Ήταν αυγή, βασίλεψε ο ήλιος τώρα ,
ήταν χαρά, γέμισε ο κόσμος λύπη.
Υπήρχε γέλιο και ήρθε κλάμα,
υπήρχαν όνειρα, συντρίμμια γίναν,
ελπίδες ανθούσαν∙ μαράθηκαν όμως,
χαμόγελα αντηχούσαν, που οι λυγμοί τα σβήσαν.
Όλα μοιάζαν παράδεισος, μα κόλαση φαντάζουν τώρα.
Τα πάντα ευωδίαζαν αγάπη, μίσος σκορπάνε τώρα,
ζούσαν θεμέλια του αύριο, ζούσαν αρχιτέκτονες του μέλλοντος,
ζούσαν παιδιά, με μάτια λαμπερά,…
μα γέροι ζούνε πιά και όλα είναι θαμπά.
Ζούσαν και ήταν ξέγνοιαστα και όχι σκεφτικά,
είχαν ευτυχία αντί μελαγχολία,
γιατί, υπήρχε ζωή, όπου αίμα κυλά, εκεί.
Όλα ήταν όμορφα, όλα ήταν θεϊκά,
ένας κήπος με λουλούδια και πουλιά,
ένα τοπίο, μια ζωγραφιά!
Όμως, τα λουλούδια αγκάθια γέμισαν
και τα πουλιά σωπάσαν∙
και η ζωγραφιά ξεθώριασε
γιατί η Ειρήνη λείπει.
Από το μακρινό 1991, όπου, σχεδόν, ακόμη παιδί ούσα, έγραψα το παρόν, μαθαίνοντάς για τον πόλεμο μέσα από τις αναφορές των βιβλίων και τις διηγήσεις των παππούδων μας που τον είχαν ζήσει, έως σήμερα που στην Ευρώπη έχει ξεσπάσει πάλι, το αδιανόητο, ο πόλεμος, με φόβους υπαρκτούς για την ανεξέλεγκτη επέκτασή του και περαιτέρω… δε θα μπορούσα να περιγράψω διαφορετικά τις συνέπειες που φέρνει ο πόλεμος στη ζωή των ανθρώπων και δη των παιδιών.
Αφορμή για ανασκαφή στο χρονοντούλαπο των γεγραμμένων μου, στάθηκε πρόσφατη συζήτησή μου, με φίλη μου, που ζει στην καρδιά του πολέμου και χτυπά με αγωνιά η καρδιά η δική της και της οικογένειας της, κάθε φορά που χτυπούν οι σειρήνες και πέφτουν παντού βόμβες. Ζουν με την αγωνία της συνέχισης της ύπαρξής τους, καταρχάς, και μετά όλα τα άλλα.
Πολλές φορές, παρακολουθούμε την εξόντωση και τη δυστυχία των ανθρώπων, του ανθρώπινου γένους μας, από τον καναπέ μας, από την ασφάλεια του σπιτιού μας, υποσυνείδητα, σα να παρακολουθούμε την εκτύλιξη ενός σεναρίου στον κινηματογράφο, που όταν τελειώσει, θα κλείσουμε το τηλεκοντρόλ και θα είναι όλα εντάξει, αφού στα «ψέματα» διαδραματίζονταν όσα παρακολουθήσαμε…. ο πόλεμος όμως, δεν είναι ταινία συμβαίνει πραγματικά σε αυτούς που βλέπουμε να κλαίνε, να φοβούνται, να πεινούν, να διψούν, να δυστυχούν, να θέλουν να κλείσουν τα μάτια και όταν τα ανοίξουν να είναι όλα όπως πριν, να τελειώσει ο πόλεμος, να έχουν ειρήνη, να μπορέσουν να ζήσουν. Να είναι σαν εμάς, να ζούνε στον πίνακα μιας ζωγραφιάς και ας μην το καταλαβαίνουμε εμείς τώρα που έχουμε ειρήνη, ότι τα ’χουμε ακόμη όλα, ζούμε ευτυχισμένοι στη ζωγραφιά του παραδείσου.
ΠΛΑΣΤΗΡΑ Δ. ΔΗΜΗΤΡΑ – ΔΙΚΗΓΟΡΟΣ ΠΑΡ’ ΑΡΕΙΩ ΠΑΓΩ – ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΟΣ -ΠΜΣ “ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ” ΠΑΝΤΕΙΟ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟ ΑΘΗΝΩΝ