Το «σκοτεινό» έγκλημα του βιασμού και η σπουδαιότητα του να «σπάσει» η σιωπή έχει αποτελέσει αντικείμενο διερεύνησης και ανάλυσής μας στο πλαίσιο της αρθρογραφίας (βλ. ενδεικτικά: Το «σκοτεινό» έγκλημα του βιασμού και η σπουδαιότητα του να «σπάσει» η σιωπή – propago.gr & Βιασμός: Τι λέει ο νόμος, τι σκέπτεται η κοινωνία και η “κλειδαρότρυπα” των ΜΜΕ – propago.gr). Στο παρόν άρθρο θα αναφερθούμε στις μιντιακές απεικονίσεις εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας, με θύματα γυναίκες, καθώς και στον αντίκτυπο που δύναται να έχουν οι εν λόγω απεικονίσεις στις παθούσες και στην προσπάθειά τους να επουλώσουν τα επώδυνα ψυχικά τραύματά τους, δεδομένου ότι πρόκειται για ειδεχθή εγκλήματα σε βάρος του ατόμου που θυματοποιείται.
Θα ξεκινήσουμε με την επισήμανση ότι οι μιντιακές απεικονίσεις της γυναίκας θύματος, όπως αποδεικνύεται από την έρευνα σε διεθνές επίπεδο, σε αρκετές περιπτώσεις αναπαράγουν κοινωνικά στερεότυπα και εγκληματικούς μύθους για το γυναικείο φύλο. Αξιοσημείωτο είναι, για παράδειγμα, ότι το έγκλημα του βιασμού αποτελεί, όπως εύστοχα έχει ειπωθεί, «τη μοναδική μορφή εγκληματικότητας που το θύμα στιγματίζεται πολύ περισσότερο από τον δράστη» ενώ χαρακτηρίζεται «αφανές/σκοτεινό» έγκλημα καθώς έχει αποδειχθεί ότι ένας μικρός αριθμός των διαπραττόμενων κάθε χρόνο βιασμών καταγγέλλεται στις αρχές[1], με τον φόβο και την ντροπή των θυμάτων να αποτελούν ανασταλτικούς παράγοντες στο να προχωρήσει το θύμα στην καταγγελία. Συνεπώς, για να αλλάξει η επικρατούσα κατάσταση είναι απαραίτητο να αλλάξουν και οι κοινωνικές αντιλήψεις για το θέμα και τα ΜΜΕ μπορούν να συμβάλλουν προς την κατεύθυνση αυτή με θετικό πρόσημο, εφόσον καταδείξουν τον αρνητικό ρόλο των στερεοτύπων και ενημερώσουν το ευρύ κοινό με τρόπο ολοκληρωμένο και σε βάθος για αυτήν την πολύ επικίνδυνης μορφής εγκληματικότητα.
Η διεθνής έρευνα φέρνει στο φως σημαντικά στοιχεία για τον τρόπο μιντιακής προσέγγισης της γυναίκας θύματος εγκλημάτων βίας (violent crimes). Τα εγκλήματα κατά της γενετήσιας ελευθερίας, όπως ορίζονται στον Ποινικό Κώδικα στη χώρα μας, με θύματα πρωτίστως γυναίκες και παιδιά, απασχολούν συχνά -και με εκτενή ρεπορτάζ- τα Μέσα. Ο τρόπος όμως μιντιακής προσέγγισης, διαπιστώνεται, ότι εξακολουθεί να γίνεται (σε ορισμένες τουλάχιστον υποθέσεις) με έναν στερεοτυπικό τρόπο, με εστίαση στους δράστες και στις «συνταρακτικές» αλλαγές στη δική τους ζωή τους ύστερα από τις καταγγελίες, παρά στο τραύμα του βιασμού για την παθούσα, η οποία καλείται να αντιμετωπίσει τις δυσμενέστατες επιπτώσεις ενός τόσο βίαιου εγκλήματος σε σώμα και κυρίως στην ψυχή της. Η παραπάνω διαπίστωση αποτελεί μάλιστα ένα από τα θεμελιώδη συμπεράσματα της Lisa Cuclanz, η οποία μελετά τρεις δεκαετίες, μέσα από τις έρευνές της, τις αναπαραστάσεις της έμφυλης βίας στα Μέσα Ενημέρωσης. Στο πρόσφατο άρθρο της υπό τον τίτλο «Representations of Gendered Violence in Mainstream Media / Représentations des violences de genre dans les médias», που βασίζεται σε αυτή την εκτενή ερευνητική της προσέγγιση, επισημαίνονται τα ακόλουθα:«Είναι σημαντικό να ειπωθεί ότι οι σεξουαλικές επιθέσεις και η κακοποίηση εξακολουθούν ακόμα και στη σύγχρονη εποχή να πλαισιώνονται, συχνά, από ΜΜΕ ως ιστορίες για άνδρες και για την αρρενωπότητά τους. Η πρόσφατη κάλυψη του κινήματος #MeToo αποτελεί άμεσο και αξιοσημείωτο παράδειγμα. Πολλές (αν και σε καμία περίπτωση όλες οι) ιστορίες εστιάζουν την προσοχή τους στους άνδρες που κατηγορούνται, στην τεράστια ή φοβερή δύναμη και θέση που έχουν αποκτήσει αυτοί οι άνδρες και την απόσταση από την ‘πτώση’ τους μετά τις καταγγελίες για σεξουαλική κακοποίηση».
Όπως επίσης υπογραμμίζεται στην εν λόγω έρευνα: «Αυτές οι ιστορίες απηχούν τους ίδιους περιορισμούς των παραδοσιακών Mέσων Eνημέρωσης που απεικόνιζαν βιασμούς και σεξουαλικές επιθέσεις. Οι ιστορίες που επικεντρώνονται στο βίωμα των γυναικών, καθώς και στους τρόπους με τους οποίους η κατάχρηση της εξουσίας έχει οδηγήσει σε οδυνηρές, ανήθικες και εγκληματικές καταστάσεις και ενέργειες, αρχίζουν να καταλαμβάνουν ένα μεγαλύτερο μέρος των Μέσων Ενημέρωσης σήμερα, και αυτό δείχνει κάποια εξέλιξη ως προς την παρουσίαση μίας διαφορετικής αλήθειας πέρα από εκείνη του κατηγορούμενου και την επίδραση των ‘ατυχών’ επιλογών στη ζωή, τη φήμη και την καριέρα του». Η Cuklanz υπογραμμίζει κλείνοντας: «Μέσα από μία συντονισμένη εστίαση στις αναπαραστάσεις της έμφυλης βίας σε πλαίσια, μορφές, είδη και λόγους, η δουλειά μου έδειξε το πώς οι κυρίαρχες ιδεολογίες έχουν ενισχυθεί και σταθεροποιηθεί με κάποιους τρόπους. Είναι σημαντικό, όμως, ότι μπόρεσα επίσης να σκιαγραφήσω μερικές από τις σημαντικότερες αλλαγές στην επικρατούσα σκέψη που σχετίζονται με τον βιασμό, τη σεξουαλική επίθεση και άλλες μορφές έμφυλης βίας τόσο στις Ηνωμένες Πολιτείες όσο και στο εξωτερικό».[2]
Ασφαλώς είναι σημαντικό, κατά τη διάρκεια εκδίκασης των εν λόγω υποθέσεων, να καταγράφεται στο δικαστικό ρεπορτάζ ο λόγος του κατηγορουμένου, χωρίς να εξάγονται βεβιασμένα συμπεράσματα προτού αποφανθεί η δικαιοσύνη, αλλά σε καμία περίπτωση μέσα από ένα στερεοτυπικό πρίσμα που περιθωριοποιεί την καταγγέλλουσα, ή/και με άμεσους και έμμεσους τρόπους της επιρρίπτει ευθύνες απεικονίζοντάς την με έναν στιγματιστικό τρόπο.
Η Αμερικανίδα συγγραφέας Channel Miller, το 2019, εξέδωσε το βιβλίο της «Know My Name: A Memoir». Σε αυτό, η συγγραφέας γράφει για τη σεξουαλική επίθεση που υπέστη τον Ιανουάριο του 2015, με δράστη δημοφιλή, εκείνη την περίοδο, αθλητή Πανεπιστημίου των ΗΠΑ, καθώς και για τις δικαστικές εξελίξεις στην υπόθεση. Η ιστορία της αποτέλεσε αντικείμενο διερεύνησης ενός Κεφαλαίου στο βιβλίο μου «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» και πιο συγκεκριμένα η συγκλονιστική επιστολή που είχε διαβάσει στο Δικαστήριο απευθυνόμενη στον καταδικασθέντα κατηγορούμενο, την οποία παρουσιάσαμε μεταφρασμένη στα ελληνικά (τη μετάφραση πραγματοποίησε ο Ομ. Καθηγητής Εγκληματολογίας Παντείου Πανεπιστημίου, Αντώνης Μαγγανάς). Η Miller αποτύπωνε στην επιστολή την αγωνιώδη προσπάθειά της να επανακτήσει τη χαμένη «ταυτότητά» της και να βρει εκ νέου τον εαυτό της. Οι αναφορές που διάβαζε στον Τύπο για την ίδια, την πλήγωναν βαθιά, διότι την απεικόνιζαν σαν ένα άτομο χωρίς όνομα, χωρίς ταυτότητα, χωρίς καν συναισθήματα: «Δες ένα σημείο που έχουμε κοινό και οι δύο, δεν μπορέσαμε να σηκωθούμε το πρωί. Δεν είμαι ξένη προς τον πόνο. Με θυματοποίησες. Στις εφημερίδες το όνομά μου ήταν ‘γυναίκα αναίσθητη και μεθυσμένη’, 10 συλλαβές, και τίποτε άλλο. Για λίγο, πίστεψα ότι αυτό ήμουν μόνο. Έπρεπε να αναγκάσω τον εαυτό μου να ξαναδιαβάσει το πραγματικό μου όνομα, την ταυτότητα μου. Να ξαναμάθω ότι δεν είμαι εγώ όλο αυτό. Ότι δεν είμαι, απλώς, ένα μεθυσμένο θύμα σε ένα χαζοπάρτι που βρέθηκε πίσω από ένα σωρό μπάζα».[3]
Ο αντίκτυπος που είχαν οι μιντιακές απεικονίσεις της υπόθεσης στην επιδείνωση του ψυχικού τραυματισμού της παθούσας καθίσταται εμφανής και από τα ακόλουθα στοιχεία τα οποία ανέφερε στην επιστολή της: «Όταν διάβασα αυτά για μένα, σκέφτηκα αυτή δεν είμαι εγώ, δεν μπορεί να είμαι εγώ. Δεν μπορώ να χωνέψω, ούτε να δεχτώ κάποια από αυτές τις πληροφορίες. Δεν μπορώ να φανταστώ την οικογένειά μου να έχει διαβάσει αυτά τα νέα. Συνέχισα να διαβάζω. Στην επόμενη παράγραφο διάβασα κάτι που, ποτέ δεν θα μπορέσω να συγχωρήσω, διάβασα ότι, σύμφωνα με εκείνον, μου άρεσε. Ότι το ευχαριστήθηκα. Και πάλι, δεν έχω λόγια γι’ αυτά τα συναισθήματα. Είναι σαν να διαβάζεις ένα άρθρο όπου ένα αυτοκίνητο χτυπήθηκε και βρέθηκε χτυπημένο σε ένα χαντάκι. Αλλά ίσως του άρεσε που χτυπήθηκε. Ίσως το άλλο αυτοκίνητο που το τράκαρε να μην το ήθελε, του προκάλεσε μόνο λίγα βαθουλώματα. Τα αυτοκίνητα συγκρούονται καθημερινά, οι άνθρωποι δεν δίνουν προσοχή, δεν μπορούμε να πούμε ποιος φταίει. Και μετά και αφού διάβασα τις γραφικές λεπτομέρειες της σεξουαλικής επίθεσης που μου έγινε, το άρθρο έδινε μία λίστα με τους [αθλητικούς χρόνους] του δράστη [!!!]».
Καταλήγουμε στο συμπέρασμα ότι ο τρόπος με τον οποίο τα Μέσα απεικονίζουν ένα έγκλημα κατά της γενετήσιας ελευθερίας και η εστίαση που κάνουν στον δράστη (ειδικά εάν πρόκειται για ένα δημοφιλές/αναγνωρίσιμο άτομο) και όχι στο θύμα και το τραύμα της θυματοποίησης δύναται να διαδραματίσει έναν αρνητικό ρόλο ως προς το να ενταθεί ο φόβος και η ντροπή των ατόμων που έχουν θυματοποιηθεί, αλλά και των οικογενειών τους. Άρα, η ευθύνη των Μέσων στην παρουσίαση αυτών των υποθέσεων είναι πολύ μεγάλη, ώστε από τη μία να σεβαστούν το τεκμήριο της αθωότητας μέχρι να αποφανθεί η Δικαιοσύνη, από την άλλη όμως να μην κατακερματίζουν την αξιοπρέπεια των ατόμων που κάνουν την καταγγελία και σε ένα δεύτερο και πολύ σημαντικό επίπεδο, σε υποθέσεις στις οποίες έχει τελεσιδικήσει η δικαιοσύνη, τα Μέσα να περάσουν πολύτιμα κοινωνικά μηνύματα για τη σπουδαιότητα του να μιλούν τα θύματα και παράλληλα να προστατεύονται από τον κοινωνικό τους στιγματισμό.
Θα ολοκληρώσουμε με την αναφορά σε μία ακόμα μελέτη περίπτωσης (case study). Η υπόθεση της 21χρονης βρετανίδας τουρίστριας, Grace Emmie Rose Millane, η εξαφάνιση της οποίας στο Auckland της Νέας Ζηλανδίας, τον Δεκέμβριο του 2018, είχε προκαλέσει το διεθνές ενδιαφέρον των ΜΜΕ, είναι αποκαλυπτική για τον τρόπο με τον οποίο ένα μέρος τουλάχιστον των Μέσων Ενημέρωσης απεικονίζει σεξουαλικές επιθέσεις σε βάρος γυναικών. Όπως χαρακτηριστικά έχει γραφτεί για τη συγκεκριμένη υπόθεση, αποκαλύπτεται μία «σκοτεινή τάση» των ΜΜΕ ως προς την κάλυψη της βίας σε βάρος γυναικών. Σχετικά με το χρονικό της υπόθεσης, ένας 26χρονος άνδρας κατηγορήθηκε για τη δολοφονία της στις 8 Δεκεμβρίου 2018, με το άψυχο σώμα της να εντοπίζεται στα δυτικά του Auckland την επόμενη μέρα. Ο 26χρονος δικάστηκε στο Ανώτατο Δικαστήριο του Auckland τον Νοέμβριο του 2019. Ισχυρίστηκε ότι δεν δολοφόνησε τη νεαρή γυναίκα, αλλά ότι είχε πεθάνει κατά τη διάρκεια συναινετικού σεξ. Η εκδίκαση της δίκης, που διήρκησε τρεις εβδομάδες, οδήγησε όμως σε καταδίκη του, με ομόφωνη ετυμηγορία ενοχής και σε δεύτερο βαθμό καταδικάστηκε σε ισόβια κάθειρξη, με ελάχιστη περίοδο μη αναστολής 17 ετών. Άσκησε έφεση κατά της καταδίκης του, η οποία απορρίφθηκε από το Εφετείο της Νέας Ζηλανδίας, στις 18 Δεκεμβρίου του 2020.
Η ανθρωποκτονία της Millane έγινε πρωτοσέλιδο σε εφημερίδες παγκοσμίως, το έτος 2018, με το ένα άρθρο μετά το άλλο να επικεντρώνονται σε λεπτομέρειες της προσωπικής της ιστορίας. Αυτές οι λεπτομέρειες υπονοούσαν ότι η σεξουαλικά βίαιη φύση του θανάτου της Millane ήταν κατά κάποιο τρόπο προϊόν των δικών της ενεργειών και αυτή ακριβώς η μιντιακή προσέγγιση θεωρήθηκε ότι αποτελεί από μόνη της μέρος μίας ευρύτερης τάσης των ΜΜΕ ως προς τον τρόπο με τον οποίο απεικονίζουν τη βία κατά των γυναικών. Η υπερασπιστική γραμμή του κατηγορουμένου στηρίχθηκε στο ότι δεν είχε σκοπό να σκοτώσει τη νεαρή γυναίκα. Αντίθετα, διατεινόταν ότι είχε απλώς ακολουθήσει τις «οδηγίες» της και ήταν εκείνη που είχε ξεκινήσει βίαιο σεξ μαζί του. Από εκείνη τη στιγμή, η κάλυψη από τα Μέσα Ενημέρωσης της δίκης δολοφονίας της επικεντρώθηκε σχεδόν αποκλειστικά σε λεπτομέρειες των σεξουαλικών της προτιμήσεων, των υποτιθέμενων σεξουαλικών επιλογών της και των προηγούμενων συντρόφων της. Δημοσιεύθηκαν συνεντεύξεις με φίλους και πρώην φίλους της Millane που είχαν δώσει κατάθεση στη δικαστήριο. Τα άρθρα ασχολούνταν με τα «φετίχ» της, με «άλλους σεξουαλικούς συντρόφους» και την περιέγραφαν ως «αφελές και ευκολόπιστο κορίτσι». Ο «θεαματικός» τρόπος μιντιακής απεικόνισης της δολοφονίας της Millane με εστίαση στη σεξουαλική της ζωή και στις προσωπικές της προτιμήσεις και όχι στη βίαιη εγκληματική πράξη και στην ενοχή του κατηγορουμένου (βάσει των δικαστικών αποφάσεων) αναπαράγουν τακτικές της επίρριψης ευθυνών (victim blaming) σε θύματα εγκληματικών ενεργειών, πρωτίστως σε γυναίκες θύματα σεξουαλικών εγκλημάτων[4].
Συμπεραίνοντας, οι μιντιακές απεικονίσεις των εγκλημάτων κατά της γενετήσιας ελευθερίας είναι σημαντικό να θέτουν στο επίκεντρο το τραύμα της θυματοποίησης και να εμβαθύνουν σε ζητήματα με εγκληματολογικές και κοινωνικές προεκτάσεις και διαστάσεις, αποφεύγοντας (άμεσες και έμμεσες) τακτικές στιγματισμού και επίρριψης ευθυνών στα θύματα. Είναι σαφώς θετικό ότι στη σύγχρονη εποχή αναδεικνύονται και διαφορετικές μιντιακές προσεγγίσεις που επιτυγχάνουν να φωτίσουν καίριες πτυχές του εγκληματικού φαινομένου, σε υποθέσεις που απασχολούν την επικαιρότητα, γκρεμίζοντας κοινωνικά στερεότυπα. Ωστόσο η εκπαίδευση των δημοσιογράφων σε τόσο σοβαρά ζητήματα κρίνεται αναγκαία, προκειμένου να καλύπτονται όλες αυτές οι υποθέσεις με τρόπο ολοκληρωμένο και στη σημερινή εποχή να επιτευχθεί ένα πολύ ουσιαστικό βήμα, να τιμωρούνται οι δράστες και να προστατεύονται τα θύματα.
[1] Βλ. Άγγελος Τσιγκρής: «Ο βιασμός είναι το μοναδικό έγκλημα βίας που το θύμα στιγματίζεται περισσότερο από το δράστη: Οι μητέρες δεν αφήνουν τα παιδιά τους να παίξουν με παιδί θύμα βιασμού, οι γείτονες και οι φίλοι συχνά σχολιάζουν αρνητικά το θύμα, ακόμη και οι γιατροί και ιατροδικαστές μπορεί να κατηγορήσουν τα θύματα για το βιασμό τους. Η κοινωνική απόρριψη που βιώνει το θύμα με τόσο έντονο τρόπο, έχει ως αποτέλεσμα τη δημιουργία ενός γενικευμένου κλίματος σιωπής και απροθυμίας για καταγγελία. Έχει αποδειχθεί ότι κάθε χρόνο διαπράττονται στην Ελλάδα περίπου 4.500 βιασμοί, από τους οποίους μόνο 270 (6%) καταγγέλλονται στην Αστυνομία, μόνο 183 καταλήγουν σε σύλληψη κάποιου υπόπτου, μόνο 47 φτάνουν στο ακροατήριο για να εκδικασθούν, μόνο 20 καταλήγουν σε καταδικαστική απόφαση και τελικά μόνο σε λιγότερους από 10 βιαστές επιβάλλεται κάθειρξη, δηλαδή στερητική της ελευθερία ποινή άνω των 5 ετών (βλ. Άγγελος Τσιγκρής: «Βιασμός: Το αθέατο έγκλημα», Εκδόσεις Σάκκουλα, 1996)». URL: Ο βιασμός, ο στιγματισμός του θύματος και η σιωπή – ΑΡΘΡΟ του Άγγελου Τσιγκρή – Kalavrytapress Η διαδικτυακή πηγή ανακτήθηκε στις 10-1-2023.
[2] Lisa Cuklanz, « Representations of Gendered Violence in Mainstream Media », Questions de communication [En ligne], 35 | 2019, mis en ligne le 01 janvier 2022, consulté le 11 janvier 2023. URL : http://journals.openedition.org/questionsdecommunication/19487 ; DOI : https://doi.org/10.4000/questionsdecommunication.19487
Η διαδικτυακή πηγή ανακτήθηκε στις 10-1-2023.
[3] Καρδαρά, Α. (2021) Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους. Αθήνα: Παπαζήσης, σσ. 255-258.
[4] Βλ. αναλυτικά για την υπόθεση: Grace Millane’s trial exposes a dark trend in media coverage of violence against women (theconversation.com)
‘Grace Millane’s death could have been avoided’ – BBC News
Grace Millane murderer raped another British tourist months earlier | New Zealand | The Guardian
| The Guardian Grace Millane: The rise of the ’50 Shades’ defense in murder trials | CNN
Οι διαδικτυακές πηγές ανακτήθηκαν στις 10-1-2023.