Πολύνεκρες επιθέσεις σε εκπαιδευτικά ιδρύματα: Σκιαγραφώντας το εγκληματικό προφίλ των mass shooters
Ένα ακόμα, τρομακτικά βίαιο περιστατικό, πολύνεκρης επίθεσης σε σχολεία των ΗΠΑ, έλαβε χώρα στις 24-5-2022. 18χρόνος εισέβαλε σε Δημοτικό Σχολείο στο Τέξας, πυροβόλησε και σκότωσε 19 ανήλικους μαθητές, ηλικίας 7-11 ετών, καθώς και δύο μέλη του διδακτικού προσωπικού. Άλλα τρία άτομα νοσηλεύονται σε σοβαρή κατάσταση σε νοσοκομεία της περιοχής, σύμφωνα με τα ρεπορτάζ. Η νέα αυτή επίθεση, που ματώνει τις καρδιές μας με το μέγεθος της βιαιότητάς της, έφερε εκ νέου στο προσκήνιο πολύ σοβαρά ζητήματα που χρήζουν αποτελεσματικής αντιμετώπισης, προκειμένου να προστατευθούν ανθρώπινες ψυχές, ειδικά σε χώρους όπως τα σχολεία και τα Πανεπιστήμια, όπου μαθητές/φοιτητές και προσωπικό πρέπει να αισθάνονται -και να είναι- απολύτως ασφαλείς.
Οι πολλαπλές ανθρωποκτονίες, σαφώς, δεν αποτελούν ένα νέο φαινόμενο, αλλά όπως επισημαίνει ο Δικηγόρος, Δρ. Εγκληματολογίας Παναγιώτης Παπαϊωάννου[1], σε άρθρο του με τίτλο «Πολλαπλή ανθρωποκτονία σε δημόσιο χώρο» στην ηλεκτρονική περιοδική επιθεώρηση εγκληματολογίας και ποινικής δικαιοσύνης CRIMETIMES (τεύχος 1, Δεκέμβριος 2016) «Οι πολλαπλές ανθρωποκτονίες σε δημόσιο χώρο άρχισαν να τυποποιούνται στα μέσα της δεκαετίας του ’80, ιδίως μετά από ένα περιστατικό που κατά τραγική ειρωνεία έμεινε στην ιστορία ως η «Σφαγή στα McDonalds». O κατά συρροήν ανθρωποκτόνος των δεκαετιών του ’80 και του ’90, έχοντας πίσω του μια πορεία ζωής με βαθιά τραυματικά βιώματα, τα οποία κατά κανόνα θάλπονταν επί μακρόν από κοινωνικές συμβάσεις (και συνήθως από την ανάγκη του ίδιου του μετέπειτα δράστη να αποκτήσει μια «κανονική» κοινωνική ζωή), φερόταν συνήθως ωθούμενος στο πολυανθρωποκτόνο του ξέσπασμα από ιδεοληψίες, πολλές φορές «κοπιαρισμένες» από ειδησεογραφικούς κώδικες των Μ.Μ.Ε. της εποχής του. Επέλεγε συνήθως να αφήσει το φονικό του ξέσπασμα να “ενσκήψει” σε δημόσιoυς χώρους, εκεί όπου το έργο του γινόταν περισσότερο θανατηφόρο και –τούτο είναι κρίσιμο- δημόσια θεατό και αισθητό από κάθε άποψη: σε εστιατόρια, δημόσια κτίρια, κεντρικές οδούς, σχολεία. Πολυανθρωποκτόνα φαινόμενα τέτοιου τύπου, με κύρια γνωρίσματα τον «δημόσιο» χαρακτήρα του εγκλήματος, την επιλογή των θυμάτων μέσα από ένα πλέγμα ιδεοληψιών και εμμονών του δράστη και την εκτέλεση του χτυπήματος δίκην «στρατιωτικού τύπου» επιχείρησης, με τη χρήση συνήθως βαρέως οπλισμού, καταγράφονται στα εγκληματολογικά χρονικά από πολύ παλαιότερα.
