της προσωπικής του δυστυχίας.
Έχουν φθαρεί πολλά ψυχαναλυτικά ντιβάνια για να είμαστε πάντα υπαίτιοι της ευτυχίας μας και πάντα οι άλλοι υπεύθυνοι της δυστυχία μας. Ειδικά, όταν δε μιλάμε για περιστατικά ακραίας ατυχίας που μπορεί να χάσεις τη γη κάτω απ’ τα πόδια και να σε βρει η συμφορά από τη μια στιγμή στην άλλη. Όταν σου δίνεται το ανεκτίμητο προνόμιο της επιλογής, η κόλαση δεν είναι οι άλλοι, όπως λέει κι ο Σαρτρ. Είναι η διαχείριση των επίλογων μας. Η μελωδία της δυστυχίας είναι γλυκιά και να μας νανουρίζει τον ύπνο τον γλυκό και ν’ ‘αποτρέπει ένα απότομο ξύπνημα αφύπνισης. Κόντρα στα μικρά ή μεγάλα ψέματα που λέμε στον εαυτό μας, τις σαρκοφάγες φιλοδοξίες, τις ουτοπίες για πραγμάτωση μέσα από έναν δρόμο εύκολο, ανώδυνο, ψηφιακό, αποξενωμένο, ματαιόδοξο. Ακόμα και η ρόγιαλ εκδοχή της σαπουνόπερας θέλει πραγματικούς πρωταγωνιστές, όχι θυματοποιημένους ηθοποιούς που εργαλειοποιούν τη διάψευση των προσδοκιών τους. Όταν και όπως συμβεί η αδικία, τότε απαιτεί ρήξη, ρίσκο και τόλμη. Κι αν είχαμε διακρίνει κάτι τέτοιο στη Μέγκαν, τότε ασφαλώς και θα μας έπειθε.
Όχι μόνο στις 8 Μαρτίου, τη μέρα της γυναίκας που προβλήθηκε η συνέντευξη. Αλλά κάθε μέρα.
Μέχρι τότε θ’ αρκεστούμε στις ελεύθερες, ευτυχισμένες κότες.
Η Φανή Σπυριδάκη είναι επιχειρηματίας