Εγκλήματα κατά της ζωής και μιντιακές απεικονίσεις: Η απεικόνιση της γυναίκας ανθρωποκτόνου στα ΜΜΕ Το θεμα της ημέρας

Η γυναίκα που προβαίνει στη διάπραξη εγκλημάτων κατά της ζωής βρίσκεται στο επίκεντρο του μιντιακού ενδιαφέροντος, δεδομένου ότι εγκλήματα που έχουν διαπραχθεί από γυναίκες, κυρίως υποθέσεις στις οποίες η γυναίκα έχει διαπράξει το έγκλημα της ανθρωποκτονίας και το ιδιώνυμο έγκλημα της παιδοκτονίας σύμφωνα με τον ΠΚ στη χώρα μας, ιεραρχούνται ψηλά στη δημοσιογραφική ατζέντα ως «newsworthy stories», όπως είναι ο αντίστοιχος όρος στην αγγλοσαξονική βιβλιογραφία. Αυτό σημαίνει ότι πρόκειται για ιστορίες που προβάλλονται εκτενώς από τα ΜΜΕ βάσει των χαρακτηριζόμενων «μιντιακών αξιών» (news media values), των κριτηρίων, δηλαδή, σύμφωνα με τα οποία θεωρείται από τους αρχισυντάκτες και τους ιδιοκτήτες των Μέσω ότι αυτές οι υποθέσεις θα προσελκύσουν το ενδιαφέρον του κοινού, ως εκ τούτου θα αυξηθεί η τηλεθέαση, η αναγνωσιμότητα, η ακροαματικότητα, τα «χτυπήματα» (clicks) στον σύγχρονο διαδικτυακό κόσμο. Οι «μιντιακές αξίες» δίνουν βαρύτητα, μεταξύ άλλων, στις έννοιες της «προσωποποίησης», της «δραματοποίησης», της «βίας ως θέαμα», της «διακινδύνευσης», των «συγκρουσιακών καταστάσεων», του «ερωτισμού», της «διέγερσης» (ηδονοβλεψία του απαγορευμένου»).

Το ερώτημα που θα μας απασχολήσει στο παρόν άρθρο είναι με ποιον τρόπο σκιαγραφείται το εγκληματικό προφίλ αυτών των γυναικών και σε ποια σημεία τα ΜΜΕ δείχνουν πρωτίστως το μεγαλύτερο ενδιαφέρον και γιατί. Για να δοθεί μια απάντηση στο παραπάνω ερώτημα παρουσιάζουμε μια σύνοψη από το σχετικό Κεφάλαιο του νέου βιβλίου της γράφουσας «Έγκλημα & Γυναίκα: Επιστημονικός Λόγος και Μιντιακές Απεικονίσεις για την Εγκληματικότητα και τη Θυματοποίηση Γυναικών», υπό τον τίτλο «Η Απεικόνιση της Γυναίκας Ανθρωποκτόνου στα ΜΜΕ» . Θα ξεκινήσουμε την ανάλυσή μας με ένα πρωταρχικής σημασίας σημείο το οποίο έχει αναδειχθεί και από την επιστημονική έρευνα και μελέτη σε διεθνές επίπεδο, σύμφωνα με το οποίο οι γυναίκες που διαπράττουν φόνο, αν και αριθμητικά είναι πολύ λιγότερες από τους άνδρες δράστες -όπως άλλωστε αποδεικνύεται από τις στατιστικές, αλλά και από τον αριθμό των έγκλειστων γυναικών διεθνώς- παρουσιάζονται με έναν πολύ σκληρό τρόπο από τα ΜΜΕ και μάλιστα μέσα από ένα πρίσμα που εμφανώς καταδεικνύει τον στερεοτυπικό τρόπο προσέγγισης της εγκληματικότητας γυναικών. Το ίδιο, παραδόξως, βλέπουμε να ισχύει ακόμα και για τη μιντιακή απεικόνιση της θυματοποίησης γυναικών, σε ορισμένες τουλάχιστον περιπτώσεις, αλλά αυτό ας αποτελέσει θέμα επόμενου άρθρου μας. Μια θετική, ωστόσο, αλλαγή που καταγράφεται τα τελευταία χρόνια και οφείλουμε να αναδείξουμε είναι η πιο ολοκληρωμένη, σε σχέση με παρελθούσες εποχές, προσέγγιση σε εγκλήματα ενδοοικογενειακής βίας. Χρειάζεται όμως ακόμα δουλειά για να ξεφύγει ο δημοσιογραφικός λόγος τελείως από επικίνδυνες στερεοτυπικές αντιλήψεις και εγκληματικούς μύθους κατά τη δημοσιογραφική κάλυψη υποθέσεων ενδοοικογενειακής βίας.

Όσον αφορά στη γυναίκα που διαπράττει εγκλήματα κατά της ζωής, βλέπουμε ότι απεικονίζεται από τα ΜΜΕ ως «παρέκκλιση της αληθινής γυναικείας φύσης». Η γυναίκα που εγκληματεί δεν μπορεί παρά να είναι, σύμφωνα με αυτήν τη στρεβλή λογική μέρους των ΜΜΕ, ένα «ανθρωπόμορφο τέρας», βάσει της στερεοτυπικής ερμηνείας ότι «το έγκλημα δεν ταιριάζει στη γυναικεία φύση». Συνεπώς, άκριτα, αβίαστα, χωρίς να γίνεται προσπάθεια να ερμηνευθούν τα γεγονότα σε συνάρτηση με άλλους κομβικούς παράγοντες εγκληματογένεσης και να εξεταστούν τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε υπόθεσης, η γυναίκα που συγκρούεται με τον ποινικό νόμο περιγράφεται, από ένα μέρος τουλάχιστον των Μέσων, σαν ένα «επικίνδυνο για το ευρύτερο κοινωνικό σύνολο τέρας». Όχι όμως κατ’ ανάγκην λόγω της ειδεχθούς φύσης της εγκληματικής πράξης που έχει διαπράξει, αλλά γιατί -μέσω της πράξης της- ανατρέπει τις στερεοτυπικές αντιλήψεις που «απαιτούν» από τη γυναίκα να έχει μια συγκεκριμένη συμπεριφορά και κάθε απόκλιση από αυτήν τη συμπεριφορά κρίνεται, εκ των προτέρων, ως αποτρόπαια. Στον αντίποδα, η ερμηνεία από τα Μέσα για τη γυναίκα που εγκληματεί, μπορεί να την περιγράφει ως «απελπισμένη» και «παρασυρμένη από τρίτα πρόσωπα», πάλι βασιζόμενη σε στερεοτυπικές αντιλήψεις που παρουσιάζουν τη γυναίκα ως «αδύναμη» και «άβουλη». Συνοπτικά, οι γυναίκες που έχουν εμπλοκή με τον ποινικό νόμο -και ειδικά που εμπλέκονται σε συγκεκριμένες μορφές εγκληματικότητας- έχουν απεικονιστεί σε υποθέσεις που έχουν απασχολήσει τα ΜΜΕ ως εξαιρετικά αποκλίνουσες (extra deviant), στη «λογική» ότι η βία που εκδηλώνουν έρχεται σε «σύγκρουση» με την αντίληψή μας για τις «καλές» γυναίκες που είναι συναισθηματικές, παθητικές και «συνεργάσιμες» σύζυγοι/σύντροφοι, που είναι μητέρες, που φροντίζουν τα παιδιά τους και την οικογένειά τους. Συνεπώς, μια γυναίκα που σκοτώνει «αμφισβητεί βαθιά τις κοινωνικές αντιλήψεις για τις γυναίκες και την ικανότητά τους να αναθρέψουν τους άλλους».

Ας εξετάσουμε όμως, ειδικότερα, τις μεγάλες κατηγορίες στις οποίες τα Μέσα διεθνώς εντάσσουν τη γυναίκα που έχει διαπράξει το έγκλημα της ανθρωποκτονίας. Κατά κύριο λόγο απεικονίζεται είτε ως «σατανική» και κακιά», είτε ως «τρελή» και «απελπισμένη», δηλαδή ως «bad», mad» και «sad» που είναι οι τρεις μεγάλες κατηγορίες στις οποίες, βάσει των ερευνητικών πορισμάτων, εντάσσεται η γυναίκα ανθρωποκτόνος κατά τις μιντιακές απεικονίσεις εγκλημάτων με δράστιδες γυναίκες. Ασφαλώς πρέπει να τονίσουμε στο σημείο αυτό ότι οι λεκτικές αναφορές από τα Μέσα σε «τρέλα» και σε «τρελές γυναίκες» είναι απολύτως στιγματιστικές όχι μόνο για τη γυναίκα αλλά και για όλους τους συνανθρώπους μας που αντιμετωπίζουν ζητήματα ψυχικής υγείας. Ως εκ τούτου, ζητάμε από τον δημοσιογραφικό κόσμο να μη χρησιμοποιεί -τους εν λόγω και παρεμφερείς- στιγματιστικούς όρους. Ακόμα και σε υποθέσεις υψηλού εγκληματολογικού ενδιαφέροντος, όπου αποδεδειγμένα υπάρχει ένα πρόβλημα ψυχικής υγείας, ο/η δημοσιογράφος οφείλει να χρησιμοποιεί την επιστημονικά τεκμηριωμένη ορολογία, ζητώντας τη συμβουλή και καθοδήγηση των ειδικών ψυχικής υγείας για τον τρόπο παρουσίασης του θέματος. Αναγκαίο, επίσης, ειδικά στο πλαίσιο της σύγχρονης εποχής να έχει ο δημοσιογραφικός κόσμος την απαιτούμενη κοινωνική ευαισθησία και να τηρεί τη δημοσιογραφική δεοντολογία όταν κάνει αναφορά σε τόσο σοβαρά ζητήματα που αφορούν στην ψυχική υγεία συνανθρώπων μας.

Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε σε μια ενδιαφέρουσα έρευνα των Patricia Easteal, Lorana Bartels, Noni Nelson, Kate Holland, υπό τον τίτλο «How are women who kill portrayed in newspaper media? Connections with social values and the legal system», η οποία εστιάζει στη σκιαγράφηση της γυναίκας ανθρωποκτόνου και στο εάν οι μιντιακές απεικονίσεις για τη γυναίκα ανθρωποκτόνο διαφοροποιούνται ανάλογα με τη σχέση της γυναίκας με το θύμα της: έναν βίαιο σύντροφο, ένα παιδί ή ένα μη μέλος της οικογένειας. Η συγκεκριμένη έρευνα βασίζεται σε επισκόπηση εκτενούς βιβλιογραφίας, με αντικείμενο διερεύνησης και ανάλυσής της έναν υψηλότατο αριθμό ρεπορτάζ για τη γυναίκα που διαπράττει φόνο. Αναλύει τις μιντιακές απεικονίσεις των γυναικών που διαπράττουν φόνο, αντλώντας στοιχεία από σχετικά ρεπορτάζ σε 6 διαφορετικές χώρες, ταξινομώντας τον μιντιακό λόγο σε 3 μεγάλες κατηγορίες:

  1. Αφηγήσεις για γυναίκες που δολοφονούν έναν (βίαιο) σύντροφο.
  2. Αφηγήσεις για γυναίκες που δολοφονούν το παιδί/τα παιδιά τους.
  3. Αφηγήσεις για γυναίκες που δολοφονούν ένα μη μέλος της οικογένειάς τους.

Τα συμπεράσματα στα οποία καταλήγει είναι τα εξής: η ανάλυση για τις γυναίκες που είχαν δολοφονήσει τον βίαιο σύντροφό τους έδειξε ότι οι κυρίαρχες αναπαραστάσεις στα Μέσα Ενημέρωσης τις απεικονίζουν ως μη έχουσες την άμεση ευθύνη για την εγκληματική πράξη. Έτσι, μια σχετική μελέτη για υποθέσεις που δημοσιεύθηκαν σε εφημερίδες των ΗΠΑ μεταξύ των ετών 2000 και 2003 κατέληξε στο ότι τα περισσότερα άρθρα θεωρούσαν τον δράστη άμεσα υπεύθυνο για τον θάνατο του θύματος (69 άτομα στα 70, ποσοστό δηλαδή 98,6%) όταν ο δράστης της ανθρωποκτονίας ήταν άνδρας παρά όταν η δράστιδα ήταν γυναίκα (13 στα 30 άτομα, 43,3%). Όσον αφορά σε γυναίκες που σκοτώνουν τα παιδιά τους, αποδείχθηκε ότι τα ΜΜΕ «έχουν διαδραματίσει καθοριστικό ρόλο στη διαιώνιση του μύθου ή της ‘ιερής αφήγησης’ της μητρικής τελειότητας». Οι γυναίκες, από την άλλη πλευρά, που σκοτώνουν κάποιο άτομο το οποίο δεν είναι μέλος της οικογένειάς τους συνήθως απεικονίζονται μιντιακά με ένα εξαιρετικά αρνητικό πρόσημο και συχνά μάλιστα δαιμονοποιούντα και παράλληλα αρρενοποιούνται (δηλαδή τους προσδίδονται αρσενικά χαρακτηριστικά, περιγράφονται ως αρσενικές σε εμφάνιση ή/και προσωπικότητα).

Είναι σκόπιμο να αναφέρουμε ότι η προαναφερθείσα έρευνα εντοπίζει ορισμένα κοινά θέματα με τις μεγάλες κατηγορίες των «bad», «mad», «sad», που όπως είδαμε επικρατούν κατά τη σκιαγράφηση από τα μίντια του εγκληματικού προφίλ γυναικών. Ένα ακόμα σημαντικό στοιχείο που αναδεικνύει είναι ότι υποβαθμίζονται από τα Μέσα, σε κάποιο τουλάχιστον βαθμό, σημαντικές πληροφορίες για τη γυναίκα που έχει διαπράξει φόνο οι οποίες όμως θα μπορούσαν να διαμορφώσουν με έναν διαφορετικό τρόπο τα συμφραζόμενα ή να δώσουν επαρκέστερες ερμηνείες για τις εγκληματικές ενέργειες των γυναικών τις οποίες περιγράφουν στα ρεπορτάζ τους. Επιπροσθέτως, εστιάζει στο ότι αρκετά δημοσιεύματα δίνουν μεγάλη βαρύτητα σε λεπτομέρειες σχετικά με την εμφάνιση και τη σεξουαλικότητα των γυναικών οι οποίες έχουν διαπράξει την εγκληματική πράξη. Πρωτίστως βλέπουμε ότι προβάλλονται εικόνες που προκαλούν εντύπωση (με θετικό αλλά και αρνητικό πρόσημο), όπως για παράδειγμα η πολύ ωραία εμφάνιση μιας γυναίκας δράστιδος που εύκολα προσελκύει τα βλέμματα ή, αντίθετα, εικόνες που κατά την άποψη των δημοσιογράφων αποκλίνουν από τη στερεοτυπική εικόνα για το γυναικείο φύλο και την εμφάνιση που μια γυναίκα «πρέπει» να έχει για να είναι κοινωνικά αποδεκτή. Αντίθετα, σοβαρά κοινωνικά ζητήματα που σχετίζονται με το εγκληματικό φαινόμενο και παράγοντες εγκληματογένεσης συχνά δεν περιλαμβάνονται στα ρεπορτάζ. Στο σημείο αυτό παρατηρούμε, για μια ακόμα φορά, ότι ο στερεοτυπικός τρόπος με τον οποίο μέχρι σήμερα προσεγγίζεται η γυναίκα στον δημόσιο λόγο «εγκλωβίζει» τη σκέψη μας σε κουτάκια, από τα οποία είναι σημαντικό να «απελευθερωθούμε» για να θέσουμε τα ζητήματα σε άλλες βάσεις και να δοθεί η βαρύτητα στην ουσία αυτών των υποθέσεων, δηλαδή στην αποτελεσματικότερη διαχείριση κοινωνικών ζητημάτων που έχουν άμεση συνάρτηση με το έγκλημα και το εγκληματικό φαινόμενο, όπως και στην ενίσχυση της πρόληψης και της έγκαιρης παρέμβασης, στην επέκταση της κοινωνικής μέριμνας και πρόνοιας για ευάλωτες ομάδες πληθυσμού και για συνανθρώπους μας εκτεθειμένους σε πολλαπλούς κινδύνους. Το θεμελιώδες συμπέρασμα στο οποίο καταλήγει η εν λόγω έρευνα είναι ότι οι μιντιακές απεικονίσεις μειώνουν τελικά την ικανότητά μας να κατανοούμε αυτά τα σοβαρά εγκλήματα με δράστιδες γυναίκες με τέτοιον τρόπο που θα μπορούσε ακόμα και να συμβάλλει στην πρόληψη ορισμένων εγκληματικών ενεργειών.

Συνοψίζοντας, ένα μέρος τουλάχιστον των ρεπορτάζ έχει καλλιεργήσει και διαιωνίσει για τη γυναίκα που εγκληματεί, ειδικά σε συγκεκριμένες κατηγορίες εγκλημάτων, την εικόνα ενός σχεδόν «ανθρωπόμορφου τέρατος». Μια εικόνα που λειτουργεί σε βάρος της ανάδειξης της ουσίας κάθε υπόθεσης. Είναι σαφές ότι η δημοσιογραφική κάλυψη εγκλημάτων κατά της ζωής με δράστιδες γυναίκες ενέχει σημαντικές δυσκολίες και απαιτεί επιστημονική γνώση για την ορθή παρουσίαση της ορολογίας, της νομοθεσίας αλλά και γενικότερα των σοβαρών πτυχών αυτών των υποθέσεων. Επομένως, όπως τονίζουμε, η εκπαίδευση και η διαρκής επιμόρφωση των αστυνομικών και δικαστικών συντακτών, ειδικά στο πλαίσιο της σημερινής εποχής με τα νέα δεδομένα, κρίνεται επιτακτική. Συνεχίζουμε, ασφαλώς, τη διερεύνηση.

Ολοκληρώνοντας, να σημειωθεί ότι η παρουσίαση του βιβλίου «Έγκλημα & Γυναίκα» έλαβε χώρα την Τρίτη 19 Σεπτεμβρίου 2023 στον ΙΑΝΟ της Αθήνας. Την εκδήλωση συντόνισε ο «πρύτανης» του αστυνομικού και δικαστικού ρεπορτάζ, όπως αποκαλείται από τον δημοσιογραφικό αλλά και επιστημονικό κόσμο ο πολύπειρος δημοσιογράφος, πρώην Πρόεδρος ΕΣΗΕΑ, Πάνος Σόμπολος, ενώ για το βιβλίο μίλησε ένα εκλεκτό πάνελ ομιλητών και ομιλητριών και πιο συγκεκριμένα οι:
Γιάννης Πανούσης, Ομ. Καθηγητής Εγκληματολογίας ΕΚΠΑ
Αναστασία Χαλκιά, Διδάκτωρ Εγκληματολογίας, Επιστημονική Συνεργάτιδα της Εθνικής Επιτροπής για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου
Ιωάννα Τσίγκανου, Διευθύντρια Ερευνών ΕΚΚΕ
Σπύρος Χαριτάτος, Δικηγόρος, Δημοσιογράφος, Διαμεσολαβητής ΥΔΔΑΔ
Φωτεινή Μηλιώνη, Διδάκτωρ Νομικής, Διευθύντρια ΝΠΙΔ ΕΠΑΝΟΔΟΣ
Λίνα Παπαδάκη, Δημοσιογράφος, Σύμβουλος Προέδρου της ΕΡΤ
Μπορείτε να παρακολουθήσετε τις ομιλίες στο link που ακολουθεί: «Έγκλημα & γυναίκα» | Αγγελική Καρδαρά | Εκδόσεις Παπαζήση | IANOS – YouTube

Θερμές ευχαριστίες και στον ιστότοπο propago.gr που φιλοξενεί την αρθρογραφία της γράφουσας και έχει στηρίξει επιστημονικές δράσεις του Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος οι οποίες παρουσιάζονται στο βιβλίο.

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας