Προβληματίζουν εντόνως οι ποικίλες μορφές και εκφάνσεις που λαμβάνει στη σύγχρονη εποχή η βία μεταξύ ανηλίκων, με δύο από τα κύρια χαρακτηριστικά της να είναι η κλιμάκωσή της και ο πιο σκληρός «χαρακτήρας» που λαμβάνει με την πάροδο των ετών, καθώς και η οργάνωση ανηλίκων σε ομάδες μέσω των οποίων εκδηλώνουν επιθετικότητα, αποκλίνουσες ή/και παραβατικές συμπεριφορές. Συμπεριφορές οι οποίες μπορεί να μας απασχολήσουν περισσότερο στο μέλλον, όπως επισημαίνουν ειδικοί επί του θέματος επιστήμονες, εάν δεν ληφθούν μέτρα πρόληψης και παράλληλα αντιμετώπισης των σοβαρών κοινωνικών ζητημάτων, μεταξύ των οποίων θα τονίσω τη χρήση ουσιών, την ανεργία, αλλά και την εξάρτηση από το διαδίκτυο. Βία στα σχολεία, βία στις γειτονιές, βία ακόμα και σε μουσικά βραβεία, απασχολούν την επιστημονική κοινότητα και την ευρύτερη κοινωνία και οφείλουμε να εστιάσουμε σε ερευνητικό επίπεδο το βλέμμα μας και να εξετάσουμε το φαινόμενο όπως εξελίσσεται.
Η εικόνα νέων στη σημερινή εποχή που χωρίς κριτική σκέψη αποδέχονται ό,τι τους «πουλάνε» είναι όχι μόνο άξια σχολιασμού και περαιτέρω επιστημονικής διερεύνησης, αλλά χρήζει ουσιαστικού κοινωνικού ενδιαφέροντος και επέκτασης της κοινωνικής μέριμνας για την αποτροπή της όξυνσης της βίας μεταξύ ανηλίκων. Το γεγονός για παράδειγμα ότι νεαρά άτομα διασκεδάζουν με στίχους οι οποίοι μεταξύ άλλων «εξυμνούν» την κακοποίηση γυναικών, στη σύγχρονη εποχή όπου γίνεται εκτενής συζήτηση για την καταπολέμηση της βίας κατά των γυναικών και αυτοί οι στίχοι μάλιστα «επιβραβεύονται» από τα ΜΜΕ με προσκλήσεις των δημιουργών τους σε τηλεοπτικές εκπομπές, με συμμετοχές τους σε μουσικά βραβεία κλπ., χωρίς να υπάρχει μία ισχυρή κοινωνική αντίδραση, καταδεικνύει ότι έχουμε ακόμα πολύ δρόμο μπροστά μας να διανύσουμε μέχρι να φτάσουμε σε ένα επιθυμητό αποτέλεσμα για τη νεολαία μας. Η παρουσίαση της γυναίκας στη βιομηχανία του θεάματος, στη σημερινή εποχή, σαν να είναι «σάκος του μποξ», εύκολο θύμα στις βίαιες ορέξεις κάθε άντρα θα έπρεπε να είναι μη κοινωνικά αποδεκτή και η νεολαία μας να πρωτοστατεί στους κοινωνικούς αγώνες. Ως προς τα ΜΜΕ μπορούν, αντί να καταδικάζουν εκ των υστέρων, να δώσουν το βήμα σε πλείστους ταλαντούχους νέους, ώστε να συμβάλλουν στην προώθηση αξιών και στην επιβράβευση της νεολαίας που αγωνίζεται, δημιουργεί και με σκληρή προσπάθεια επιτυγχάνει σημαντικά επιτεύγματα τα οποία σε πολλές περιπτώσεις μένουν στην αφάνεια, ενώ αξίζει να προβληθούν σε ένα ευρύτερο κοινό.
Η εκ των υστέρων καταδίκη της βίας, όπως έγινε με τα μουσικά βραβεία, δεν είναι πλέον αρκετή, πρέπει να υπάρξουν συγκεκριμένες και στοχευμένες δράσεις αποτροπής της και όταν τα ΜΜΕ δεν εξελίσσονται, δεν εκσυγχρονίζονται, δεν τολμούν να δείξουν και την άλλη εικόνα της νεολαίας, της κριτικά σκεπτόμενης, δεν τολμούν να δώσουν περισσότερο τον λόγο σε αυτούς τους νέους που έχουν όνειρα και στόχους, να καταθέσουν προτάσεις για μία πιο ποιοτική ζωή, τόσο θα αποπροσανατολίζονται εκείνοι οι νέοι που δεν έχουν ακόμα την ωριμότητα αλλά και δεν έχουν λάβει την παιδεία και τα αναγκαία εφόδια για να αντιδράσουν στα «κακώς κείμενα» και στη χειραγώγησή τους.
Στη σημερινή όμως εποχή δεν πρέπει να κλείσουμε τα μάτια στις αρνητικές εξελίξεις και να αφήσουμε τις καταστάσεις να εκτροχιάζονται. Να μη συνεχίσουμε να εθελοτυφλούμε όταν, για παράδειγμα, νεαρά άτομα που εκδηλώνουν επιθετικότητα, αποκλίνουσα ή παραβατική δράση στις γειτονιές γίνονται ακόμα και «πρότυπα» μεταξύ των συνομηλίκων τους στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, ή όταν ανήλικοι περνούν ανεξέλεγκτα ένα πολύ μεγάλο μέρος της ημέρας τους μπροστά από μία οθόνη υπολογιστή, χωρίς οι γονείς να βάζουν όρια και χωρίς στο σχολείο να γίνεται ιδιαίτερη συζήτηση για το φλέγον αυτό ζήτημα. Πρόκειται για φαινόμενα που αναμφίβολα εξελίσσονται εδώ και πολλές δεκαετίες, ωστόσο δεν μπορούμε να παραβλέψουμε και να μείνουμε απαθείς μπροστά στις σοβαρές ποιοτικές διαφοροποιήσεις του εγκλήματος που καταγράφονται και στην εφηβική ηλικία (από εφήβους ηλικίας 13-17 ετών), όπου όπως έχουμε τονίσει στη σχετική με την ανηλικότητα αρθρογραφία μας στο propago.gr λαμβάνει πιο σκληρές διαστάσεις. Ειδικά ως προς τις ληστείες και τις υποθέσεις ναρκωτικών με δράστες εφήβους βλέπουμε μία αξιοσημείωτη αύξηση από το 2000 στο 2020 που κρούει ένα καμπανάκι κινδύνου (486 ληστείες το 2020 έναντι 62 το 2000, 440 υποθέσεις ναρκωτικών το 2020 έναντι 330 το 2000. Βλ. αναλυτικά το άρθρο μας Η εικόνα του «ανήλικου παραβάτη» – propago.gr). Δεν μπορούμε επίσης να παραβλέψουμε την υπέρμετρη έκθεση των ανηλίκων στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, που αποτελεί μία πολύ σημαντική διαφορά σε σχέση με την παραδοσιακή κοινωνία, όπως επίσης τη διαφοροποίηση του προφίλ του μαθητικού πληθυσμού που έχει πλέον άλλες ανάγκες οι οποίες είναι σημαντικό να ληφθούν υπ’ όψιν από τα σύγχρονα εκπαιδευτικά συστήματα κατά τον σχεδιασμό των σχολικών προγραμμάτων.
Επίσης, ένα πολύ σοβαρό ζήτημα που φαίνεται να ανακύπτει αφορά την έλλειψη επικοινωνίας ανάμεσα σε ανήλικους και ενήλικους που δυστυχώς αντί να βελτιώνεται, όπως θα αναμέναμε, «βαθαίνει», με συνέπεια να έχουν αφεθεί αρκετοί ανήλικοι χωρίς έλεγχο και χωρίς όρια, γεγονός που υποκρύπτει και την «αμηχανία» των ενηλίκων να έρθουν πιο κοντά στη νεολαία, να αφουγκραστούν τις βαθύτερες ανάγκες της και να προσπαθήσουν να δώσουν δημιουργικές διεξόδους στους νέους, οι οποίοι δείχνουν να είναι «εγκλωβισμένοι» σε μία οθόνη και κάποιοι να αναζητούν την αποδοχή και την επιβεβαίωση που δεν λαμβάνουν από την οικογένεια και από το σχολείο στα social media αλλά και στις παραβατικές ομάδες. Αναμφίβολα, η συζήτηση για το «χάσμα γενεών» είναι διαχρονική, αλλά σήμερα με την πρόοδο των επιστημών και την εξέλιξη της τεχνολογίας μπορούμε να εξετάσουμε με μία πιο σύγχρονη οπτική τις διαπροσωπικές σχέσεις και να επενδύσουμε σε αυτές. Είναι αδιανόητο να μην προχωράμε ένα βήμα παρακάτω, αλλά να αγωνιζόμαστε ακόμα και για όσα θα έπρεπε να είναι αυτονόητα και δεδομένα πλέον, όπως η θέση της γυναίκας στην κοινωνία!
Από την άλλη πλευρά, στη σημερινή εποχή της τεχνολογίας είναι πολύ εύκολη «λύση» να αφήσουμε τα παιδιά μας ατελείωτες ώρες μπροστά σε μία οθόνη, αλλά οι επιπτώσεις αυτής της διαδικασίας για ένα παιδί είναι δυσμενέστατες και αυτό είναι σημαντικό να γίνει κατανοητό και να εξετάσουμε πώς στην πράξη θα αντιμετωπίσουμε την ανεξέλεγκτη χρήση των μέσων από την ανηλικότητα και πώς θα γίνονται σεβαστά τα όρια που θέτουμε.
- Εκστρατείες ευαισθητοποίησης, αφύπνισης και ενημέρωσης από την Πολιτεία και τους αρμόδιους φορείς της,
- εξειδικευμένα σεμινάρια για γονείς-εκπαιδευτικούς και ανήλικους αλλά
- και αντίστοιχες δράσεις ξεκινώντας από τα Νηπιαγωγεία είναι αναγκαίες, ώστε σταδιακά να αντιμετωπιστεί πιο αποτελεσματικά το καίριο αυτό ζήτημα, το οποίο φαίνεται να κλιμακώνεται.
Εξίσου η βία μεταξύ των ανηλίκων πρέπει να προσεγγιστεί ως ένα οξύτατο κοινωνικό πρόβλημα με βαθιές ρίζες, προκειμένου να αντιμετωπιστεί ολιστικά. Τα μέτρα καταστολής δεν μπορούν να αντιμετωπίσουν το φαινόμενο, εάν δεν συνδυαστούν με θετική δράση, με μέτρα πρόληψης και με αύξηση ευκαιριών για τους νέους. Το γεγονός ότι η έλλειψη στόχων, κινήτρων και προσδοκιών για προσωπική, εκπαιδευτική ή/και επαγγελματική ανέλιξη αποτελεί ένα από τα κύρια χαρακτηριστικά που συνθέτουν το προφίλ των ανήλικων παραβατών στη χώρα μας, όπως και η εμπλοκή ενός σημαντικού αριθμού παραβατικών νέων με εξαρτησιογόνες ουσίες (βλ. αναλυτικά το άρθρο μας Ανήλικοι εγκληματίες: Όσα πρέπει να γνωρίζουμε – propago.gr) είναι τα στοιχεία εκείνα που πρωτίστως πρέπει να αντιμετωπιστούν από την οργανωμένη Πολιτεία, προκειμένου να αποκτήσει ο νέος ισχυρά εφόδια για το μέλλον, κριτική σκέψη για να μη χειραγωγείται, αλλά και προοπτικές για ένα καλύτερο αύριο, γιατί ένας νέος που δεν θα έχει ολοκληρώσει ούτε τις βασικές σχολικές σπουδές και δεν θα έχει επενδύσει στην παιδεία του, που θα εθιστεί σε ουσίες, που δεν θα βρει εργασία, ή θα είναι πολύ χαμηλά αμειβόμενος, γίνεται τελικά έρμαιο στα χέρια επιτήδειων και σε μία πολύ νεαρή ηλικία όπου ακόμα δεν έχει αποκτήσει ώριμη σκέψη (ο ανήλικος άλλωστε δεν είναι «μικρογραφία του ενηλίκου, αλλά σύμφωνα με τις σύγχρονες αντιλήψεις της εγκληματολογίας, που επηρεάζονται από την εξελικτική ψυχολογία, ο ανήλικος χαρακτηρίζεται από έλλειψη ωριμότητας, καθώς αυτή συντελείται συνήθως κατά το 20ό έτος της ηλικίας και ως εκ τούτου και η μεταχείρισή του από τον νόμο είναι πολύ διαφορετική) μπορεί να συγκρουστεί με τον ποινικό νόμο, όντας ευάλωτος και χωρίς τα κατάλληλα εφόδια για να αντιμετωπίσει αποτελεσματικά τις προκλήσεις της ζωής.
Στο σημείο αυτό κρίνω σκόπιμο να κάνω παραπομπή στις πολύ σημαντικές επισημάνσεις της Κοινωνικής Λειτουργού, Διαπιστευμένης Διαμεσολαβήτριας Υπουργείου Δικαιοσύνης, Αφροδίτης Μαλλούχου, η οποία, όπως τόνισε στην παρουσίαση του βιβλίου μου «Νέοι Παγιδευμένοι στα Παιχνίδια της Βίας: Εγκλήματα με Δράστες και Θύματα Νέους» τον Οκτώβριο του 2021, (βλ. και σχετικό άρθρο στην ηλεκτρονική περιοδική επιθεώρηση εγκληματολογίας και ποινικής δικαιοσύνης του Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος CrimeTimes Μαρτυρίες ανηλίκων παραβατών και ο ρόλος των επιμελητών ανηλίκων – Crime Times):
«Η επιθετικότητα παρουσιάζεται συχνά ως ένας μηχανισμός άμυνας – επιβίωσης, με τον οποίο τα παιδιά προσπαθούν να κρατήσουν τη θέση τους σε ένα οικογενειακό/σχολικό πλαίσιο, που δεν τα σέβεται, ή που δυσκολεύεται να κατανοήσει και να ανταποκριθεί στις συναισθηματικές και αναπτυξιακές ανάγκες και επιθυμίες τους.
H εφηβεία αποτελεί μία κρίσιμη περίοδο στην ανάπτυξη του ατόμου και διακρίνεται από τάσεις για ανεξαρτησία, αυτονόμηση, ιδεολογική διαφοροποίηση από την κοινωνία των ενηλίκων και συμμόρφωση προς την ομάδα των συνομηλίκων. Οι αλλαγές που συντελούνται κατά την περίοδο αυτή σηματοδοτούν τη μετάβαση από την παιδική ηλικία στην ενήλικη ζωή. Mπροστά στις νέες βιοψυχοκοινωνικές απαιτήσεις, η δομή της προσωπικότητας του εφήβου παρουσιάζεται περισσότερο εύθραυστη, ευεπηρέαστη και ευάλωτη, εφόσον ο έφηβος ενώ δεν είναι ακόμα έτοιμος να διαχειριστεί τις επερχόμενες αλλαγές, καλείται να διαμορφώσει την προσωπική του ταυτότητα και να μεταβεί στην ενηλικίωσή του ως ώριμο και υπεύθυνο άτομο.
Η εμφάνιση αντικοινωνικής ή/και παραβατικής συμπεριφοράς των ανηλίκων χαρακτηρίζεται ως μία μορφή επανάστασης και αντίστασης στην εξουσία, αφού η ανηλικότητά τους βιώνεται συχνά από τους ίδιους ως χρόνος εξάρτησης και καταπίεσης. Ένα μεγάλο ποσοστό των ανηλίκων που συγκρούονται με τον νόμο είναι παιδιά που έχουν ανάγκη να βγουν στη σκηνή, να γίνουν αντιληπτοί στον κοινωνικό τους περίγυρο, να βρουν έναν τρόπο να ακουστούν.
Έντονα χαραγμένη στη μνήμη μου η περίπτωση πρόληψης ενός οκτάχρονου μαθητή, ο οποίος ήδη από το νηπιαγωγείο λόγω της εναντιωματικής του συμπεριφοράς είχε στιγματιστεί ως «ο φόβος και ο τρόμος του σχολείου» και «ο μπελάς του δασκάλου», οπότε η είσοδός του στο δημοτικό συνοδεύτηκε με καμπανάκι «συναγερμού», το οποίο ο ίδιος έδειχνε να αποδέχεται και με καμάρι να υιοθετεί τον ρόλο του δράστη ακόμα και σε περιπτώσεις που ο ίδιος δεν είχε καμία ανάμειξη, γιατί μόνο μέσα από αυτόν τον ρόλο εκείνος αποκτούσε οντότητα και συγκέντρωνε την προσοχή όλων, κάτι που τελικά είχε τόσο μεγάλη ανάγκη, με αποτέλεσμα να αποφανθούν από την πρώτη στιγμή κάποιοι εκπαιδευτικοί ότι «αυτό το παιδί δεν πρόκειται να αλλάξει ποτέ» και κάποιος άλλος να ΄΄γνωμοδοτήσει΄΄ ότι «αυτό το παιδί είναι ο αυριανός δολοφόνος». Ευτυχώς, το 8χρονο εκείνο αγόρι μέσα από μία συντονισμένη και πολυσυστημική παρέμβαση τροποποίησης της επιθετικής συμπεριφοράς του και με αδιάλειπτη συνεργασία με το οικογενειακό και σχολικό του περιβάλλον, δεν επαλήθευσε τις προφητείες, και τρία χρόνια αργότερα, αφού είχε σταματήσει πλέον να ασκεί βία και να πλακώνεται με όποιον τον λοξοκοίταξε, όντας μαθητής της Ε΄ τάξης με δάκρυα χαράς έτρεξε να μοιραστεί με την επιμελήτριά του το μεγάλο για εκείνον γεγονός: «σήμερα όλοι οι συμμαθητές μου ψήφισαν ότι μπορώ πια να παίζω μαζί τους». Ο Γ… κατάφερε να είναι σήμερα μαθητής της Α΄ Λυκείου, χωρίς καμία καθυστέρηση στην εκπαιδευτική διαδικασία και παρά τις δυσκολίες εξακολουθεί να ονειρεύεται το μέλλον του».
Θα δώσω βαρύτητα -σε επιστημονικό επίπεδο- στην «ανάγκη των ανηλίκων να βγουν στη σκηνή, να γίνουν αντιληπτοί στον κοινωνικό τους περίγυρο, να βρουν έναν τρόπο να ακουστούν». Μία ανάγκη που πρέπει να αφουγκραστούν έγκαιρα οι γονείς, οι εκπαιδευτικοί και οι αρμόδιοι φορείς της Πολιτείας, ώστε να εκφραστεί δημιουργικά και εποικοδομητικά και όχι μέσα από επιθετικότητα και βία. Τα θετικά παραδείγματα πρόληψης, όπως αυτό του μαθητή που παρουσιάζεται παραπάνω, μας δείχνουν τον δρόμο και μας δίνουν δύναμη για τη συνέχεια. Γι’ αυτό κρίνω απολύτως απαραίτητο να νιώθει το κάθε παιδί ότι έχει τον δικό του χώρο στο σχολείο, προκειμένου να μη βιώνει ματαίωση και διάψευση των προσδοκιών του. Θα παραπέμψω εδώ στο άρθρο που δημοσιεύεται στον Τιμητικό Τόμο για τον Ομ. Καθηγητή Γιάννη Πανούση, «ΕΓΚΛΗΜΑΤΟΛΟΓΙΑ: ΠΕΡΙΒΛΕΠΤΟΝ ΑΛΕΞΙΦΩΤΟΝ;», εκδ. Σιδέρης, Μάρτιος 2020, υπό τον τίτλο «Σχολική Αποτυχία και Παραβατικότητα: Αναζητώντας το κοινό αίτημα δύο εμφανώς ασύνδετων φαινομένων» της Μπετίνας Ντάβου, Καθηγήτριας Ψυχολογίας, Τμήμα ΕΜΜΕ Εθνικό και Καποδιστριακό Πανεπιστήμιο Αθηνών (σσ. 265-278).
Όπως επισημαίνεται στην περίληψη, στο κείμενο αναπτύσσεται και τεκμηριώνεται η στενή σχέση μεταξύ σχολικής αποτυχίας και παραβατικότητας και η κοινή τους ρίζα στις πρώιμες εμπειρίες του ατόμου. Τα δύο αυτά φαινόμενα έχουν κοινή αιτιολογία και μολονότι δεν εκδηλώνονται πάντα μαζί, σε πολλές περιπτώσεις υπάρχει μία λανθάνουσα τάση στο παιδί που βιώνει μαθησιακά προβλήματα να εκδηλώνει επίσης και προβλήματα συμπεριφοράς, είτε ταυτοχρόνως είτε σε μεταγενέστερη χρονική στιγμή. Στο κείμενο παρουσιάζονται κλινικές και πειραματικές μελέτες οι οποίες επιβεβαιώνουν τη στενή σχέση μεταξύ σχολικής αποτυχίας και αντικοινωνικής τάσης και οι οποίες αναδεικνύουν τη σημασία της έγκαιρης διάγνωσης και παρέμβασης ήδη από τη νηπιακή και την πρώτη σχολική ηλικία. Οι μελέτες αυτές καταδεικνύουν ότι στις ρίζες και των δύο φαινομένων βρίσκονται συναισθηματικά και σχεσιακά προβλήματα παρόμοιας φύσης, τα οποία όμως συχνά παραβλέπονται όχι μόνον από τους ενδιαφερόμενους ενήλικους, αλλά και από ολόκληρα θεσμικά συστήματα. Η προσεκτική αξιολόγηση των αιτιακών παραγόντων της σχολικής αποτυχίας, καθώς και η έγκαιρη και κατάλληλη παρέμβαση, μπορούν να αποτρέψουν πιο θεαματικές εκδηλώσεις του συναισθηματικού ελλείμματος Το άρθρο ολοκληρώνεται με τη διερεύνηση και ανάλυση των απαιτήσεων της σχολικής ζωής και με την παράθεση των τελικών συμπερασμάτων. Η συγγραφέας επισημαίνει «ξεκίνησα αυτό το κείμενο με την παραδοχή ότι δεν συνδέονται όλες οι περιπτώσεις σχολικής αποτυχίας με την παραβατικότητα, αλλά ότι υπάρχουν περιπτώσεις που τα δύο φαινόμενα συνδέονται στενά. Τελειώνοντας το κείμενο, ελπίζω να έδειξα ότι μία προσεκτική αξιολόγηση των αιτιακών παραγόντων, της σχολικής αποτυχίας, καθώς και η έγκαιρη και κατάλληλη παρέμβαση, μπορούν να αποτρέψουν πιο θεαματικές εκδηλώσεις του συναισθητικού ελλείμματος που οδηγεί στην αντικοινωνική συμπεριφορά». Βλ. αναλυτικά για το θέμα Nεανική παραβατικότητητα & «σχολική αποτυχία»: πώς μπορεί το σχολείο να δράσει θετικά – Postmodern
Επομένως, περιθώρια παρέμβασης και ουσιαστικών, θετικών αλλαγών, στον χώρο του σχολείου και στον τρόπο λειτουργίας του αναμφίβολα υπάρχουν και η Πολιτεία μας έχει τη δύναμη να υποστηρίξει τα παιδιά μας!
Ας εξετάσουμε όμως, ολοκληρώνοντας το παρόν άρθρο, και τις σχέσεις γονέων με τους ανήλικους. Πολύ σημαντική η αναφορά της κ. Μαλλούχου στις σχέσεων των γονέων με τα παιδιά τους που προσέρχονται στις Υπηρεσίες Ανηλίκων:
«Οι σχέσεις των γονιών που προσέρχονται στην Υπηρεσία μας με τα παιδιά τους, ως επί το πλείστον, παρουσιάζονται κλονισμένες με ένα διαμορφωμένο ρήγμα, εξαιτίας συνεχών και έντονων διαφωνιών σε βασικά θέματα της καθημερινότητας και οι ίδιοι δηλώνουν ανίσχυροι και αδύναμοι να διαχειριστούν τις εφηβικές και νεανικές εξάρσεις των παιδιών τους. Η αγωνία και η αίσθηση απώλειας του ελέγχου από την πλευρά των γονέων και ο ταυτόχρονος αγώνας διεκδίκησης των εφήβων οδηγεί το οικογενειακό σύστημα σε σύγκρουση και ίσως σε αποξένωση. Οι ανήλικοι νιώθουν πως οι γονείς τους προσπαθούν απλά να τους επιβάλλουν τις απόψεις τους, χωρίς να νοιάζονται για τα δικά τους θέλω, ενώ οι «παντογνώστες» γονείς εμμένουν ότι εκείνοι γνωρίζουν το καλύτερο για τα παιδιά τους και αντιμετωπίζουν τους εφήβους ως «επαναστάτες χωρίς αιτία». Οι τεταμένες σχέσεις μεταξύ των γονέων ή οι ακραίες συμπεριφορές απέναντι στα παιδιά (είτε πολύ αυταρχικές και άκαμπτες, είτε πολύ ανεκτικές και ελαστικές με άλογη κατάργηση κάθε ορίου), χωρίς προηγούμενη συζήτηση και επικοινωνία, συχνά δημιουργούν τέτοια δυσλειτουργία στο οικογενειακό σύστημα, που μπορεί να οδηγήσει και στη διάλυσή του.
Οι γονείς παρουσιάζονται μπροστά μας άλλοτε φοβισμένοι για την τύχη του παιδιού τους, άλλοτε νιώθουν ενοχικά για την παρεκκλίνουσα συμπεριφορά που εκείνο εκδηλώνει, αλλά και συχνά γίνονται επιθετικοί εκφράζοντας τον θυμό και την αγανάκτησή τους για όλη αυτή τη δυσάρεστη κατάσταση, στην οποία έχουν περιέλθει εξαιτίας της εναντιωματικής συμπεριφοράς του παιδιού τους και για την οποία θεωρούν ότι οι ίδιοι δεν φέρουν καμία ευθύνη. Υπάρχουν επίσης φορές που αδυνατώντας να διανοηθούν ότι το δικό τους παιδί είναι δυνατό να εμπλακεί σε παραβατική πράξη, με μία τάση υπερπροστατευτισμού και χωρίς να έχουν προσπαθήσει να διερευνήσουν πραγματικά την αλήθεια, γιατί πιθανότατα νιώθουν ότι δεν μπορούν να την διαχειριστούν, προτρέπουν άμεσα ή έμμεσα το παιδί τους να αρνηθεί να αναλάβει οποιαδήποτε ευθύνη, προκειμένου να έχουν περισσότερες ελπίδες εξασφάλισης μιας αθωωτικής δικαστικής απόφασης».
Συνεπώς, διαπιστώνεται ότι και οι σχέσεων γονέων – ανηλίκων που συγκρούονται με τον ποινικό νόμο είναι δυσλειτουργικές. Θα ήταν πολύτιμο οι σχέσεις να βελτιωθούν και να ενδυναμωθούν στο πλαίσιο μίας κοινωνίας που υφίσταται ισχυρούς κλυδωνισμούς. Η δωρεάν συμβουλευτική γονέων κρίνεται απαραίτητη, γιατί τα ζητήματα που οι γονείς καλούνται να αντιμετωπίσουν σε πολλές περιπτώσεις είναι σοβαρά και αδυνατούν να τα διαχειριστούν χωρίς υποστήριξη από κάποιον ειδικό. Αναγκαία όμως είναι και η ενίσχυση του θετικού ρόλου του σχολείου, το οποίο πέρα από εκπαιδευτική λειτουργία έχει και παιδευτική διάσταση. Αυτό σημαίνει ότι η εκπαιδευτική κοινότητα πρέπει να έχει έναν πολύ πιο δυναμικό και ενεργό ρόλο ως προς την εξέλιξη των κοινωνικών ζητημάτων και τον τρόπο με τον οποίο αυτά επιδρούν στην καθημερινότητα των ανηλίκων.
Συμπερασματικά, το σύγχρονο σχολείο δεν μπορεί να μένει «αποστειρωμένο», αμέτοχο σε ό,τι συμβαίνει στην ευρύτερη κοινωνία, αλλά οι ειδικοί που χαράσσουν τις εκπαιδευτικές πολιτικές να αφουγκραστούν τις ανάγκες της ανηλικότητας που γίνονται «κραυγές» και να δώσουν ολοκληρωμένες απαντήσεις. Η εκ των υστέρων καταδίκη της βίας δεν είναι αρκετή! Οι αλλαγές μπορούν να ξεκινήσουν από το κάθε άτομο, από τις οικογένειες, το σχολείο, τα ΜΜΕ και βέβαια από την ευρύτερη κοινωνία που με τις κατάλληλα σχεδιασμένες και οργανωμένες δράσεις της θα «αγκαλιάσει» την ανηλικότητα προσφέροντάς της προοπτικές για το μέλλον.
Η Αγγελική Καρδαρά είναι Διδάκτωρ Τμήματος Επικοινωνίας και ΜΜΕ ΕΚΠΑ, Φιλόλογος, Τακτική Επιστημονική Συνεργάτιδα Κέντρου Μελέτης του Εγκλήματος (ΚΕ.Μ.Ε.) & Επιστημονικά Υπεύθυνη του «Crime & Media Lab» ΚΕ.Μ.Ε, Συγγραφέας-Εισηγήτρια και Εκπαιδεύτρια E-Learning ΕΚΠΑ