Στη συνεδρίαση μέσω τηλεδιάσκεψης των ευρωπαίων ηγετών την 25η Μαρτίου 2021 συζήτησε, μεταξύ άλλων, την έκθεση του Υπάτου Εκπροσώπου της Ένωσης κ. Μπορέλ για την Τουρκία, στον απόηχο των τουρκικών προκλήσεων του τελευταίου χρονικού διαστήματος αλλά και της ευρύτερης στάσης της Τουρκίας και της ευρωπαϊκής της πορείας. Είναι γεγονός ότι τα πρώτα προσχέδια της κοινής δήλωσης που εκδόθηκε με το πέρας του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και είχαν συζητηθεί σε επίπεδο Μονίμων Αντιπροσώπων και Υπουργών Εξωτερικών δεν κάλυπταν τις θέσεις της Κυπριακής και της Ελληνικής Δημοκρατίας αλλά, ειδικά το πρώτο προσχέδιο, ήταν ωσάν να μην λάμβανε καθόλου υπόψη την ύπαρξη της έκθεσης Μπορέλ.
Χρειάστηκαν εντατικές διαβουλεύσεις και διπλωματικές ενέργειες ούτως ώστε να φτάσουμε στο τέταρτο προσχέδιο της κοινής δήλωσης το οποίο αντανακλούσε πλέον την έκθεση Μπορέλ σε σχέση με τα ευρωτουρκικά ζητήματα και το οποίο μετουσιώθηκε στην κοινή δήλωση της 25ης Μαρτίου που υπενθυμίζει τις προηγούμενες αποφάσεις του Ευρωπαϊκού Συμβουλίου και θέτει από την μια θετική ατζέντα για την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας αλλά υπό συγκεκριμένες προϋποθέσεις που εν πολλοίς απορρέουν από την στάση της Τουρκίας σε σχέση με το Κυπριακό αλλά και την ευρύτερη στάση της σε σχέση με τις προκλήσεις της απέναντι στα κυριαρχικά δικαιώματα της Κύπρου και της Ελλάδας.
Στην κοινή δήλωση των αρχηγών των κρατών – μελών της Ευρωπαϊκής Ένωσης καταγράφονται, συνοπτικά, τα εξής: πρώτον, η διπλή προσέγγιση που θέλει να ακολουθήσει η Ευρωπαϊκή Ένωση σε σχέση με την Τουρκία – η προσέγγιση αυτή περιλαμβάνει μεν μια θετική ατζέντα που τίθεται, όμως, υπό προϋποθέσεις και όρους, που πρωτίστως εδράζονται στη βάση της υπόθεσης ότι η Τουρκία θα παραμείνει μετριοπαθής το επόμενο διάστημα και θα απέχει από ανανεωμένες προκλήσεις ή μονομερείς ενέργειες κατά παράβαση του διεθνούς δικαίου. Δεύτερον, η επιθυμία της Ένωσης, υπό την αίρεση των πιο πάνω, για τον εκσυγχρονισμό της τελωνειακής ένωσης με την Τουρκία, την κινητικότητα των ανθρώπων, την έναρξη διαλόγων υψηλού επίπεδου για θέματα αμοιβαίου ενδιαφέροντος, όπως η δημόσια υγεία, το κλίμα, η αντιτρομοκρατία και περιφερειακά ζητήματα, ως επίσης και μια νέα συμφωνία για το μεταναστευτικό. Τρίτον, σε άμεση συνάρτηση με τα πιο πάνω, η θετική ατζέντα θα υλοποιείται με τρόπο σταδιακό, αναλογικό και αναστρέψιμο – ιδιαίτερα σημαντική αναφορά που παραπέμπει μεν στην αναβολή επιβολής νέων κυρώσεων στην Τουρκία στο παρόν στάδιο αλλά στην συνεχή παρακολούθηση δε της στάσης της Τουρκίας σε ένα ευρύ φάσμα θεμάτων, συμπεριλαμβανομένης της στάσης της Τουρκίας σε σχέση με τα κυριαρχικά δικαιώματα της Ελλάδας και της Κύπρου και την στάση της στο Κυπριακό. Τέταρτον, γίνεται συγκεκριμένη αναφορά για το Κυπριακό, με το Ευρωπαϊκό Συμβούλιο να τονίζει την πλήρη δέσμευσή του για μια συνολική διευθέτηση του Κυπριακού στη βάση των σχετικών αποφάσεων του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ, ιδίως των Ψηφισμάτων 550, 789 και 1251. Πέμπτο, τονίζεται ο ρόλος της Ευρωπαϊκής Ένωσης σε σχέση με την διαδικασία για το Κυπριακό και ενόψει της άτυπης πενταμερούς της 27-29 Απριλίου 2021 – τονίζεται, επί τούτου, η συμμετοχή της Ένωσης ως παρατηρητή και ο ενεργός ρόλος στην στήριξη των διαπραγματεύσεων, μεταξύ άλλων διορίζοντας έναν εκπρόσωπο στην αποστολή καλών υπηρεσιών των Ηνωμένων Εθνών.
Αν και οι πιο επίσημες αποφάσεις της Ένωσης σε σχέση με τα ευρωτουρκικά παραπέμπονται στο Συμβούλιο του Ιουνίου του 2021, η κοινή δήλωση των 27 αντικατοπτρίζει το πνεύμα της έκθεσης Μπορέλ με την διττή του προσέγγιση. Τα διάφορα ορόσημα που τίθενται, συνδέονται απόλυτα με τις εξελίξεις στο Κυπριακό και ένα από τα πλέον σημαντικά σημεία είναι η άτυπης διάσκεψη για το Κυπριακό. Το μείζον ερώτημα που υποβάλλεται εύλογα είναι κατά πόσον η Τουρκία θα ανταποκριθεί σε σχέση με τα περιλαμβανόμενα στην κοινή δήλωση και τις προϋποθέσεις που τίθενται. Διάφοροι παράγοντες επενεργούν ως σημαντικές παράμετροι για την στάση της Τουρκίας: Πρώτον, κατά πόσον η Τουρκία θα συνεχίσει να επιμένει σε αυτά που δημόσια διακηρύττει σε σχέση με το Κυπριακό το τελευταίο χρονικό διάστημα και πρωτίστως την επιμονή της σε δυο κράτη στην Κύπρο. Όσον αφορά αυτό το ζήτημα, θα πρέπει να τονιστεί ότι η Ευρωπαϊκή Ένωση επουδενί δεν θα μπορούσε να αποδεχτεί την δημιουργία δυο κρατών στην Κύπρο. Αυτό αποτελεί αρχή που προσδιορίστηκε επακριβώς με το Πρωτόκολλο 10 της Συμφωνίας Προσχώρησης της Κυπριακής Δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Ένωση την 1η Μαϊου 2004 αλλά και στην αντιδήλωση της Ευρωπαϊκής Ένωσης της 21ης Σεπτεμβρίου 2005 με την οποία αντικρούονται οι τουρκικοί ισχυρισμοί ότι δεν αναγνωρίζει την Κυπριακή Δημοκρατία ως μέλους της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Δεύτερο, ποια θα είναι η δράση της Τουρκίας σε σχέση με ανοικτά περιφερειακά ζητήματα, όπως είναι η Λιβύη, η Συρία, ο Νότιος Καύκασος κ.ο.κ. – ζητήματα για τα οποία η Ευρωπαϊκή Ένωση έχει προφανώς μια διαφορετική προσέγγιση από αυτήν της Τουρκίας. Τρίτο, η στάση της Τουρκίας σε σχέση με το μεταναστευτικό, που αποτελεί ένα από τα ακανθώδη ζητήματα που απασχολούν την Ευρωπαϊκή Ένωση. Τέταρτο, η δυσχερέστατη κατάσταση της τουρκικής οικονομίας, ειδικά το αμέσως προηγούμενο χρονικό διάστημα και η εσωτερική πολιτική τάξη πραγμάτων της Τουρκίας, που προφανώς επηρεάζει την ευρύτερη πολιτική της Τουρκίας.
Στη βάση των πιο πάνω, θεωρείται κρίσιμο το αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα σε σχέση με την ευρωπαϊκή πορεία της Τουρκίας, η οποία στο τέλος της μέρας εξαρτάται από την στάση της ίδιας της Τουρκίας και στο κατά πόσον αυτή θα αρθεί στο ύψος των περιστάσεων και θα δείξει επιτέλους της πραγματικές της προθέσεις, που εάν δεν συνάδουν με τις προϋποθέσεις που τίθενται θα δημιουργήσουν σοβαρά προβλήματα στην ίδια την Τουρκία, ειδικά εάν η Ευρωπαϊκή Ένωση τηρήσει μια πραγματική στάση αρχών και αξιών έναντι των υποχρεώσεων της στα κράτη – μέλη της.
ΔΟ Δρ. Αντώνης Στ. Στυλιανού είναι Λέκτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent) και Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας