Στην πολιτική ζωή της χώρας μας η κουλτούρα συμβιβασμού ή συναίνεσης χαρακτηρίζεται συχνά υπανάπτυκτη. Συνήθως, πρόκειται για καιροσκοπικές συμμαχίες μεταξύ των μερών για την επίτευξη πρόσκαιρων (μικρο)πολιτικών στόχων. Κανονικότητα φαίνεται να είναι η πόλωση, η αδιαλλαξία, η μισαλλοδοξία. Κόμματα, παρατάξεις, συνδυασμοί εκπονούν σχέδια εξόντωσης του αντιπάλου. Η πολιτική μετριοπάθεια είναι υπό εξαφάνιση. Αυτές οι γνωστές διαπιστώσεις, μεταξύ άλλων ερωτημάτων, προκαλούν και το ακόλουθο: μήπως οι πολιτικοί εν τέλει προσαρμόζονται στις ανάγκες και στις αντιλήψεις των πολιτών;
Τα μέσα ενημέρωσης δυνητικά ευνοούν και καλλιεργούν την εν λόγω πόλωση. Σήμερα υπάρχουν τηλεοπτικά κανάλια, ραδιοφωνικοί σταθμοί, εφημερίδες, ιστοσελίδες που προσφέρουν υλικό θέασης, ακρόασης, μελέτης συγκεκριμένων απόψεων και πληροφορίες που συχνά παρουσιάζουν μία κατασκευασμένη αλήθεια και όχι την πραγματικότητα. Ο πολίτης ωθείται ή χειραγωγείται να επιλέγει την πηγή ενημέρωσής του βάσει της προσωπικής οπτικής του γωνίας ή η τελευταία καταλήγει να διαμορφώνεται αναλόγως της πηγής αυτής αποκλειστικά. Είναι ελάχιστα τα μέσα ενημέρωσης που υπηρετούν την πολυφωνική πληροφόρηση του κοινού. Ο καθ’ ένας μπορεί εύκολα να επιλέξει να παρακολουθεί, να διαβάζει, ν’ ακούει, να βλέπει μόνο ό,τι ανταποκρίνεται στα προσωπικά του ενδιαφέροντα και να μην έρχεται σε επαφή με απόψεις που δεν του αρέσουν, δεν παρουσιάζουν τα πράγματα από τη δική του πολιτική σκοπιά, δεν υποστηρίζουν τις θέσεις του κόμματος που ψηφίζει και γενικά δεν σχετίζονται με τις ήδη σχηματισθείσες προτιμήσεις του. Επιπροσθέτως, υφίσταται η δυνατότητα επιλογής παρακολούθησης και κατανάλωσης αποκλειστικά «ψευδών ειδήσεων», επιλογή που δυνητικά διαμορφώνει ανάλογες πεποιθήσεις. Συνεπώς, αυτός ο πολίτης ποτέ δεν θα μάθει και δεν θα κατανοήσει γιατί κάποιοι άλλοι άνθρωποι ενδεχομένως ψηφίζουν ένα άλλο κόμμα ή έχουν διαφορετική άποψη για ένα κοινωνικό, πολιτικό, οικονομικό ζήτημα. Φαίνεται σχεδόν αναπόδραστη επίπτωση η επιθυμία ενός τέτοιου πολίτη να μην υπάρξει κανένας συμβιβασμός ή καμία παροχή συναίνεσης μεταξύ του κόμματος που ψηφίζει και του πολιτικού αντιπάλου του ή οποιουδήποτε άλλου συνδυασμού, του οποίου οι θέσεις δεν συνάδουν με τις προσωπικές του.
Εντούτοις, η πόλωση, η μισαλλοδοξία, η έλλειψη εμπιστοσύνης στον άλλον, η ανυπαρξία σεβασμού στο διαφορετικό εκδηλώνονται σε πολλές πτυχές του ανθρώπινου βίου. Ακόμα και στην πανδημία, συνθήκη που δυνητικά ενώνει κράτη, έθνη και πολίτες προς όφελος όλων, δεν είναι ευκαταφρόνητος ο χωρισμός και η αντιπαλότητα μεταξύ (φυσιο)λογικών και «ψεκασμένων». Μπορεί η έλλειψη παιδείας να θεμελιωθεί ως μία εκ των αιτιών αυτού του φαινομένου, αλλά τα πράγματα ίσως θα ήταν διαφορετικά, αν υπήρχε εδραιωμένη κουλτούρα επαφής με όλες τις απόψεις και διαμόρφωσης γνώμης κατόπιν αντικειμενικής ενημέρωσης χωρίς την αναζήτηση εκείνων των πηγών πληροφόρησης που απλώς επιβεβαιώνουν προϋπάρχουσες θέσεις. Παρόμοια φαινόμενα πόλωσης ενίοτε αναδεικνύονται σε διάφορα κοινωνικά δίκτυα, όπως σε κάθε είδους ομάδες, ενώσεις, συλλόγους, φορείς, λέσχες, οργανώσεις. Εμπόδιο της συναίνεσης ή του συμβιβασμού για την κοινή διεκδίκηση δικαιωμάτων ή την αρμονική συμπόρευση των μελών τέτοιων δικτύων συχνά είναι η περιχαράκωση ορισμένων ατόμων στο στενό πλαίσιο των προσωπικών τους απόψεων και η αρνητική προδιάθεσή τους σε αμοιβαία συμφέρουσες λύσεις καθ’ ότι ως a priori πεπεισμένοι για την αξιοπιστία της θέσης τους αδυνατούν να επεξεργαστούν τη βασιμότητα της αντίθετης γνώμης.
Ο κατ’ εξοχήν χώρος που ανθούν η πόλωση, η μισαλλοδοξία, η αποστροφή στο διαφορετικό και απουσιάζει συχνότατα η έννοια του συμβιβασμού είναι κατά την και στην επικοινωνία των μέσων κοινωνικής δικτύωσης. Ο επικοινωνιακός «πόλεμος» στα social media ελκύει σε μεγάλο βαθμό την προσοχή των χρηστών, η οποία συνιστά το σημαντικότερο εμπορεύσιμο προϊόν στα εν λόγω ψηφιακά περιβάλλοντα. Οι χρήστες συνασπίζονται υπό την εκάστοτε υποστηριζόμενη θέση και την υπερασπίζονται με μανία εκτοξεύοντας ανεμπόδιστα ακόμα και σοβαρές απειλές σε βάρος αντιφρονούντων. Βασικός λόγος είναι η κατανάλωση ψηφιακού περιεχομένου που απευθύνεται αποκλειστικά στις προκαθορισμένες απόψεις των χρηστών, η οποία άλλωστε τυγχάνει καταστατικός σκοπός της χρήσης των ψηφιακών μέσων δικτύωσης. Αποτέλεσμα είναι η αυστηρή οχύρωση του χρήστη πίσω από την προσωπική του και μόνο θέση, αφού βάσει του περιεχομένου που επιλέγει να καταναλώνει η δική του γνώμη φαίνεται η μόνη ορθή και φέρεται ως μοναδική «αλήθεια». Αν οι πολίτες εστίαζαν περισσότερο στη διά ζώσης κοινωνική επαφή και συνεπώς άκουγαν από πολλούς και διαφορετικούς ανθρώπους τις απόψεις καθ’ ενός, όπως αυτές εκφράζονται σ’ ένα μη ψηφιακό κοινωνικό δίκτυο, όπου οι άνθρωποι συναντώνται με το άλλο άτομο, το αντικρίζουν και το ακούν, ενδεχομένως δεν θα υπήρχε τέτοια σπορά μίσους για τη διαφορετική γνώμη. Φαίνεται ευκολότερο να διατυπωθούν χυδαίες ύβρεις και λέξεις μίσους σε μια οθόνη διά πληκτρολογίου παρά σε μια ζωντανή πρόσωπο με πρόσωπο συζήτηση.
Στην πραγματικότητα, όποιος επιθυμεί να ξεφύγει από την περιγραφόμενη μονοδιάστατη θέαση των πραγμάτων, μπορεί να ξεκινήσει με απλά βήματα. Στοιχειώδης είναι η αλλαγή της πηγής ενημέρωσης. Μπορεί να μαθαίνει τις ειδήσεις από ένα πραγματικά πολυφωνικό μέσο ενημέρωσης, να διαβάζει βιβλία που αναλύουν και την αντίθετη θέση από την προσωπική του σχετικά μ’ ένα ζήτημα, να μην αποφεύγει τις αναλύσεις που αποδομούν τη δική του γνώμη, ν’ ακολουθεί στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης σελίδες ή λογαριασμούς χρηστών με το περιεχόμενο των οποίων δεν ταυτίζεται ιδεολογικά, να συμμετέχει σε πραγματικά (μη ψηφιακά) κοινωνικά δίκτυα με αυτοπρόσωπη παρουσία και να συνδιαλέγεται με άτομα που πρεσβεύουν διαφορετικές από τις δικές του θέσεις.
Η επιλογή της μονομέρειας, υπό την ειδικότερη εκδήλωση της επαφής αποκλειστικά με ό,τι συμφωνεί με την προϋπάρχουσα άποψη καθ’ ενός για οποιοδήποτε ζήτημα, συνιστά προσωπική εκτίμηση ότι μπορεί να απολήγει οιονεί αυτοπροσβολή. Κάποιος που επιλέγει ν’ ασκήσει το εκλογικό του δικαίωμα πιστεύοντας ότι ο συμβιβασμός με έτερες πολιτικές δυνάμεις που δεν έχουν τις ίδιες θέσεις συνιστά προδοσία, που επιλέγει να ενημερώνεται παρακολουθώντας μόνο τις πηγές που συμφωνούν με τις ήδη διαμορφωμένες απόψεις του ή υπερασπίζεται αδιάλλακτα την προϋπάρχουσα θέση του εντός διαφόρων κοινωνικών δικτύων, ο εν λόγω πολίτης βλάπτει πρωτίστως τον εαυτό του. Αρνείται την ατομική ελευθερία, η βίωση της οποίας προϋποθέτει την αναγνώριση και το σεβασμό του διαφορετικού, εγκλωβίζεται στην επίφαση αυτοδιάθεσης, καταστρατηγεί την κοινή λογική, καταλήγει πνευματικά συμπλεγματικός. Ο μονομερής πολίτης βλάπτει και τη δημοκρατία, της οποίας εγγενές χαρακτηριστικό είναι ο συμβιβασμός ή η συναίνεση. Ζει υπό τη δικτατορία της προσωπικής του γνώμης.
Ο Φοίβος Γ. Ξενάκης είναι δικηγόρος