«Φαινόμενα Ενδοοικογενειακής Βίας με θύματα Παιδιά στη Σύγχρονη Εποχή» – Συμμετοχή της Επιστημονικής μας Ομάδας στο Ετήσιο Συνέδριο του Ελληνικού Κολλεγίου Παιδιάτρων 

Το ετήσιο Συνέδριο του Ελληνικού Κολλεγίου Παιδιάτρων θα λάβει χώρα στις 04 – 05 Μαρτίου 2023 στην Αθήνα, στο Ξενοδοχείο Royal Olympic, με ένα πολύ ενδιαφέρον επιστημονικό πρόγραμμα για την παιδιατρική κοινότητα. Αποτελεί τιμή για την Επιστημονική μας Ομάδα[1] που δημιούργησε το εκπαιδευτικό πρόγραμμα «Εγκληματολογία: Προσέγγιση της Ενδοοικογενειακής Βίας», E-Learning ΕΚΠΑ,[2] η συμμετοχή στο εν λόγω Συνέδριο. 

Στο Στρογγυλό Τραπέζι που ξεκινά στις 10.30 το πρωί της Κυριακής 5 Μαρτίου 2023, με προεδρεύοντες τον κ. Γιάννη Πανούση, Ομότιμο Καθηγητή Εγκληματολογίας Ε.Κ.Π.Α. και την κ. Ιωάννα Παυλοπούλου, Καθηγήτρια Παιδιατρικής – Λοιμωξιολόγος, Τμήμα Νοσηλευτικής Ε.Κ.Π.Α., Γενικό Νοσοκομείο Παίδων «Π. & Α. ΚΥΡΙΑΚΟΥ», θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε καίριες πτυχές του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας με θύματα παιδιά. Το φαινόμενο θα προσεγγιστεί από την ποινική, εγκληματολογική, κοινωνιολογική, ψυχολογική οπτική και παράλληλα θα εξετάσουμε τις μιντιακές απεικονίσεις του, αναλύοντας μία συγκεκριμένη μελέτη περίπτωσης (case study).

10:30 – 12:00 Στρογγυλό Τραπέζι, με τίτλο «Φαινόμενα Ενδοοικογενειακής Βίας με θύματα Παιδιά στη Σύγχρονη Εποχή»


Προεδρείο: Ι. Πανούσης, Ι. Παυλοπούλου

Ομιλητής και Ομιλήτριες:
• Νομικές και εγκληματολογικές παρατηρήσεις
Δ. Χιόνης
• Κοινωνιολογική προσέγγιση και μιντιακές απεικονίσεις
Α. Καρδαρά
• Η ενδοοικογενειακή βία υπό το πρίσμα της
Δικαστικής Ψυχολογίας
Ε–Μ. Ιωαννίδου

Είναι σαφές ότι η ιατρική κοινότητα έχει τη δύναμη να διαδραματίσει έναν θετικό ρόλο ως προς την έγκαιρη παρέμβαση σε υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας. Ειδικά οι παιδίατροι, καθώς και κάποιες άλλες ειδικότητες ιατρών που έρχονται σε σταθερή επικοινωνία με μέλη της οικογένειας, κυρίως με τη μητέρα και τα παιδιά, είναι σημαντικό να προσεγγίζουν με κοινωνική ευαισθησία τους ασθενείς τους και με την κατάλληλη εκπαίδευση και επιμόρφωση  να αναγνωρίζουν σημάδια βίας και κακοποίησης. Θα επανέλθουμε ασφαλώς στο πολύ σοβαρό αυτό θέμα, με το πέρας του Συνεδρίου, ώστε να παρουσιάσουμε αναλυτικότερα τα σημεία στα οποία κρίνουμε αναγκαίο να εστιάσει η ιατρική κοινότητα ως προς τη νομική, εγκληματολογική, κοινωνιολογική και ψυχολογική προσέγγιση του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας με θύματα ανήλικα άτομα, αλλά και ως προς τον τρόπο με τον οποίο υποθέσεις ενδοοικογενειακής βίας με θύματα παιδιά απεικονίζονται μιντιακά, δεδομένου ότι σε κάποιες περιπτώσεις και οι ιατροί καλούνται από τα Μέσα να τοποθετηθούν δημόσια. 

Στο παρόν άρθρο εστιάζουμε στη σπουδαιότητα της ολιστικής προσέγγισης του φαινομένου της ενδοοικογενειακής βίας. Επικεντρώνοντας το ερευνητικό μας ενδιαφέρον στις γυναίκες και τα παιδιά, κρίνουμε αναγκαίο να αντιμετωπιστεί το φαινόμενο στη ρίζα του και για να επιτευχθεί αυτό πρέπει -μεταξύ άλλων στοιχείων- να εξετάσουμε τους παράγοντες που κρατούν ακόμα και για πολλά χρόνια σε κακοποιητικά περιβάλλοντα τις γυναίκες. Καλά σχεδιασμένες επιστημονικές δράσεις, καθώς και επιπρόσθετα μέτρα της Πολιτείας πρέπει να στοχεύσουν στον περιορισμό αυτών των δυσμενών παραγόντων και των ισχυρών, αρνητικών επιδράσεων που ασκούν στα θύματα ενδοοικογενειακής βίας αποδυναμώνοντάς τα και αποθαρρύνοντάς τα από το να απομακρυνθούν έγκαιρα από το περιβάλλον βίας και κακοποίησης.

Βάσει της έρευνάς μας στο Crime & Media Lab του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος[3], (βλ. και σχετικό άρθρο μας Φάκελος «Ενδοοικογενειακή βία»: Τα πρώτα σημάδια, η ανοχή και τα θανάσιμα ψέματα – propago.gr) καταλυτικός παράγων ο οποίος κρατά μία γυναίκα στο κακοποιητικό περιβάλλον είναι ο φόβος που αισθάνεται για την αντίδραση του δράστη, ο οποίος μπορεί να απειλεί τη σωματική της ακεραιότητα ή/και τη ζωή της, τη σχέση της με τα παιδιά, τη δουλειά της, να την απειλεί ότι θα την εξοντώσει οικονομικά, ότι θα την εξευτελίσει στον κοινωνικό και φιλικό της περίγυρο κλπ. Συνεπώς η Πολιτεία, με τις ενδεδειγμένες ενέργειές της, πρέπει να ενδυναμώσει τα θύματα ώστε να αντιμετωπίσουν τον φόβο τους, λαμβάνοντας παράλληλα τα κατάλληλα μέτρα προκειμένου οι δράστες ενδοοικογενειακής βίας να μη βρίσκουν το «κατάλληλο έδαφος» για να απειλούν και να τρομοκρατούν τις γυναίκες, ειδικά για τόσο «ευαίσθητα» θέματα, όπως είναι τα παιδιά της, η εργασία της, η σχέση της με τον κοινωνικό περίγυρο. Αυτό είναι ένα πολύ σοβαρό πεδίο στο οποίο πρέπει αναμφίβολα να δώσουμε πρωταρχική βαρύτητα, γιατί εάν στην πράξη δεν καταπολεμηθεί ο φόβος και δεν αισθανθεί η γυναίκα ασφαλής, πολύ δύσκολα θα απομακρυνθεί από το κακοποιητικό περιβάλλον προσπαθώντας να κάνει μία νέα αρχή στη ζωή της. 

Επίσης, ένας ισχυρός παράγων που δύναται να κρατήσει μία γυναίκα στο κακοποιητικό περιβάλλον είναι η πεποίθησή της ότι είναι καλύτερο για  τα παιδιά να μεγαλώσουν με τους δύο γονείς στο ίδιο σπίτι. Παράλληλα η έλλειψη εμπιστοσύνης στις δικές της δυνάμεις την κρατούν πίσω. Στο σημείο αυτό επομένως πρέπει να καταστεί κατανοητό ότι το να μεγαλώνει ένα παιδί σε ένα περιβάλλον με σοβαρότατες δυσλειτουργίες, εντάσεις και συγκρούσεις είναι πολύ πιο επιβαρυντικό για τα παιδιά και εν δυνάμει απειλητικό για τη σωματική και ψυχική τους υγεία. Αντίθετα το να επιτευχθεί μία ουσιαστική επαφή και επικοινωνία με τους δύο γονείς, ακόμα κι αν δεν μένουν στο ίδιο σπίτι, είναι πολύ πιο σημαντικό και αναγκαίο για το μέλλον και την εξελικτική πορεία των παιδιών και αυτό πρέπει να γίνει ξεκάθαρο και στη μητέρα και στον πατέρα. 

Βαρύτητα πρέπει όμως να δώσουμε, σε ερευνητικό επίπεδο, και σε έναν άλλο παράγοντα που είναι καίριας σημασίας και αφορά στα συναισθήματα της γυναίκας, τα οποία δεν πρέπει να αγνοήσουμε, γιατί το συναίσθημα διαδραματίζει έναν καθοριστικό ρόλο στις επιλογές μας. Η γυναίκα λοιπόν μπορεί να εξακολουθεί να έχει θετικά συναισθήματα, να αγαπάει τον δράστη και να ελπίζει ότι η κατάσταση θα αλλάξει, γιατί δεν πρέπει να μας διαφεύγει ότι οι δράστες ενδοοικογενειακής βίας συχνά εμφανίζονται με ένα «διπλό πρόσωπο» και εκτός από τις πολύ άσχημες στιγμές ενδέχεται να υπάρχουν και καλές στιγμές στη σχέση. Αυτές, οι έστω περιορισμένες καλές στιγμές, ωθούν τη γυναίκα στο να πιστέψει ότι ο σύζυγος/σύντροφος μπορεί να αλλάξει. Ωστόσο, η πραγματικότητα αποδεικνύεται πολύ διαφορετική και πολύ πιο σκληρή, γιατί η αλλαγή δεν μπορεί να συμβεί ως εκ θαύματος, εάν δεν λάβει το άτομο με κακοποιητικές συμπεριφορές ιατρική βοήθεια και δεν αναγνωρίσει το πρόβλημά του. 

Έτσι, διαπιστώνουμε ότι παρά τις υποσχέσεις που σε πολλές περιπτώσεις δίνουν οι δράστες, η κατάσταση επιδεινώνεται με την πάροδο του χρόνου. Μάλιστα σε περιπτώσεις που υπάρχει παράλληλα και κατάχρηση ουσιών ή/και αλκοόλ, η απάντηση της Πολιτείας πρέπει να είναι ολοκληρωμένη, με ενημέρωση για τα θεραπευτικά προγράμματα στα οποία μπορούν να απευθύνονται τα άτομα που χρειάζονται βοήθεια και βέβαια με άρτια στελέχωσή τους. Δηλαδή, η βαρύτητα της Πολιτείας πρέπει να δοθεί και σε επιστημονικά προγράμματα, λαμβάνοντας σοβαρά υπ’ όψιν ότι -δυστυχώς- δράστες και θύματα δύναται να συμβιώνουν πολλά χρόνια, μέχρι να αποφασίσει το θύμα να αποχωρήσει και, όπως διαπιστώνεται, σε υποθέσεις που απασχολούν τα ΜΜΕ τους τελευταίους μήνες η κατάληξη αυτών των κακοποιητικών σχέσεων μπορεί να είναι θανατηφόρα. Αυτό σημαίνει ότι η Πολιτεία, με τους αρμόδιους φορείς της, αλλά και τα μέλη της επιστημονικής κοινότητας που ασχολούνται με τα εν λόγω ζητήματα είναι σκόπιμο να αξιολογήσουν όλες αυτές τις πτυχές που αφορούν στις οικογένειες που βρίσκονται σε κίνδυνο εξαιτίας βίαιων και κακοποιητικών συμπεριφορών ενός ή περισσότερων μελών.  

Επιπροσθέτως, οι πιέσεις που δέχεται σε πολλές περιπτώσεις η γυναίκα από το ευρύτερο οικογενειακό της περιβάλλον συνιστούν έναν ακόμα επιβαρυντικό παράγοντα στο να μη φύγει από την κακοποιητική σχέση. Οι πιέσεις αυτές δυστυχώς σε αρκετές περιπτώσεις είναι πολύ ισχυρές και «εγκλωβίζουν» για χρόνια τη γυναίκα στη σχέση. Άξιο επισημάνσεως είναι ότι, πέρα από τις πιέσεις, μέλη του συγγενικού και φιλικού περιβάλλοντος ενδέχεται να της επιρρίπτουν ευθύνες για την κακοποιητική συμπεριφορά του συζύγου/συντρόφου, ότι δηλαδή εκείνη έχει μία συμπεριφορά που πυροδοτεί τη συμπεριφορά του δράστη! Αυτές οι επικίνδυνες πρακτικές του “victim blaming”, της επίρριψης ευθυνών στα θύματα εγκληματικών ενεργειών, έχουν υιοθετηθεί και σε ρεπορτάζ που σκιαγραφούν με μία «εξιδανίκευση» το προφίλ του δράστη, παρουσιάζοντάς τον σαν «καλό οικογενειάρχη» που προσπαθούσε για τη σχέση, χωρίς να φωτίζουν τις «σκοτεινές» και ύπουλες μορφές και εκφάνσεις των βίαιων συμπεριφορών. Άρα, εδώ προκύπτει ένα φλέγον ζήτημα που επίσης πρέπει να εξετάσει η Πολιτεία και αφορά στην επιτακτική ανάγκη να υπάρξει μία εκτεταμένη ενημέρωση σε ευρύτατα τμήματα πληθυσμού και ειδικά στην κλειστή τοπική κοινωνία για τον τρόπο με τον οποίο το συγγενικό και φιλικό περιβάλλον του θύματος οφείλει να δείχνει έμπρακτα την υποστήριξή του και να προστατεύσει -έγκαιρα και χωρίς χρονοτριβή- το θύμα ενδοοικογενειακής βίας που βρίσκεται σε κίνδυνο. 

Παράλληλη, η έλλειψη οικονομικών πόρων και η έλλειψη σταθερής εργασίας δύναται να αποθαρρύνουν τη γυναίκα από τη σημαντική απόφαση να απομακρυνθεί από την κακοποιητική σχέση. Καθίσταται επομένως απολύτως κατανοητό γιατί μία γυναίκα, χωρίς υποστηρικτικό περιβάλλον, χωρίς οικονομικούς πόρους, με έλλειψη εμπιστοσύνης στον εαυτό της και με συναισθήματα φόβου, ντροπής και αυτοενοχοποίησης να την κυριεύουν, δεν ενθαρρύνεται να εγκαταλείψει το κακοποιητικό περιβάλλον. Σε όλα αυτά τα ζητήματα η Πολιτεία πρέπει να εστιάσει το ενδιαφέρον της, ανταποκρινόμενη στις οικονομικές και επαγγελματικές ανάγκες της παθούσας, προκειμένου να την κατευθύνει και καθοδηγήσει ώστε να μπορέσει και οικονομικά και επαγγελματικά να αποκτήσει τη δική της ανεξαρτησία και να σταθεί στα πόδια της. Η συμβουλευτική και σε ψυχολογικό επίπεδο είναι αναμφίβολα απαραίτητη. 

Τέλος, οφείλουμε να αναδείξουμε έναν ακόμα κρίσιμο παράγοντα που αφορά στο ότι για αρκετές γυναίκες θύματα βίας αυτή είναι η «κανονικότητά» τους, αυτά είναι τα βιώματα που έχουν από το δικό οικογενειακό περιβάλλον, ζώντας από τα ευαίσθητα παιδικά τους χρόνια με έναν κακοποιητικό πατέρα και με μία μητέρα που υπέμενε για χρόνια τη βία και ως εκ τούτου αδυνατούν, ή καθυστερούν να αντιληφθούν ότι βιώνουν μία κακοποιητική κατάσταση και ότι χρειάζονται βοήθεια. Κατά συνέπεια το να πεις σε μία γυναίκα που δεν έχει συνειδητοποιήσει το μέγεθος του προβλήματος να φύγει από το κακοποιητικό περιβάλλον δεν είναι πάντα μία απλή υπόθεση, αλλά απαιτεί επένδυση στη δια βίου εκπαίδευση. Η εκπαίδευση είναι σημαντικό να ξεκινήσει από τα σχολεία μας, ώστε οι νέες τουλάχιστον γενιές να αποκτήσουν γνώση στα φλέγοντα ζητήματα βίας και κακοποίησης, για να μπορούν να αναγνωρίζουν έγκαιρα τα σημάδια βίας και κακοποιήσουν και να αντιδρούν σε αυτά. Απαραίτητη επίσης είναι η επιμόρφωση της εκπαιδευτικής και της ιατρικής κοινότητας και γενικότερα των επαγγελματιών που έρχονται σε επαφή και επικοινωνία με τα παιδιά, γιατί η δική της συμβολή στην έγκαιρη παρέμβαση κρίνεται καταλυτικής σημασίας.

Όπως τονίσθηκε στην έρευνά μας για την ενδοοικογενειακή βία, κομβικό σημείο που οδηγεί τις γυναίκες στην αναζήτηση βοήθεια είναι όταν εξαντλούνται συναισθηματικά, όταν πια κουράζονται να «αντέχουν» και φτάνουν στη συνειδητοποίηση ότι ο δράστης δεν θα αλλάξει. Επίσης τις κινητοποιεί όταν τα παιδιά τους είναι μάρτυρες αυτών των βίαιων περιστατικών και βλέπουν πως επηρεάζεται η ψυχική τους υγεία, ή όταν διαπιστώσουν ότι και η ζωή των παιδιών τους βρίσκεται σε άμεσο κίνδυνο. Συνεπώς, η αγωνία της μητέρας για τη σωματική και ψυχική υγεία των παιδιών της μπορεί να την οδηγήσει στην απόφαση να απομακρυνθεί από την κακοποιητική σχέση και αυτό είναι ένα πολύ σημαντικό σημείο, καθιστώντας επιτακτική την ανάγκη να δημιουργηθεί ένα προστατευτικό «δίχτυ» για τα παιδιά οικογενειών που βιώνουν στην καθημερινότητά τους τη βία και την κακοποίηση. 

Βάσει των προαναφερθέντων καταλήγουμε σε ορισμένες θεμελιώδεις διαπιστώσεις, μεταξύ των οποίων, η σπουδαιότητα της ευρύτερης αφύπνισης και ευαισθητοποίησης για το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας, η επένδυση στην παιδεία και την εκπαίδευση της νέας γενιάς, η ενημέρωση για επιστημονικά προγράμματα που απευθύνονται σε άτομα τα οποία συνειδητοποιούν το μέγεθος του προβλήματός τους και θέλουν να αλλάξουν τη συμπεριφορά τους. Σε αυτό το σημείο, είναι σημαντικό η οργανωμένη Πολιτεία να εστιάσει περισσότερο στις νεαρές ηλικίες, όπου τα περιθώρια παρέμβασης είναι μεγαλύτερα, προκειμένου οι νέοι που ξεκινούν τις συντροφικές τους σχέσεις να αντιμετωπίσουν έγκαιρα και ολοκληρωμένα τα όποια ζητήματα έχουν με τη μη διαχείριση θυμού, με υιοθέτηση επιθετικών και βίαιων συμπεριφορών και αυτό αποτελεί ένα πεδίο έρευνας -οι συντροφικές σχέσεις εφήβων και νεαρών ανηλίκων ατόμων- που κρίνουμε απαραίτητο να εξεταστεί σε μεγαλύτερο βάθος. 

Συνοψίζοντας, το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας έχει σύνθετες διαστάσεις και προεκτάσεις και ως εκ τούτου πρέπει να προσεγγιστεί ως ένα πολυσύνθετο φαινόμενο, στη ρίζα και στο βάθος του, με στόχο μας την πιο αποτελεσματική διαχείρισή του. Αυτό στην πράξη σημαίνει ότι είναι αναγκαίο να εξετάσουμε το πώς οι πολλές και διαφορετικές εκφάνσεις του θα αντιμετωπιστούν ολοκληρωμένα, πώς θα περιοριστούν στην πράξη οι παράγοντες που κρατούν τις γυναίκες στα κακοποιητικά περιβάλλοντα και θα ενδυναμωθούν οι γυναίκες, αλλά και πώς θα εκπαιδευτούν οι νέες γενιές ώστε να αναγνωρίζουν έγκαιρα τα προβλήματα και να μυηθούν σε πολύτιμες για τη ζωή τους έννοιες, όπως είναι ο σεβασμός στον Συνάνθρωπο. 

Σημείωση: Το επιστημονικό πρόγραμμα του Συνεδρίου του Ελληνικού Κολλεγίου Παιδιάτρων έχει μοριοδοτηθεί με δεκατέσσερα (14) Μόρια Συνεχιζόμενης Εκπαίδευσης από τον Πανελλήνιο Ιατρικό Σύλλογο (ΠΙΣ). Βλ. αναλυτικά όλο το πρόγραμμα του Συνεδρίου και το ευρετήριο Προέδρων και Ομιλητών/Ομιλητριών στο ακόλουθο link: https://www.events-free-spirit.gr/etisio-ekp-2023/programma

Περισσότερες πληροφορίες στην ιστοσελίδα του Συνεδρίου: https://www.events-free-spirit.gr/etisio-ekp-2023


[1] Συντελεστές Εκπαιδευτικού Προγράμματος «Εγκληματολογία: Προσέγγιση της Ενδοοικογενειακής Βίας»: Καρδαρά Αγγελική, Χιόνης Διονύσιος και Ιωαννίδου Ερατώ-Μαρία, με Ακαδημαϊκό Υπεύθυνο τον Ομότιμο Καθηγητής στις Εγκληματολογικές Επιστήμες Πανούση Ιωάννη.  

[2] Βλ. αναλυτικά: https://elearningekpa.gr/courses/egklimatologia-proseggisi-tis-endooikogeneiakis-bias

[3] Βλ. αναλυτικά όλη την έρευνα: Συζητώντας με τους ειδικούς για το φαινόμενο της ενδοοικογενειακής βίας στην Ελλάδα – KE.M.E. (e-keme.gr)

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας