Η χρήση ένοπλης βίας από τη Ρωσία εναντίον της Ουκρανίας που ξεκίνησε στις 24 Φεβρουαρίου 2022 αποτελεί την πιο πρόσφατη έναρξη εχθροπραξιών, παρόλο το γεγονός που σε διάφορα μέτωπα ανά τον κόσμο μαίνονται ήδη διεθνείς ή εσωτερικές συρράξεις.
Υπενθυμίζεται εκ προοιμίου ότι η χρήση ένοπλης βίας και η επέμβαση στα εσωτερικά ζητήματα μιας χώρας απαγορεύεται ρητά από τον Καταστατικό Χάρτη του Οργανισμού Ηνωμένων Εθνών, πλην των εξαιρέσεων που ρητά αναφέρονται στο ίδιο το Καταστατικό του Οργανισμού. Αν και το επιτιθέμενο μέρος στην παρούσα σύρραξη (ήτοι η Ρωσία) έχει προσπαθήσει να αιτιολογήσει την χρήση ένοπλης βίας εναντίον της Ουκρανίας στη βάση του διεθνούς δικαίου, η νομιμότητα της εισβολής αμφισβητείται έντονα για λόγους που εδράζονται στο ίδιο το διεθνές δίκαιο.
Στο παρόν κείμενο περιοριζόμαστε στο να αποτυπώσουμε τις γεωπολιτικές προεκτάσεις του πολέμου στην Ουκρανία, που εκ των πραγμάτων και των γεγονότων είναι ιδιαίτερα σημαντικές και επέχουν τεράστιου ενδιαφέροντος για γεωπολιτικούς, γεωοικονομικούς, γεωστρατηγικούς και άλλους λόγους που έχουν ουσιώδεις προεκτάσεις σε ένα ευρύ φάσμα της διεθνούς τάξης πραγμάτων.
Πρωτίστως, οι προεκτάσεις αυτές αφορούν στα ίδια τα δεδομένα και γεγονότα που αφορούν στην επέμβαση καθ’ εαυτή, συνεπεία της χρήσης ένοπλης βίας. Η εισβολή έχει, προφανώς, ως αποτέλεσμα την απώλεια ζωών μεταξύ των μαχόμενων και του άμαχου πληθυσμού. Αν και δεν έχει μέχρι στιγμής επιβεβαιωθεί ανεξάρτητα ο αριθμός αυτών των απωλειών, οι διάφορες πληροφορίες που έχουμε ενώπιον μας καταδεικνύουν ένα σημαντικό αριθμό απωλειών σε όλα τα επίπεδα. Παράλληλα, έχουν καταστραφεί πολλές υποδομές (στρατιωτικές και υποδομές) που καθιστούν την μέχρι πρότινος ομαλότητα της ζωής ανώμαλη και προβληματική. Επιπρόσθετα, έχει δημιουργηθεί μια σοβαρή, υπερμεγέθης ανθρωπιστική κρίση συνεπεία της χρήσης ένοπλης βίας, που πέραν των άλλων έχει δημιουργήσει μια τεράστια ροή εκτοπισμένων και προσφύγων από τις εστίες τους πολιτών που έχουν εγκαταλείψει τις περιοχές τους προς άλλα μέρη εντός της επικράτειας της Ουκρανίας αλλά και εκτός. Τέλος, υπάρχουν εδώ και αρκετές μέρες αναφορές για σοβαρές παραβιάσεις του διεθνούς ανθρωπιστικού δικαίου και του δικαίου του πολέμου στα πλαίσια των συνεχιζόμενων εχθροπραξιών.
Δεύτερον, ο πόλεμος στην Ουκρανία επέχει ιδιαίτερης γεωπολιτικής σημασίας λόγω του γεγονότος ότι αφορά στην πιο πρόσφατη και έκδηλη άμεση και απευθείας εμπλοκή της Ρωσίας σε εχθροπραξίες και γενικευμένη σύρραξη. Υπενθυμίζεται η τεράστια γεωπολιτική, γεωστρατηγική και γεωοικονομική σημασία της Ρωσίας που αποτελεί μια παγκόσμια δύναμη, μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ και το σταθερό αντίπαλο δέος (ή ένα τουλάχιστον εξ αυτών στα πλαίσια της μεταψυχροπολεμικής περιόδου) των ΗΠΑ και κατ’ επέκταση αυτού που ονομάζουμε γενικώς ως δυτικού κόσμου, συμπεριλαμβανομένης της Ευρωπαϊκής Ένωσης. Η Ρωσία αποδεικνύει (με την αρνητική έννοια φυσικά) την δυνατότητα της να εμπλακεί με αυτόν τον τρόπο εκεί και όπου θεωρεί ότι θίγονται τα γεωπολιτικά της συμφέροντα ή οι εθνικές της επιδιώξεις και αυτό είναι ιδιαίτερα (ανησυχητικά) σημαντικό λαμβάνοντας υπόψη τις στρατιωτικές δυνατότητες της χώρας, το γεγονός ότι κατέχει πυρηνικά, βιολογικά και χημικά όπλα αλλά και το ίδιο το εύρος των συμφερόντων που έχει και της θέσεως της στο παγκόσμιο γεωπολιτικό, γεωστρατηγικό και γεωοικονομικό περιβάλλον και γίγνεσθαι.
Τρίτον, η παρούσα κατάσταση χαρακτηρίζεται από ένα έντονο αίσθημα πόλωσης μεταξύ Ρωσίας και Δύσης που θυμίζει χαρακτηριστικά και κατ’ αναλογία την περίοδο του Ψυχρού Πολέμου. Υπάρχουν προφανώς διαφορές με κύρια το γεγονός ότι η Ρωσία διάγει μια περίοδο απομονωτισμού από την μεγάλη πλειοψηφία της διεθνούς κοινότητας αφού έχουν καταλυθεί τα κράτη – δορυφόροι που υπήρχαν εκείνη την περίοδο. Η απομόνωση αυτή της Ρωσίας δημιουργεί δυο κύρια δεδομένα: η Δύση φαίνεται να ενώνεται σε διαφορετικό αυξητικά ρυθμό απ’ ότι ποτέ προηγουμένως και η Ρωσία παραμένει σχεδόν μόνη απέναντι σε μια συγκροτημένη, τουλάχιστον, ως προς την καταδίκη των ενεργειών της και έχοντας της επιβληθεί αυστηρές κυρώσεις.
Τέταρτον και πέραν των πιο πάνω, οι κυρώσεις που έχουν επιβληθεί έναντι της Ρωσίας λόγω της εισβολής της στην Ουκρανία είναι ιδιαίτερα επαχθείς και δεν έχουν αντίκτυπο μόνο στη Ρωσία αλλά σε ένα παγκόσμιο επίπεδο, αφού επηρεάζουν τομείς που πλέον αποτελούν αντικείμενο των κυρώσεων και αφορούσαν τις σχέσεις Ρωσίας με άλλα κράτη, όπως για παράδειγμα στον τομέα της ενέργειας, του εμπορίου, του τουρισμού, των μεταφορών και ούτω καθεξής. Οι επιδράσεις είναι προφανείς στην καθημερινότητα των πολιτών πολλών κρατών και κυρίως της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Πέμπτον, η Ευρωπαϊκή Ένωση ενήργησε με ιδιαίτερα γοργούς και ενδεχομένως κατ’ αναλογία με άλλες περιπτώσεις πρωτοφανείς ρυθμούς επιβάλλοντας διάφορα και διαφορετικά πακέτα κυρώσεων απέναντι στη Ρωσία. Αντίστοιχες κυρώσεις επιβλήθηκαν από τις ΗΠΑ αλλά και ένα μεγάλο αριθμό άλλων κρατών. Η δράση και αντίδραση της Ευρωπαϊκής Ένωσης είναι ομόφωνη αν και επιμέρους έχουν ακουστεί διαφορετικές απόψεις από κάποια κράτη – μέλη της Ένωσης, λόγω ακριβώς των επιδράσεων και των συνεπειών αυτών των κυρώσεων.
Έκτο, ο Οργανισμός Ηνωμένων Εθνών παρουσιάστηκε για ακόμη μια φορά σχεδόν ανήμπορος να αντιδράσει στην παραβίαση θεμελιωδών του κανόνων, όπως είναι, για παράδειγμα, η απαγόρευση χρήσης ένοπλης βίας. Η αδυναμία αυτή εδράζεται, φυσικά, στο γεγονός ότι η Ρωσία αποτελεί μόνιμο μέλος του Συμβουλίου Ασφαλείας του ΟΗΕ με δικαίωμα αρνησικυρίας (βέτο), το οποίο η Ρωσία εξασκεί όσον αφορά σε καταδικαστικά ψηφίσματα εναντίον της.
Τέλος, αν και η πιο πάνω παράθεση των γεωπολιτικών προεκτάσεων του πολέμου στην Ουκρανία δεν είναι προφανώς εξαντλητική, τονίζεται το γεγονός ότι είναι πλέον προφανές ότι οι πόλεμοι, όπου και αν αυτοί γίνονται, έχουν κατά το μάλλον ή ήττον, σημαντικές επιπτώσεις στην γεωπολιτική τάξη πραγμάτων και στην ίδια την καθημερινότητα των κρατών και των πολιτών τους ανεξαρτήτως της θέσης που ακολουθούν σε σχέση με την στήριξη ή καταδίκη της σύρραξης. Με αυτήν την έννοια, οι τοπικές και περιφερειακές συρράξεις παγκοσμιοποιούνται με όλες τις συνεπακόλουθες συνέπειες που έχει αυτό το γεγονός.
Ο Δρ. Αντώνης Στ. Στυλιανού είναι Λέκτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας