Το παρόν πραγματεύεται ζητήματα ναυτιλίας που αφορούν στους κανόνες και τα πρότυπα ασφαλείας των επιβατηγών πλοίων, παραθέτοντας σχετική νομοθεσία και ναυτική πρακτική που ακολουθείται σε ότι αφορά, ειδικά, τα επιβατηγά πλοία. Τονίζεται ότι το εθνικό πλαίσιο που διέπει το θέμα ευρίσκεται στον περί Εμπορικής Ναυτιλίας (Κανόνες και Πρότυπα Ασφαλείας Επιβατηγών Πλοίων) Νόμο του 2020 (Ν. 190(Ι)/2022), ο οποίος είναι εναρμονιστικός με τις πράξεις της Ευρωπαϊκής Ένωσης, ήτοι της Οδηγίας (ΕΕ) 2017/2108 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 15ης Νοεμβρίου 2017 για την τροποποίηση της Οδηγίας 2009/45/ΕΚ του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 6ης Μαΐου 2009 για τους κανόνες και τα πρότυπα ασφάλειας για τα επιβατηγά πλοία. Υπενθυμίζεται ότι το ευρύτερο πλαίσιο οριοθετείται από την Διεθνή Σύμβαση για την Ασφάλεια της Ανθρώπινης Ζωής στη Θάλασσα του 1974 (SOLAS), ως έχει αναθεωρηθεί μέχρι σήμερα, η οποία θεωρείται το απόλυτο εγχειρίδιο στο Διεθνές Δίκαιο που αφορά στην ασφάλεια των εμπορικών πλοίων.
Το Κεφάλαιο V: Ασφάλεια της Ναυσιπλοΐας της SOLAS αποτελεί, μεταξύ άλλων, τη θεμελιώδη βάση των προτύπων και κανόνων που αφορούν στην ασφάλεια για τα επιβατηγά / εμπορικά πλοία και περιλαμβάνει πρόνοιες που αφορούν στις απαιτήσεις για την ασφάλεια των πλοηγών που επιβιβάζονται σε αυτά, τις διαδικασίες ελέγχου της άμεσης μετάπτωσης της πηδαλιούχησης του πλοίου από τον αυτόματο πιλότο στον χειροκίνητο έλεγχο, την ύπαρξη των κατάλληλων φώτων ναυσιπλοΐας και ναυτιλιακών συσκευών, την εκτέλεση δοκιμών και γυμνασίων, την ύπαρξη του Διεθνούς Κώδικα Σημάτων και ναυτιλιακών χαρτών επί του πλοίου και την λειτουργία Συστημάτων Αυτόματης Αναγνώρισης των πλοίων (Αutomatic ship Identification Systems – AIS). H Σύμβαση αποτελεί το πλέον αναγνωρισμένο πρότυπο ασφάλειας της ζωής στην θάλασσα που περιλαμβάνει όλες τις περιστάσεις που δυνατόν να επισυμβούν ή και μπορούν να προληφθούν μέσω υιοθέτησης πρωτοκόλλων που συνομολογούνται και εφαρμόζονται στην ναυτιλιακή και ναυτική κοινότητα. Σημαντική συνεισφορά της SOLAS και ειδικότερα του Κεφαλαίου V σε θέματα ασφάλειας της ανθρώπινης ζωής στην θάλασσα αποτελεί το γεγονός ότι οι συγκεκριμένες πρόνοιες ισχύουν για όλα τα σκάφη και τα πληρώματά τους και για όλα τα ταξίδια. Η Σύμβαση περιλαμβάνει, επιπρόσθετα, βασικές αρχές που οριοθετούν τις πρόνοιες του ιδιαίτερα σημαντικού Διεθνή Κώδικα για την Ασφάλεια των Πλοίων και Λιμενικών Εγκαταστάσεων (International Ship and Port Facilities Security Code – ISPS Code) που επιλαμβάνεται συγκεκριμένων προληπτικών και αποτρεπτικών μέτρων για τα ζητήματα που πραγματεύεται.
Ο εναρμονιστικός νόμος Αρ. 190(Ι)/2020 που αφορά στους κανόνες και πρότυπα ασφάλειας επιβατηγών πλοίων αποτελείται από πέντε μέρη που περιλαμβάνουν 22 άρθρα τα οποία διαλαμβάνουν ζητήματα που αφορούν τις γενικές και ερμηνευτικές διατάξεις, τις θαλάσσιες περιοχές και κατηγορίες επιβατηγών πλοίων, τις απαιτήσεις ασφαλείας, τις δέουσες επιθεωρήσεις και πιστοποιητικά και τις τελικές διατάξεις που περιλαμβάνουν την απαγόρευση απόπλου, διοικητικά πρόστιμα, δικονομικά ζητήματα, επιβαρύνσεις και ποινικά αδικήματα που απορρέουν από το νόμο. Σύμφωνα με το Άρθρο 4 του Νόμου, ο σκοπός του είναι η θέσπιση ενιαίου επιπέδου ασφάλειας της ζωής και της περιουσίας στα νέα και στα υπάρχοντα επιβατηγά πλοία και στα ταχύπλοα επιβατηγά σκάφη, όταν και οι δυο κατηγορίες πλοίων και σκαφών εκτελούν εσωτερικά δρομολόγια και η θέσπιση διαδικασιών διαπραγμάτευσης σε διεθνές επίπεδο για την εναρμόνιση των κανόνων που ισχύουν για τα επιβατηγά πλοία τα οποία εκτελούν διεθνή δρομολόγια.
Ο Νόμος καθορίζει θαλάσσιες περιοχές του κράτους λιμένα και κατηγορίες των επιβατηγών πλοίων και τις ελάχιστες απαιτήσεις ασφάλειας, που περιλαμβάνουν απαιτήσεις σχετικά με τη γραμμή φορτώσεως, την ευστάθεια, απαιτήσεις ασφαλείας για άτομα μειωμένης κινητικότητας, την διενέργεια αρχικών, περιοδικών και επιπλέον επιθεωρήσεων και την έκδοση σχετικών πιστοποιητικών από την αρμόδια κρατική αρχή.
Οι επιμέρους Οδηγίες της Ευρωπαϊκής Ένωσης που αποτελούν μέρος του ευρωπαϊκού κεκτημένου εξειδικεύουν περισσότερο επιμέρους ζητήματα ασφάλειας της ζωής και θέτουν συγκεκριμένες υποχρεώσεις στους πλοιοκτήτες επιβατηγών πλοίων που περιλαμβάνουν συστήματα προσδέσεως των πλοίων, πυροσβεστικά συστήματα, μέτρα πυρασφάλειας, σωστικά μέσα, ανέλκυση προσώπων από το νερό, ελάχιστα πρότυπα επιχειρησιακής ετοιμότητας και συντήρησης, ζητήματα που αφορούν τις διαδικασίες απόπλου και πρόσδεσης σε λιμάνια (π.χ. κλείσιμο θυρών προ του απόπλου και άνοιγμά τους μετά την πρόσδεση), και τα γενικότερα μέτρα που πρέπει να ισχύουν τόσο σε κανονικές καταστάσεις λειτουργίας και ενδιαίτησης των πλοίων αλλά και σε καταστάσεις εκτάκτου ανάγκης.
Ιδιαίτερες αναφορές γίνονται στις υποχρεώσεις των πλοίων για την ύπαρξη των απαραίτητων επικοινωνιών, σωστικών σκαφών και λέμβων περισυλλογής και ατομικών σωστικών μέσων, ενώ για την ανέλκυση προσώπων από το νερό λαμβάνονται υπόψη οι κατευθυντήριες γραμμές που αναπτύχθηκαν από τον Διεθνή Ναυτιλιακό Οργανισμό (ΙΜΟ) και η ειδικότερα η εγκύκλιος 1447 της MSC.1 (κατευθυντήριες γραμμές για την ανάπτυξη σχεδίων και διαδικασιών για την ανάκτηση προσώπων από το νερό).
Σε γενικές γραμμές, υπάρχει ένα σαφές νομοθετικό πλαίσιο που διέπει τα ζητήματα των προτύπων και των κανόνων ασφάλειας των επιβατηγών πλοίων, το οποίο πρέπει να ακολουθείται πιστά από τους αρμόδιους και να εποπτεύεται από τις αρμόδιες αρχές ούτως ώστε να ελαχιστοποιούνται ή να απομονώνονται τα περιστατικά που δημιουργούν κινδύνους στην ασφάλεια των επιβατών, του πληρώματος αλλά και του ίδιου του πλοίου.
Άρθρο του Αντώνη Στυλιανού, Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.