Κάθε μέρα ξεπηδάει κι ένα νέο άρθρο για το διαζύγιο των Μπιλ και Μελίντα Γκέιτς. Αν κρίνουμε από τη συχνότητα των άρθρων αυτών καθώς και τα κλικ που συγκεντρώνουν, φαίνεται να ενδιαφέρει τον κόσμο το τι, το πότε, το γιατί, αν υπάρχει τρίτο ή τέταρτο πρόσωπο στη σχέση τους, ποιο είναι αυτό, και ποικίλες και γαργαλιστικές οικονομικές και προσωπικές λεπτομέρειες. Πώς εξηγείται η έξαψη αυτή για τα διαζύγια πλουσίων και διάσημων της γης και πως καταλαμβάνουν χώρο αυτές οι πληροφορίες μεταξύ της καθημερινότητας ενός απλού πολίτη που περιλαμβάνει τράπεζες, δημόσιο, μποτιλιαρίσματα, σχολεία, φροντιστήρια, σήριαλ κι αληθινή ζωή τέλος πάντων;
Να συμφωνήσουμε κάτι; Χαίρεται ή όχι ο κόσμος όταν μπροστά στα μάτια του, στις οθόνες του, στις ιλουστρασιόν σελίδες που ξεφυλλίζει καταρρίπτονται μύθοι, success stories, σκάνε φαντασμαγορικά μπουρμπουλήθρες παγκόσμιου πλούτου και διεθνούς βεληνεκούς; Γιατί αφού παρέλθει το πρώτο σοκ της είδησης, ότι κατέρρευσαν ροκ είδωλα, πέθαναν πριγκίπισσες, φαλίρισαν κροίσοι, διαλύθηκαν οικογένειες, αυτό που αναδύεται είναι ένα ενοχικό και υπόκωφο αίσθημα ματαιότητας που κουβαλάει ένα ψήγμα δικαίωσης;
Είναι η δικαίωση πως ‘δεν θα πονάμε μόνο εμείς’ αλλά και οι άλλοι; Είναι η τιμωρία για τα προνόμια που κουβαλούσαν; Είναι το τίμημα για ό,τι ευκολία στερηθήκαμε εμείς; Χωρίς να λέμε πως το ανθρώπινο είδος είναι επί της ουσίας τοξικό και τρέφεται από το φθόνο, πόσο και για ποιον λόγο καταλαμβάνει χώρο στη συνείδηση μας η επιβεβαίωση του ρητού «τα λεφτά δε φέρνουν την ευτυχία»;
Κι αν δεν τη φέρνουν γιατί τα κυνηγάμε;
Μήπως τα κυνηγάμε γιατί φέρνουν την ευτυχία, αλλά αν τη φέρουν στους άλλους είναι κακά κι αν τη φέρουν σε εμάς είναι καλά; Εν τέλει μήπως πρέπει να μιλήσουμε για την κατσίκα του γείτονα;
Το πρόβλημα με την κατσίκα δεν είναι η κατσίκα αυτή καθ’ αυτή. Είναι το δικό μας οικόσιτο. Γιατί αν εμείςέχουμε αγελάδα, η κατσικούλα δίπλα, μια χαρά είναι, μια γλύκα. Αν όμως εμείς αντί γι’ αγελάδα έχουμε κότα, τότε, ναι, τα μπεεε από δίπλα, ενοχλούν.
Η κατσίκα του γείτονα, με τη μορφή μαγαζιού, παιδιού, αποταμιευτικού λογαριασμού, ακινήτου, κλπ ήταν καιθα είναι πάντα ζήτημα. Γιατί πάντα τα δικά μας ήταν καλύτερα ως όφειλαν να είναι και ουπς… Γιατί δεν είναι;
Γιατί το δικό μας μαγαζί, παιδί, βιβλιάριο παραμένουν στάσιμα; Γιατί ενώ είναι τα καλύτερα του κόσμου δεν δικαιώνονται στην κούρσα του ανταγωνισμού; Μήπως εκεί εντοπίζεται το πρόβλημα; Στον ανταγωνισμό;
Αν τα πράγματα στη ζωή δεν ήταν συγκρίσιμα, μια χαρά θα έστεκε η δική μας στασιμότητα και ουδένπρόβλημα θα υπήρχε. Όταν όμως έρχεται ο άλλος και μπροστά στο δικό μας αυθαίρετο στήνει το δικό του καιμας κόβει τη θέα στη θάλασσα, η κατσίκα υπερισχύει της κότας. Το θλιβερό είναι πως αντί όλη η γειτονιά να στοχεύει στην αγελάδα, φαγώνονται οι κότες με τις κατσίκες. Κι ανάμεσα στο Βυζάντιο των προσωπικών διαφορών στον κοινωνικό μας μικρόκοσμο πάει κι αυτός ο Μπιλ Γκέιτς και χωρίζει κι η ιστορία των άδοξων οικογενειακών μοντέλων συνεχίζεται επιτυχώς και να, που ‘χούμε κι εμείς κοινά με τους δισεκατομμυριούχους.
Χωρίζουμε κι εμείς, χωρίζουν κι αυτοί, και φαντάσου σε σχέση με αυτά που τραβήξαμε εμείς, αυτοί τί θατραβήξουν…
«Θα του τα πάρει όλα», «Δεν πα να πνιγεί, σ’ αυτά τα επίπεδα έτσι είναι αυτά», «Είχε κι ερωμένες και τοκρύβε, σιγά μη δεν είχε αυτός…» κ.ο.κ
Η πρώην κυρία Γκέιτς νοίκιασε ιδιωτικό νησί για να ηρεμήσει, θέμα σ’ όλα τα κανάλια. Το νησί κόστιζε 150.000 δολάρια τη βδομάδα. Θέμα σ’ όλα τα σάιτ. Τα παιδιά πήγαν μαζί της. Ο Μπιλ έβλεπε στριπτιζέζ. Πώς θα μοιραστεί η περιουσία;
Ποιος θα πάρει το «έξυπνο» σπίτι; Το χειρόγραφο του Ντα Βίντσι; Τα έργα τέχνης;
«Καλά να πάθουν».
Γιατί;
«Γιατί, καλά να πάθουν».
Εντάξει.
Δεν θα σταθώ στο διαζύγιο των Γκέιτς. Θα σταθώ στη δήλωση που έκανε το ζευγάρι με αφορμή το διαζύγιο του. Μπιλ και Μελίντα λοιπόν, από κοινού, δήλωσαν πως διακόπτουν την κοινή συζυγική τους πορεία γιατί δεν μπορούν να εξελιχθούν παράλληλα ως ζευγάρι. Πολύ ευγενικό και φιλολογικό θα μου πείτε, τι θα έλεγαν, ότι βρήκαν αμφότεροι εραστές; Ας το πάμε λίγο πιο μακριά, στο τρελό σενάριο που μπορεί και να λένε την αλήθεια.
Τόσο ο Μπιλ όσο και η Μελίντα είναι -θέλουμε δεν θέλουμε- άνθρωποι που άλλαξαν το ρου της ιστορίας τουκόσμου. Στο σημείο αυτό, έτσι για το αρχείο να υπογραμμίσουμε πως η πρώην κυρία Γκέιτς αποτέλεσε ιστορικό στέλεχος της Microsoft, συνιδρύτρια πολλών επιχειρηματικών ομίλων κι εργαζόμενη σ΄ αυτές. Συνέβαλλε στη δημιουργία αυτών των κολοσσών ως ισότιμο στέλεχος με τον άντρα της.
Αν λοιπόν αυτό το ζευγάρι, το κατά κοινή ομολογία τόσο επιχειρηματικά δημιουργικό, διαπίστωσε πωςπραγματικά δεν εξελίσσεται μαζί, αυτό τι μας λέει;
Ας δούμε τι ΔΕΝ μας λέει:
Το ζευγάρι δεν λέει πως χωρίζει γιατί δεν περνάει καλά μαζί. Δεν είναι αυτό το ζητούμενο τους. Να περνάνε καλά. Το ζητούμενο είναι να εξελίσσονται. Έτσι τουλάχιστον λένε. Να τους πιστέψουμε; Και αν ναι, γιατί;
Γιατί όντως άνθρωποι τέτοιου δημιουργικού βεληνεκούς δε μπαίνουν στην απίστευτα σύνθετη διαδικασία ενόςτέτοιου διαζυγίου με άξονα το αν περνάνε ή δεν περνάνε καλά. Τον τρόπο για να περάσουν καλά, ακόμα κι ανδεν τον έχουν από κοινού μπορούν να τον εξασφαλίσουν μεμονωμένα.
Ο Μπιλ και η Μελίντα Γκέιτς, υπάρχει μια πιθανότητα, αντί να κάθονται να αβγατίζουν τα λεφτά τους σταεβδομήντα τους χρόνια, να διακατέχονται από την πυρηνική επιθυμία να συνεχίζουν να παράγουν οράματα κιεφαρμοσμένες μορφές υλοποίησης τους. Δε μπορούμε να συλλάβουμε με ακρίβεια και να βγάλουμε ασφαλή συμπεράσματα για τον τρόπο σκέψης του ανθρώπου που οραματίστηκε τον τρόπο που ζούμε εμείς τώρα, τριάντα χρόνια πριν, στο γκαράζ του σπιτιού του. Εκεί που ήταν είμαστε…
Αν ο άνθρωπος αυτός, θέλει να γεννήσει κι άλλα;
Μπορεί; Έχει το δικαίωμα;
Παρόλο που είναι ήδη πετυχημένος. Παρόλο που είναι ήδη πολύ πλούσιος. Παρόλο που τα έχει όλα. Του επιτρέπεται να θέλει να εξελιχθεί κι άλλο? Και να λέει αλήθεια στη δήλωση του; Τι είναι πιο τρομαχτικό άραγε; Να μην το εννοεί; Ή να το εννοεί;
Πιστεύω απόλυτα πως ο Μπιλ Γκέιτς μπορεί να περάσει όμορφα με την κατά 27 χρόνια σύντροφό του καιμητέρα των τριών παιδιών του. Πιστεύω απόλυτα πως η Μελιντα ξέρει να νιώσει χαρές και συγκινήσεις δίπλα στον άνθρωπο αυτό. Τους πιστεύω όμως πως μαζί πια δεν προχωρούν. Όχι γιατί δεν αγαπιούνται. Όχι γιατί δεν αναγνωρίζει ο ένας στον άλλο έναν σύμμαχο, φίλο, partner in crime. Αυτό πιθανώς είναι κάτι που ίσως να μην βρουν σε κανένα μετέπειτα σύντροφο. Αλλά δεν είναι αυτό το θέμα τους. Το θέμα είναι πως όταν έχεις το μικρόβιο της ‘μη συνήθειας, έχεις καθήκον.
Η λέξη ταλέντο βγαίνει από το «τάλαντο» και τάλαντο είναι κάτι που πρέπει να πληρώσεις. Να καταθέσεις. Να επιστρέψεις. Όταν έχεις το κοκαλάκι αυτό οφείλεις συνέχεια να γεννάς. Να παράγεις. Να σπέρνεις ενεργές ιδέες. Όχι γιατί το απαιτεί κάποιος από ‘σένα, αλλά γιατί αυτό αποτελεί προσωπικό σου μονόδρομο.
Κανείς δεν δικαιούται να πει στον Κασπάροφ ότι είναι μεγάλος για να παίζει.
Τα μεγάλα μυαλά έχουν την εμμονή της ‘γόνιμης επόμενης μέρας’. Κι ίσως ακόμα κι όταν ένα διαζύγιο αντιμετωπίζεται έτσι να αποδεικνύεται σωτήριο και εξαιρετικά παραγωγικό.
Κι ίσως αφού τόσο αφορά την κοινή γνώμη η περίπτωση του διαζυγίου των Γκέιτς ας σταθούμε λίγο και σ’αυτό, που οι ίδιοι οι πρωταγωνιστές (μέσω της δήλωσης τους) υπογραμμίζουν με την απόφαση τους: Την ευθύνη της εξέλιξης.
Όσο για τα σπίτια, τα κότερα και τα ελικόπτερα θα δούμε τι θα γίνει.
Ή και όχι.
Η Φανή Σπυριδάκη είναι επιχειρηματίας