Ψυχοκοινωνική ανάλυση του 1940 και διδάγματα

Sul ponte di Peratti bandiera nera

L’ e Il lutto della Julia che va alla Guerra

Le meglio gioventu  va sotto terra

Στη γέφυρα στο Περάτι, μαύρη σημαία

Είναι το πένθος της Τζούλια που πηγαίνει στον πόλεμο

Το άνθος της νιότης που θάφτηκε στη γη…

Ζω και εργάζομαι στην Ιταλία τα τελευταία είκοσι χρόνια και έχω ακούσει πολλές φορές γέρους Ιταλούς να τραγουδάνε το παραπάνω τραγούδι. Tο ξαναθυμήθηκα φέτος που βρίσκομαι στην Ελλάδα με ακαδημαϊκή άδεια. Είναι ο ύμνος της ταξιαρχίας Αλπινιστών Τζούλια, της οποίας η 3η μεραρχία εισέβαλε στην Ελλάδα, πριν 84 χρόνια, το πρωί της 28ης Οκτωβρίου 1940. Αφορμή για τη σύνθεση του ύμνου ήταν η συντριβή της μεραρχίας και η πανωλεθρία που υπέστησαν οι 10.800 άντρες της.

Γιατί απέτυχαν τα σχέδια του Μουσολίνι; Πώς κατόρθωσε μια μικρή χώρα όπως η Ελλάδα να ορθώσει το ανάστημά της στην Ιταλία και να επιτύχει την πρώτη νίκη των Συμμάχων όταν την ίδια περίοδο η Μεγάλη Βρετανία ήταν η μοναδική δύναμη που συνέχιζε τον πόλεμο κατά της Γερμανίας ενώ από τον Σεπτέμβριο του 1939, κατά σειρά η Πολωνία, η Δανία, η Νορβηγία, η Ολλανδία, το Βέλγιο και  η Γαλλία είχαν καταρρεύσει, η Σοβιετική Ένωση είχε συνάψει το Γερμανοσοβιετικό Σύμφωνο μη Επίθεσης ή αλλιώς Σύμφωνο Ρίμπεντροπ -Μολότωφ στις 23/8/1939 και οι Η.Π.Α. ήταν ακόμα αμέτοχες; 

Δεν είμαι ιστορικός φυσικά ούτε στρατιωτικός, ψυχίατρος είμαι και ως τέτοιος έχω εκπαιδευτεί στην μελέτη της παθολογικής  ανθρώπινης συμπεριφοράς. Δεν υπάρχει όμως μόνο η παθολογία, ο ανταγωνισμός, η ιδιοτέλεια, τα εγκλήματα, οι κακοποιήσεις, η διαφθορά, ο ναρκισσισμός με τα οποία ερχόμαστε αντιμέτωποι κάθε μέρα. Υπάρχει και κάτι άλλο, κάτι εξαιρετικό και δυσκολοερμήνευτο,  το Μεγαλείο  της ανθρώπινης ψυχής, η Αυθυπέρβαση, το Θαύμα!  Για την ερμηνεία του Έπους του 40 φοβάμαι πώς δεν αρκούν οι φτωχές επιστημονικές μας γνώσεις, θα αποτολμήσω όμως μια αδρή περιγραφή με πλήρη επίγνωση ότι η προσέγγιση θα είναι ατελής. 

Ποια ήταν η κατάσταση στην Ελλάδα όταν ξεκίνησε ο Β΄Παγκόσμιος Πόλεμος; Μια φτωχή χώρα των Βαλκανίων που έγινε κράτος μόλις το 1830, έζησε τον ατυχή πόλεμο του 1897, τους Βαλκανικούς πολέμους, τον A΄παγκόσμιο πόλεμο και την Μικρασιατική Καταστροφή, η οποία σηματοδότησε τη λήξη μιας δεκαετίας συνεχών πολέμων που είχαν εξουθενώσει τις φυσικές και ψυχολογικές αντοχές του πληθυσμού. Η χώρα  έζησε τον Εθνικό Διχασμό, συνεχή πραξικοπήματα βενιζελικών στρατιωτικών, τη χρεωκοπία του 1932 και πολιτική αστάθεια για να επικρατήσει τελικά η βασιλεία το 1935 με βασιλέα τον Γεώργιο τον Β΄ και το καθεστώς της 4ηςΑυγούστου το 1936 υπό τον Ιωάννη Μεταξά, που περιόρισε συνταγματικά δικαιώματα και χαρακτηρίστηκε ως εκ τούτου Δικτατορία.

Ποιος ήταν ο Μεταξάς; Στρατιωτικός, πολιτικός, πρωθυπουργός και δικτάτορας, γερμανοσπουδασμένος με άριστες επιδόσεις – «ουδέν πρόβλημα άλυτον δια τον Ιωάννην Μεταξά» έλεγαν οι συμφοιτητές του- με στρατιωτική και πολιτική πείρα και έντονο φιλομοναρχισμό. Από το ημερολόγιό του μαθαίνουμε ότι θεωρούσε τους ‘Έλληνες πολιτικούς αηδιαστικούς και τους καυγάδες μεταξύ τους εξευτελιστικούς. Ο αδελφός του και η αδελφή του είχαν κακή ψυχική υγεία και ο πατέρας του απολύθηκε κατηγορούμενος για διοικητικές ατασθαλίες με συνέπεια να πρέπει ο ίδιος να συντηρεί την πατρική οικογένεια. Ο ίδιος είχε κακή υγεία που οφείλονταν κυρίως στα νεύρα, την μελαγχολία και την αγωνία του, είχε επίσης έμμονες ιδέες σε σχέση με τη σοβαρή κατάσταση της υγείας της μικρής του κόρης σε σημείο υποχονδρίας. Ως νεαρός αξιωματικός είχε μια διογκωμένη αίσθηση του σπουδαίου του ρόλου, πίστευε ότι δεν είχαν αναγνωριστεί οι ικανότητές του και ήταν θύμα κατάφωρης αδικίας. Αισθήματα ανασφάλειας και καχυποψίας τον κυρίευαν και είχε μια έντονη ανάγκη για επιδοκιμασία. Διαποτισμένος από τις γερμανικές ιδέες, πίστευε στην ανωτερότητα του γερμανικού πολιτισμού και το καθεστώς του είχε αρκετά εξωτερικά γνωρίσματα των φασιστικών καθεστώτων. Ήταν έντονη προσωπικότητα, με καχυποψία και αυταρχική συμπεριφορά και συγκέντρωσε μεγάλο μέρος της εξουσίας στα χέρια του με στόχο να απαλλάξει με βίαια μέσα τη χώρα από τον κομμουνισμό και τα κόμματα.  Οι πολίτες κουρασμένοι και απογοητευμένοι από τους πολιτικούς παρέμεναν απαθείς και τα κόμματα αποδυναμωμένα από τις έριδες των προηγουμένων ετών και χωρίς τους ηγέτες τους που είχαν αποβιώσει, δε μπορούσαν να τους κινητοποιήσουν. Οραματιζόταν την Αναγέννηση της Ελλάδος με τη δημιουργία του Τρίτου Ελληνικού Πολιτισμού που θα βασιζόταν σε τέσσερις συνιστώσες: Βασιλέας, Πατρίδα, Θρησκεία και Οικογένεια.  Η προπαγάνδα τον προέβαλλε ως  Μπαρμπαγιάννη, ένα καλοκάγαθο άνθρωπος του καθήκοντος με ηθικές αξίες, τον πρώτο Εργάτη, τον πρώτο Αγρότη, τον πρώτο Μηχανικό κ.λ.π.

Στα χέρια αυτού του ανθρώπου βρέθηκε η τύχη της Ελλάδας την πιο σκοτεινή ώρα. Κανένα όμως ιστορικό γεγονός δεν προκύπτει εν κενώ. Ο Μεταξάς είχε προβλέψει τις εξελίξεις και είχε φροντίσει να προετοιμάσει το κράτος πολιτικά και στρατιωτικά για να αντιμετωπίσει την Ιταλία. Παρά τον φιλογερμανισμό και τις φασιστικές του ιδέες κινήθηκε μακριά από ιδεολογικές αγκυλώσεις. Ακολούθησε το δόγμα της παραδοσιακής  φιλίας με τη Μεγάλη Βρετανία και ανέθεσε στον Αρχιστράτηγο Παπάγο,  από το 1936, να αναδιοργανώσει  εκ βάθρων τον ελληνικό στρατό, ο οποίος είχε εγκαταλείψει τα  βαρέα του όπλα στο έδαφος της Μικρασίας το 1922. Εκτός από το έντονο εξοπλιστικό  πρόγραμμα έλαβε και πλήθος οργανωτικών μέτρων σε όλα τα επίπεδα. Χαρακτηριστικά αναφέρεται ότι μείωσε τη διάρκεια των σπουδών στη σχολή Ευελπίδων  ώστε να προλάβουν να αποφοιτήσουν περισσότεροι αξιωματικοί και είχε κηρύξει μερική μυστική επιστράτευση πριν την έναρξη του πολέμου για να αποφύγει τον αιφνιδιασμό.

Μέσα σε αυτό το ιστορικό πλαίσιο, πώς εξηγείται το έπος του 40; Σύμφωνα με τη θεωρία του  Πρώσου στρατιωτικού και θεωρητικού του πολέμου Κλαούσεβιτς (1780-1831), οι τρείς οντότητες Κυβέρνηση-Στρατός-Λαός απαρτίζουν την περίφημη τριάδα του πολέμου που με την αλληλεπίδρασή τους καθορίζουν την εξέλιξη κάθε σύγκρουσης. Αν την κρίσιμη στιγμή η τριάδα βρεθεί σε ισορροπία, ο πόλεμος θα έχει ευτυχή κατάληξη. Για να επιτευχθεί η περίφημη ισορροπία πρέπει:

  • Η Κυβέρνηση με λογική και ψυχραιμία να προσδιορίσει τον πολιτικό στόχο του πολέμου.
  • Ο Στρατός υπό την «ιδιοφυή» ηγεσία του Διοικητού του, να εκμεταλλευτεί τις ευκαιρίες.
  • Ο Λαός να διακατέχεται από μίσος για τον αντίπαλο.

Πριν 84 χρόνια, όταν  ξεκίνησε ο ελληνοιταλικός πόλεμος, η παράδοξη τριάδα βρισκόταν στο βέλτιστο σημείο ισορροπίας.

O Μεταξάς, η Κυβέρνηση δηλαδή, από καιρό είχε προβλέψει την επικράτηση της Αγγλίας και των συμμάχων και ο απώτερος στόχος του ήταν το τέλος του πολέμου να βρεί την Ελλάδα με την πλευρά των νικητών παρόλο που η «λογική» θα μπορούσε να υπαγορεύσει τον συμβιβασμό λόγω της υπεροπλίας της Ιταλίας. Ο πολιτικός στόχος λοιπόν ήταν σαφής.

Ο Στρατός εκμεταλλεύτηκε στο πεδίο κάθε ευκαιρία και τις αδυναμίες του εχθρού υπό την «ιδιοφυή» ηγεσία του  Αρχιστράτηγου Αλέξανδρου Παπάγου.

Η Ιταλία είχε προβεί σε σειρά προκλήσεων εις βάρος της Ελλάδος με αποκορύφωμα τον τορπιλισμό της ΕΛΛΗΣ στο λιμάνι της Τήνου, τον Δεκαπενταύγουστο του 1940. Ο Λαός αντιλαμβανόμενος την κατάσταση άρχισε να αναπτύσσει αισθήματα έχθρας, μίσους, αγανάκτησης και αδικίας κατά των Ιταλών. Περί το 25% του στρατού ήταν πρόσφυγες από την ανταλλαγή πληθυσμών του 1923,  που γνώριζαν καλά για την αθρόα βοήθεια που προσέφεραν οι Ιταλοί στον Κεμάλ κατά την Μικρασιατική Εκστρατεία. Ο Λαός εμπιστεύτηκε την στρατιωτική και πολιτική του ηγεσία, παρόλο που ήταν δικτατορική και καθόλη τη διάρκεια του πολέμου έμεινε προσηλωμένος στο όραμα της νίκης. Ο δεσμός Στρατού-Λαού ήταν άρρηκτος γιατί ήταν στρατός πολιτών και όχι στρατός μισθοφόρων.

Σαν σήμερα, πριν 84 χρόνια η Αθήνα ξυπνά με τις σειρήνες της αντιαεροπορικής άμυνας και όλους τους Έλληνες να ζητωκραυγάζουν το ηχηρό «ΟΧΙ» του Ιωάννη Μεταξά στη φασιστική Ιταλία, που σήμανε και την έναρξη του Ελληνοϊταλικού Πολέμου. Ο λαός ξεχύθηκε στους δρόμους με ενθουσιασμό και πάθος, με σημαίες να κυματίζουν, με πολεμικά εμβατήρια και με τη φωνή του εκφωνητή στο ραδιόφωνο, οι νέοι ντύνονταν το χακί και γέμιζαν τα τραίνα για το μέτωπο σαν να πήγαιναν σε γιορτή. με την ευχή της μάννας τους και το κατευόδιο του χωριού τους. Ο Μεταξάς με τη φράση «Alors, c’est la guerre” εξέφρασε το κοινό αίσθημα. Το 80% των επιστρατευμένων παρουσιάστηκαν την πρώτη ημέρα, ενώ είχαν πέντε ημέρες διορία!

Αποτελεί κοινό παρανομαστή των ψυχοβιολογικών θεωριών ότι ο άνθρωπος είναι  επιθετικό όν που ενεργεί με βάση τα ένστικτά του. Αποτελεί θεμελιώδες ένστικτο του ανθρώπου να μάχεται για την επιβίωσή του και να επιτίθεται για να προστατεύσει την εστία, τους απογόνους και το ερωτικό του ταίρι.  Δείτε την γάτα πόσο επιθετική γίνεται για να προστατεύσει τα γατάκια ή πώς τα ζώα προστατεύουν την περιοχή τους έναντι κάθε διεκδικητή.

Αυτά τα θεμελιώδη ένστικτα ενεργοποιήθηκαν τότε. Ο πόλεμος ήταν αμυντικός υπέρ βωμών και εστιών και γιαυτόν τον λόγο στηρίχθηκε από τον Λαό. Τα έντονα  συναισθήματα μίσους και εχθρότητας προς τον αντίπαλο είναι η κινητήριος δύναμη του πολέμου. Αν κατά τη διάρκεια του πολέμου αυτά τα συναισθήματα υποχωρήσουν και ο Λαός δεν παραμείνει συσπειρωμένος στην Ηγεσία του, ο πόλεμος παραπαίει. Στα δημοκρατικά πολιτεύματα ο Λαός μπορεί να αποσύρει τη υποστήριξή του, στα απολυταρχικά επικρατεί ο φόβος των αντιποίνων και η αντίθεση εκφράζεται παθητικά.

Η ηγεσία όμως που αποφασίζει τον πόλεμο δεν πρέπει να λαμβάνει αποφάσεις υπό την επήρεια έντονων συναισθημάτων αλλά με λογική και ψυχραιμία με βάση το πολιτικό διακύβευμα και εκτίμηση του ρίσκου που αναλαμβάνει. Τα έντονα συναισθήματα είναι προνόμιο του Λαού και σε κάθε πόλεμο η Προπαγάνδα του κάθε αντιπάλου φροντίζει να τα ενεργοποιήσει. 

Ποια ήταν όμως η ψυχολογία των επιτιθέμενων, των Ιταλών; Η ιταλική στρατιωτική ηγεσία υποτιμώντας τον εχθρό, είχε πιστέψει ότι θα έκανε στρατιωτικό περίπατο και εφοδίασε τους άντρες της αλπινικής μεραρχίας Τζούλια με ξηρά τροφή μόνο 5 ημερών εκτιμώντας προφανώς ότι θα είχαν φτάσει εγκαίρως στο Μέτσοβο. Απετέλεσε δυσάρεστη έκπληξη για τους Ιταλούς η ταχύτητα επιστράτευσης και επέμβασης των ελληνικών δυνάμεων και η πάνδημη συμμετοχή μέχρι αυτοθυσίας του πληθυσμού της Πίνδου στον αγώνα, δοθέντος ότι η προπαγάνδα τους είχε παρουσιάσει ως «βλάχους» φιλικά διακείμενους. Όταν αντιμετώπισε τη μη αναμενόμενη σκληρή άμυνα, η ηγεσία δοκίμασε συγκλονισμό μεγαλύτερο από εκείνον που θα δοκίμαζε αν έπεφτε το Καπιτώλιο στη Ρώμη.

 Όσον αφορά το ηθικό, ο Ιταλός αρχιστράτηγος Σεβαστιανός Βισκόντι Πράσκα στα απομνημονεύματά του αναφέρει πολύ χαρακτηριστικά: Εμείς πολεμούσαμε κυρίως ωθούμενοι από το αίσθημα καθήκοντος. Οι εχθροί μας πολεμούσαν για την άμυνα της δικής τους πατρίδας.

Βρετανός αξιωματικός πληροφοριών ανέφερε: “H ισχύς των Ελληνικών Δυνάμεων είναι το πεζικό, που μπορεί να πολεμήσει με ένα καρβέλι ψωμί και μια χούφτα ελιές την ημέρα».

Ο ίδιος ο Χίτλερ είπε ότι ο ελληνικός στρατός αγωνίστηκε με παράτολμο θάρρος και περιφρόνηση προς τον θάνατο.

 Η νίκη της Ελλάδας απέναντι στην πανίσχυρη Ιταλία το 1940 δεν ήταν μόνο υπόθεση του στρατού, αλλά ολόκληρης της ελληνικής κοινωνίας ερμηνεύεται από το υψηλό ηθικό των Ελλήνων μαχητών.

Στο Κανονισμό Ασκήσεων Πεζικού του 1936 αναφέρεται ότι «Ο αγών είναι κατ’ ουσία πάλη ηθικών δυνάμεων. Δεν ηττάται όποιος έχει υποστεί τις μεγαλύτερες απώλειες σε άνδρες ή υλικό, αλλά εκείνος του οποίου εκάμφθη το ηθικό. Το ηθικό απορρέει από την εμπιστοσύνη. Εμπιστοσύνη του μαχητή στις ικανότητές του, στα όπλα του, στους συναδέλφους του και στον ηγήτορά του. 

Σήμερα όμως γνωρίζουμε ότι το υψηλό ηθικό των Ελλήνων μαχητών, που σημαίνει με ψυχολογικούς όρους μεγαλύτερη ψυχολογική ανθεκτικότητα απέναντι στις αντιξοότητες, καλύτερη διαχείριση του φόβου και της κόπωσης, αυξημένη πειθαρχία, αποτελεσματικότερη συνεργασία, οφειλόταν στην ηθική, συναισθηματική αλλά και πρακτική υποστήριξη της ελληνικής κοινωνίας, αφού άντρες, γυναίκες και παιδιά, συμμετείχαν ενεργά με όποιον τρόπο μπορούσαν. Αυτή η υποστήριξη προσέφερε αίσθηση σκοπού, ενισχύοντας την πεποίθηση ότι πολεμούσαν για έναν δίκαιο σκοπό.

Οι  Έλληνες πολέμησαν λοιπόν με αυτοθυσία, έχοντας στο πλευρό τους την υποστήριξη ολόκληρου του ελληνικού λαού.  Αυτή η κοινωνική συνοχή,  αυτό το σπουδαίο αίσθημα της ενότητας ενίσχυσε την αποφασιστικότητα και την ψυχολογική αντοχή των στρατιωτών, καθώς ο πόλεμος θεωρήθηκε ως μια μάχη για την εθνική επιβίωση και αυτό με τη σειρά του διατηρούσε ακμαίο το ηθικό των μαχητών.

Ποια είναι τα διδάγματα σε ατομικό και συλλογικό επίπεδο από όλα τα παραπάνω; H Ιστορία και οι άνθρωποι δεν είναι άσπρο- μαύρο, καλοί καουμπόηδες και κακοί Ινδιάνοι. Ο ίδιος άνθρωπος είναι ικανός για το καλό και για το κακό, οι ίδιοι άνθρωποι που απέκρουσσαν τους Ιταλούς, λίγα χρόνια μετά κατεσφάγησαν στον εμφύλιο σπαραγμό,  ο δικτάτορας Μεταξάς εξέφρασε το λαϊκό αίσθημα.  Όταν ο άνθρωπος ξέρει το γιατί, βρίσκει το πώς και έχει δύναμη να ξεπεράσει κάθε δυσκολία. Και τέλος -παίρνε λελογισμένα ρίσκα,  μην υποτιμάς τον εχθρό σου, προετοιμάσου όσο καλύτερα μπορείς με βάση το χειρότερο σενάριο και μη ξεχνάς ότι  χαμένη μάχη είναι αυτή που δεν δώσαμε ποτέ!

To Newsletter του Propago

Λάβετε την ανάλυση της ημέρας στο email σας