Όμως σήμερα, τουλάχιστον στις Η.Π.Α. είναι ξεκάθαρο: Με βάση τα δεδομένα μεταξύ 2013 και 2016, 7 στα 10 πολυανθρωποκτόνα επεισόδια συμβαίνουν σε εκπαιδευτικά ιδρύματα (ιδίως σχολεία μέσης εκπαίδευσης) και σε εργασιακούς χώρους, ενώ από ποσοτική άποψη, τα επεισόδια με τέσσερις τουλάχιστον θανάτους έχουν τουλάχιστον στις Η.Π.Α. τετραπλασιαστεί από την δεκαετία του ’70. Παράλληλα, οι δυνατότητες που παρέχουν στον κάθε χρήστη τα δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, έχουν προ πολλού ξεπεράσει τη θεασιμότητα της ανθρωποκτόνου δράσης την οποία κάποτε καθόριζε η παραδοσιακή «κάμερα του δελτίου ειδήσεων». Τα πολυφονικά κτυπήματα βιντεοσκοπούνται από τους ίδιους τους δράστες και τους «ανεβαίνουν» σε real time από τους ίδιους ή παρευρισκομένους. Οι ίδιοι, δε, οι δράστες συχνά διαθέτουν προφίλ σε δίκτυα κοινωνικής δικτύωσης, με τις αναρτήσεις τους στα οποία έχουν τρόπον τινά «προειδοποιήσει» για το τι θα ακολουθήσει».
Όσον αφορά στο πιο κρίσιμο στοιχείο, τη δυνατότητα πρόληψης αυτών των επιθέσεων, ο Δρ. Παναγιώτης Παπαϊωάννου υπογραμμίζει στο προαναφερθέν άρθρο του: «Όσο και αν έννοιες όπως «πρόληψη» και «αντιμετώπιση» ηχούν απλοϊκοί, παραμένουν το διαχρονικώς ζητούμενο σε κοινωνίες που αισθάνονται διαρκώς και μεγαλύτερη ανασφάλεια. Κι ενώ η τεχνολογία, μονοδρομικά σχεδόν αξιοποιούμενη από την πολιτεία για την επίταση της επιτήρησης, αποδεδειγμένα δεν μειώνει τον φόβο για το έγκλημα, διερωτάται κανείς πώς μπορούν οι δυτικές κοινωνίες να αποφύγουν τέτοια «τυφλά», απρόβλεπτα πολύνεκρα «κτυπήματα». Από μια πρώτη άποψη, όταν ένας οπλισμένος δράστης ξεκινά να πυροβολεί ξαφνικά σε μια πλατεία, ένα σχολείο, ή ένα τουριστικό θέρετρο, μοιάζει πρακτικώς αδύνατο το σχέδιό του να αποτραπεί χωρίς κανένα θύμα. Όπως αποδεικνύουν τόσο τα πρόσφατα όσο και παλαιότερα τέτοια πολυφονικά συμβάντα ο δράστης έχει προεπιλέξει, συχνά μετά από έρευνα, τον τόπο τέλεσης, ακριβώς με κριτήριο την γεωγραφία του χώρου (το κατά πόσο «αόρατο» μπορεί να τον καταστήσει λ.χ. ένα εμπορικό κέντρο ή πολυκατάστημα κατά την προπαρασκευή του ξεσπάσματός του και, στη συνέχεια, το πόσο δύσκολα εντοπίσιμο σε σχέση με το πλήθος) και οπωσδήποτε την αδύναμη και πάντως όχι αισθητή παρουσία αστυνομικής δύναμης στον τόπο. Από πλευράς Αστυνομικών Αρχών και δυνάμεων καταστολής υπάρχουν συγκεκριμένες ασκήσεις και πλάνα δράσεως (λ.χ. η αποστολή εξειδικευμένου διαπραγματευτή σε περίπτωση ομηρείας), τα οποία αποσκοπούν στην εκκένωση της περιοχής, την έγκαιρη απομάκρυνση και περίθαλψη τραυματιών και τον εγκλωβισμό και εξουδετέρωση του δράστη, όμως ο συγχρονισμός με τις ανάγκες ενός κάθε φορά ιδιότυπου συμβάντος καθιστά την αντίδραση αρκετά καθυστερημένη».
Βλ. αναλυτικά όλο το άρθρο Πολλαπλή ανθρωποκτονία σε δημόσιο χώρο – Crime Times
Ξεκινώντας την ανάλυση, θα τονίσω ότι, όπως αποδεικνύεται, πολλές από αυτές τις πολύνεκρες επιθέσεις υποκινούνται από την εκδίκηση ή τον φθόνο του δράστη. Αυτός είναι ο λόγος για τον οποίο κατά κανόνα λαμβάνουν χώρα σε σχολεία ή σε χώρο εργασίας όπου οι πολυανθρωποκτόνοι αισθάνονται ότι έχουν βιώσει την απόρριψη. Επομένως, ο τόπος εγκληματικής τους δράσης (crime scene) λειτουργεί σε συμβολικό επίπεδο γι’ αυτούς. Επίσης, οι πολυανθρωποκτόνοι που δρουν στα σχολεία, είναι συχνά εκτεθειμένοι -κατά τη διάρκεια των παιδικών και εφηβικών χρόνων ζωής τους- σε παράγοντες υψηλού κινδύνου, οι οποίοι συνδέονται με την εγκληματικότητα: ιστορικό κακοποίησης, παραμέληση από τους γονείς, τάση πυρομανίας ή κακοποίησης ζωών (για την κακοποίηση ζώων αναφέρεται από ορισμένους ερευνητές ότι δεν απαντάται συχνά, αλλά όπου καταγράφεται είναι πολύ έντονη), σαδιστικές τάσεις, άκρατος εγωισμός και έλλειψη συμπόνιας για τους άλλους.
Σκιαγραφώντας το προφίλ των mass shooters στα αμερικανικά σχολεία, οι διεθνείς αναλυτές καταλήγουν σε πολύ σημαντικές διαπιστώσεις, τις οποίες αξίζει να αναλύσουμε περαιτέρω:
- Είναι νεαροί άνδρες (ένα ηλικιακό φάσμα που θα μπορούσαμε να δώσουμε είναι ότι πρόκειται για νεαρούς μεταξύ 16 και 25 ετών) και στη συντριπτική τους πλειοψηφία φοιτούν ή έχουν υπάρξει (λίγο πριν από την εγκληματική τους δράση ή παλαιότερα) μαθητές του συγκεκριμένου σχολείου στο οποίο επιτίθενται.
- Τα δύο κύρια στοιχεία που διέπουν τη συμπεριφορά τους και κατ’ επέκταση τη δράση τους είναι ο θυμός και η εκδίκηση που θέλουν να λάβουν. Αυτά τα στοιχεία είναι πολύ έντονα κατά το πέρασμα στην πράξη, στις επιθέσεις δηλαδή στις οποίες προβαίνουν στον χώρο του σχολείου.
- Ένας σημαντικός αριθμός των school shooters (75% σύμφωνα με έρευνες) έχουν αισθανθεί ότι αποτελούν θύματα σχολικού εκφοβισμού ή παρενοχλήσεων από τους συμμαθητές τους. Στο σημείο αυτό όμως κρίνω σκόπιμο να τονισθεί ότι μπορεί και οι ίδιοι να μην επιθυμούν να ενταχθούν σε παρέες ομηλίκων τους και να εκδηλώνουν μια απόμακρη και απότομη, ακόμα και βίαιη συμπεριφορά απέναντι σε συμμαθητές και εκπαιδευτικούς. Συνεπώς, θεωρώ ότι σε αυτές τις περιπτώσεις οι επιθέσεις δεν είναι άμεση συνέπεια του bullying που οι ίδιοι έχουν υποστεί από συμμαθητές τους, αλλά τα αίτια είναι βαθύτερα και πρέπει να εξετάζονται, ώστε να ληφθούν τα κατάλληλα μέτρα πρόληψης. Ωστόσο, αυτό σε καμία περίπτωση δεν συνεπάγεται ότι οι εκφοβιστικές συμπεριφορές δεν πρέπει να εξαλειφθούν, ειδικά σε χώρους όπως είναι τα εκπαιδευτικά ιδρύματα, όπου ο μαθητικός και φοιτητικός πληθυσμός πρέπει να αισθάνεται προστατευμένος και να νιώθει ότι ανήκει στο εκπαιδευτικό περιβάλλον. Οι εκφοβιστικές πρακτικές, από όπου κι αν προέρχονται και οπουδήποτε κι αν στοχεύουν, είναι απολύτως καταδικαστέες και επιτέλους πρέπει τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα να αξιολογήσουν τους παράγοντες που οδηγούν στην αύξηση των επιθετικών και βίαιων συμπεριφορών, με ανεξέλεγκτες κάποιες φορές επιπτώσεις, και να επιχειρήσουν με δυναμικό τρόπο τον περιορισμό τους.
- Επιπροσθέτως, σε ορισμένες περιπτώσεις οι δράστες υποστηρίζουν ότι έχουν αντιμετωπιστεί με δυσμένεια από τους καθηγητές τους. Άλλο ένα φλέγον ζήτημα που χρήζει αντιμετώπισης, δεδομένου ότι οι σχέσεις μεταξύ εκπαιδευτικών-μαθητών πρέπει να ενισχυθούν και να βελτιωθούν. Οι εκπαιδευτικοί στα σύγχρονα σχολικά περιβάλλοντα είναι αναγκαίο να οικοδομήσουν μία ουσιαστική επικοινωνία με όλους ανεξαιρέτως τους μαθητές και τις μαθήτριες. Είναι ευρέως γνωστό ότι ένας αριθμός μαθητών/μαθητριών εκδηλώνουν μια επιθετική συμπεριφορά, ή/και στάση αδιαφορίας απέναντι σε συμμαθητές και εκπαιδευτικούς. Ωστόσο, και αυτοί οι μαθητές έχουν θέση στο σχολείο και πρέπει με τις κατάλληλες δράσεις (πιο εξειδικευμένες -όπου απαιτούνται- και άρτια οργανωμένες) από την πλευρά αρμόδιων φορέων, σε συνεργασία με την εκπαιδευτική κοινότητα, να επιτευχθεί η πλήρης και ουσιαστική ένταξη όλων των μαθητών στο σχολικό περιβάλλον και ταυτόχρονα να διασφαλιστεί η εύρυθμη λειτουργία κάθε σχολείου. Σε διαφορετική περίπτωση η κατάσταση μπορεί να βγει εκτός ελέγχου, καθώς η απόσυρση από τα εκπαιδευτικά δρώμενα -οι αδικαιολόγητες απουσίες, ή/και η πρώιμη εγκατάλειψη των σχολικών σπουδών- εκθέτουν τον ανήλικο σε σοβαρούς κινδύνους. Ένας έφηβος ο οποίος, προτού προλάβει να διαμορφώσει μία ολοκληρωμένη προσωπικότητα, να αποκτήσει δεξιότητες και σημαντικά εφόδια για το μέλλον, εγκαταλείπει το σχολείο, επιλέγοντας σε πολλές περιπτώσεις τους δρόμους της παρανομίας (όπως αποδεικνύει η σκιαγράφηση των ανήλικων παραβατών και στη χώρα μας) δύναται να έρθει αντιμέτωπος με καταστάσεις επικίνδυνες και ακραίες. Το σχολείο όμως είναι -ή τουλάχιστον θα έπρεπε να είναι- ο χώρος που διαδραματίζει έναν θετικό ρόλο στη ζωή και στη μελλοντική πορεία των εφήβων. Ως εκ τούτου δεν θα έπρεπε να αποκλείονται και να περιθωριοποιούνται έφηβοι, ούτε με άμεσο αλλά ούτε και με έμμεσους τρόπους (βιώνοντας διαρκώς τη χαρακτηριζόμενη «σχολική αποτυχία» και με τη διαρκή ματαίωση των προσδοκιών τους). Σε μια εποχή ισχυρών κλυδωνισμών, αναμένουμε το σχολείο να γίνει μια «αγκαλιά» για όλα τα παιδιά, γιατί αυτός είναι ο ρόλος του -να αγκαλιάσει τα παιδιά μας και να τα βοηθήσει να πιστέψουν στον εαυτό τους και τις δυνάμεις τους, παρέχοντάς τους απαραίτητα εφόδια για να αναδείξουν τη μοναδικότητά τους και για να αντιμετωπίσουν αποτελεσματικά τις προκλήσεις του μέλλοντος και της δύσκολης καθημερινότητας.
- Ένα ακόμα, πολύ σημαντικό στοιχείο που συνθέτει το προφίλ των δραστών είναι ότι συνήθως πρόκειται για απομονωμένα άτομα που δεν έχουν φίλους ή έχουν ελάχιστους φίλους και γενικότερα αποφεύγουν τις κοινωνικές συναναστροφές. Στο σημείο αυτό θα πρέπει να υπάρξει η αντίστοιχη πρόβλεψη από την Πολιτεία και από τα σχολικά περιβάλλοντα της σύγχρονης εποχής, ώστε να βοηθηθούν και να υποστηριχθούν περισσότερο οι έφηβοι εκείνοι που για μια σειρά λόγων αδυνατούν να ενταχθούν στις παρέες των ομηλίκων τους, με αποτέλεσμα να επιδεινώνονται τα ήδη σοβαρά ζητήματα που αντιμετωπίζουν.
- Όπως επίσης διαπιστώνεται, οι δράστες αυτών των επιθέσεων προέρχονται από οικογένειες με σοβαρές δυσλειτουργίες, ορατές αλλά και μη ορατές (παρόντες-απόντες γονείς), ή δεν έχουν καθόλου επιτήρηση/ έλεγχο από κάποιο ενήλικο άτομο. Συνεπώς, η ανάγκη για επέκταση της μέριμνας και κοινωνικής πρόνοιας είναι μεγάλη, καθώς και η στήριξη αυτών των παιδιών σε πολλαπλά επίπεδα (κοινωνική, οικονομική, ψυχολογική, ψυχιατρική όπου χρειάζεται, συναισθηματική στήριξη κλπ.).
- Θεμελιώδες στοιχείο της σκιαγράφησης του ψυχο-εγκληματικού προφίλ τους είναι ότι δείχνουν μια πλήρη απαξίωση για την ανθρώπινη ζωή. Απέναντι στους άλλους εμφανίζουν συναισθηματική απάθεια (nonempathicmurderers), δηλαδή πρόκειται για άτομα που δεν έχουν την ικανότητα να τοποθετηθούν στη θέση του άλλου και αυτό το στοιχείο «ερμηνεύει» τη βιαιότητα της πράξης τους και την ψυχραιμία που επιδεικνύουν κατά τις εκτελέσεις συμμαθητών τους, ή άλλων παιδιών και εκπαιδευτικών.
- Όσον αφορά στον τρόπο εγκληματικής τους δράσης, η εξέταση του οποίου φωτίζει και αρκετά σημεία που συνθέτουν τη χαρακτηριζόμενη στην εγκληματολογική έρευνα «Υπογραφή» τους, είναι ότι σπάνια οι δράστες αυτών των επιθέσεων στοχεύουν σε συγκεκριμένα άτομα. Αντίθετα, σκοτώνουν αδιακρίτως, με σκοπό να προκαλέσουν το μεγαλύτερο κακό. Επιθυμία και στόχος τους, συνεπώς, είναι να σκοτώσουν όσα περισσότερα άτομα μπορούν, εκδηλώνοντας με αυτό τον τρόπο την εκδικητική μανία τους στο μέγιστο βαθμό. Στο σημείο αυτό θα προβώ σε έναν συσχετισμό με τους «ιδεοληπτικούς ανθρωποκτόνους»[2] που στοχεύουν όχι σε ένα συγκεκριμένο θύμα αλλά σε μία ομάδα ανθρώπων (όπως ενδεικτικά αναφέρω: μετανάστες, ομοφυλόφιλους, εκδιδόμενες γυναίκες κλπ.), υποκινούμενοι από τη διαστρεβλωμένη κοσμοθεωρία τους που καταλήγει να γίνει γι’ αυτούς «εμμονική ιδέα», με συνέπεια να μην μπορούν να «απαλλαγούν» από αυτήν μέχρι να οδηγηθούν στη διάπραξη του εγκλήματος.
- Τέλος, οφείλουμε να αναδείξουμε μια εξαιρετικά κρίσιμης σημασίας διάσταση, το ότι στη σύγχρονη εποχή της τεχνολογίας οι mass shooters χρησιμοποιούν εκτενώς τα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, προτού περάσουν στην εγκληματική τους δράση, προχωρώντας σε αναρτήσεις στις οποίες εκφράζουν τα συναισθήματα οργής, τις εκδικητικές τους τάσεις και συχνά μάλιστα προειδοποιούν για το «μακελειό» που πρόκειται να προκαλέσουν. Επομένως, τέτοιου είδους αναρτήσεις πρέπει έγκαιρα να αξιολογούνται και σε αυτό το σημείο τα social mediaμπορούν να χρησιμοποιηθούν ως ένα πολύτιμο μέσο πρόληψης εγκληματικών ενεργειών, στο μέτρο ασφαλώς του εφικτού.
Πολύ σημαντικός όμως και ο ρόλος των ΜΜΕ. Ειδικότερα, ως προς τον τρόπο κάλυψης τόσο σοβαρών υποθέσεων από τα Μέσα ενδέχεται, σύμφωνα με τους αναλυτές, να οδηγήσει σε πράξεις μιμητισμού άτομα που ήδη αισθάνονται θυμό, ματαίωση των προσδοκιών τους και γενικότερα βιώνουν αρνητικά και επώδυνα συναισθήματα απόρριψης (copycatkillings). Βασιζόμενη στο τελευταίο πόρισμα, θα ήθελα να επισημάνω ότι μεγάλη έμφαση έχει δοθεί στην έννοια των «copycat killings», δηλαδή των εγκληματικών πράξεων που διαπράττονται από μιμητισμό, με τους δράστες να αντιγράφουν από τα ΜΜΕ τον τρόπο εγκληματικής δράσης (modus operandi) άλλων mass shooters και να επιδιώκουν να αποκτήσουν «φήμη» από τα Μέσα που θα προβάλουν την (εγκληματική) ιστορία τους.
Προκειμένου να αποφευχθεί το παραπάνω πολύ σοβαρό φαινόμενο, ο δημοσιογραφικός κόσμος πρέπει να είναι κατάλληλα εκπαιδευμένος για την προσέγγιση και παρουσίαση σε ένα ευρύ κοινό αυτών των υποθέσεων. Οι ειδικοί, σε διεθνές επίπεδο, δίνουν ορισμένες κατευθυντήριες γραμμές στα ΜΜΕ, όπως το να μη δημοσιεύουν λεπτομέρειες που αφορούν τον ακριβή τρόπο διάπραξης του εγκλήματος, να μη δίνουν ακριβή στοιχεία για το όπλο που χρησιμοποιήθηκε, ούτε να δημοσιεύουν τις ανθρώπινες ιστορίες του δράματος. Επίσης, οι ειδικοί συμβουλεύουν τους δημοσιογράφους να μην αποκαλύπτουν αμέσως το όνομα του mass shooter και γενικότερα να μη δίνουν όλα τα στοιχεία στη δημοσιότητα αμέσως, ώστε να μειώνεται το μέγεθος των επιδράσεων. Ασφαλώς, με την έκρηξη των μέσων κοινωνικής δικτύωσης, θεωρώ δύσκολα εφαρμόσιμα τα παραπάνω και γι’ αυτό πρέπει να δοθεί βαρύτητα σε άλλες λύσεις, όπως η έγκαιρη παρέμβαση σε περιπτώσεις μαθητών που εκδηλώνουν αυτές τις συμπεριφορές, μέσω συμβουλευτικής και ψυχολογικής υποστήριξης. Σε κάθε περίπτωση, το φαινόμενο στις ΗΠΑ είναι πολύ σοβαρό και δυστυχώς εξαιτίας της εκτεταμένης οπλοκατοχής είναι δύσκολο να εξαλειφθεί. Στη χώρα μας δεν υπάρχει η «κουλτούρα των όπλων» και αυτό είναι πολύ σημαντικό. Πρέπει να ενισχυθούν όμως περισσότερο η συνεργασία και η εποικοδομητική επικοινωνία μεταξύ μαθητών, μαθητών-εκπαιδευτικών.
Ολοκληρώνοντας το παρόν άρθρο, θα τονίσω ότι στη σημερινή εποχή των αλλαγών και προκλήσεων, με τις σοβαρές ποιοτικές τουλάχιστον αλλαγές που καταγράφονται στο έγκλημα και το εγκληματικό φαινόμενο, είναι αναγκαίο να εστιάσει η Πολιτεία μας στο σύγχρονο σχολείο και σε όλες τις απαραίτητες δράσεις που κρίνεται σκόπιμο να υλοποιηθούν, όπως ενδεικτικά αναφέρω: ένταξη στο ημερήσιο εκπαιδευτικό πρόγραμμα περισσότερων δημιουργικών δράσεων, αλλά και εφαρμογή καινοτόμων μεθόδων διδασκαλίας, βιωματικών και εποικοδομητικών ώστε ο μαθητικός πληθυσμός να έρθει πιο κοντά στη φύση, αλλά και στον συνάνθρωπο, καθώς επίσης αύξηση των επισκέψεων σε θέατρα, μουσεία, κινηματογράφους, προκειμένου τα παιδιά να έχουν πολλές και αξιόλογες «παραστάσεις ζωής», επέκταση των συζητήσεων εκπαιδευτικών και επιστημονικών φορέων με τη μαθητική κοινότητα για ζητήματα που την απασχολούν και την προβληματίζουν, ιδίως στην περίοδο της εφηβείας. Να εκδηλωθεί από την Πολιτεία ένα ουσιαστικό ενδιαφέρον για τον μαθητικό πληθυσμό και να διευρυνθεί η μέριμνα για τη νεολαία, προκειμένου να ενισχυθεί όλη η μαθητική κοινότητα και να περιορισθεί το αίσθημα της «σχολικής αποτυχίας» και του «σχολικού άγχους». Να ξεφύγει ο μαθητής από το άγχος για το εάν έγραψε σε μια εξέταση «20» ή «15» ή «9», αλλά αυτοί οι ξεροί κατά τα άλλα αριθμοί να μετουσιωθούν σε «δίψα» για γνώση και για απόκτηση απτών/χειροπιαστών εφοδίων για το μέλλον της νέας γενιάς.
Να υπενθυμίσουμε ότι το 2009 μία, ευτυχώς μεμονωμένη αλλά πολύ σοβαρή υπόθεση επίθεσης σε σχολείο, απασχόλησε και τη χώρα μας, όταν δεκαεννιάχρονος εισέβαλε ένοπλος στη Σχολή του και αφού πυροβόλησε συμμαθητή και δύο περαστικούς αυτοχειριάστηκε. Η σκιαγράφηση του προφίλ του φέρει αρκετά από τα αναλυθέντα στο παρόν άρθρο στοιχεία. Βλ. ενδεικτικά ά Ο εφιάλτης στην πόρτα μας, σε σχολή ΟΑΕΔ | Η ΚΑΘΗΜΕΡΙΝΗ (kathimerini.gr)
Όπως άλλωστε διαπιστώνεται η βία μπαίνει στα σχολεία μας, έχουν καταγραφεί και από τα ΜΜΕ πολύ σοβαρά επεισόδια εκφοβιστικών πρακτικών τόσο μεταξύ μαθητών όσο και μεταξύ μαθητών-εκπαιδευτικών και εκπαιδευτικών-μαθητών. Παράλληλα, η επιθετική συμπεριφορά και η βία των νέων, οργανωμένων σε ομάδες, τόσο εναντίον προσώπων όσο και θεσμών, είναι στοιχεία που προβληματίζουν εντόνως και απασχολούν την επιστημονική κοινότητα. Επομένως περισσότερο από ποτέ σήμερα το Υπουργείο Παιδείας πρέπει να λάβει σοβαρά υπ’ όψιν του τις προεκτάσεις αυτών των καίριων ζητημάτων και να πάρει μέτρα ενισχύοντας τη θετική δράση στα σχολεία (με πολλούς τρόπους και μέσα) και δίνοντας βαρύτητα στην αλληλεγγύη και στην εποικοδομητική συνεργασία μεταξύ μαθητών, εξαλείφοντας τις «ευκαιρίες» για εκδήλωση επιθετικών και βίαιων συμπεριφορών στον χώρο το σχολείου. Οφείλουμε, ως ενεργά μέλη αυτής της κοινωνίας, να διεκδικήσουμε τα σχολεία που αξίζουν στα παιδιά μας. Σχολεία δημιουργικά, απολύτως ασφαλή, όπου οι μαθητές και οι μαθήτριες θα αισθάνονται όμορφα και θα τους παρέχονται οι πολύτιμες ευκαιρίες να αναπτύξουν τις δημιουργικές πλευρές της προσωπικότητάς τους, ανοίγοντας τα φτερά τους για την κατάκτηση των ονείρων και την επίτευξη των στόχων τους, στο μέλλον.
Πιο αναλυτικά για τους mass shooters, τη σκιαγράφηση του ψυχο-εγκληματικού προφίλ τους, ανάλυση μελέτης περίπτωσης και προτεινόμενη ξενόγλωσση αρθρογραφία, στο βιβλίο της γράφουσας: «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» (2021). Προλογικό Σημείωμα: Καθηγητής Νέστωρ Κουράκης, Επίμετρο: Δικηγόρος Παρ’ Αρείω Πάγω Διονύσης Χιόνης. Αθήνα: Παπαζήση, σσ. 425-430.
Η Αγγελική Καρδαρά είναι Διδάκτωρ Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογος, Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.) & Επιστημονικά Υπεύθυνη του «Crime & Media Lab» ΚΕ.Μ.Ε, Συγγραφέας-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια E–Learning ΕΚΠΑ
[1] Επίσης, για το θέμα των ανθρωποκτόνων, βλ. Παπαϊωάννου, Π. (2013) ΑΝΘΡΩΠΟΚΤΟΝΟΙ ΚΑΤ’ ΕΞΑΚΟΛΟΥΘΗΣΗ ΚΑΙ ΚΑΤΑ ΣΥΡΡΟΗ: Serial Killers, Mass Murderers: Το ελληνικό παράδειγμα. Αθήνα: Νομική Βιβλιοθήκη.
[2] Για την έννοια των ιδεοληψιών και του «ιδεοληπτικού εγκληματία» βλ. σχετικά Καρδαρά, Α. (2017) Εγχειρίδιο Εγκληματολογίας για τον Αστυνομικό και Δικαστικό Συντάκτη. Αθήνα: Παπαζήση, σσ. 125-134.