Στη σημερινή εποχή, αντιμέτωποι με νέα δεδομένα και σοβαρές προκλήσεις, οφείλουμε να δώσουμε ακόμα μεγαλύτερη βαρύτητα στους παράγοντες κινδύνου για βρέφη και παιδιά που μεγαλώνουν σε οικογενειακά περιβάλλοντα τα οποία χαρακτηρίζονται δυσλειτουργικά (dysfunctional). Πολύτιμη επομένως είναι η επέκταση της κοινωνικής μέριμνας, με άρτια στελεχωμένες δομές και πολύ καλά εκπαιδευμένους επαγγελματίες, για τα ανήλικα άτομα τα οποία είναι εκτεθειμένα σε πολλαπλούς κινδύνους μέσα στην οικογένειά τους. Μια πολύ σοβαρή περίπτωση που απασχολεί τη διεθνή επιστημονική κοινότητα είναι οι κίνδυνοι που διατρέχουν παιδιά τα οποία μεγαλώνουν σε περιβάλλοντα με γονείς εξαρτημένους από ουσίες ή/και αλκοόλ. Είναι σαφές ότι γονείς οι οποίοι κάνουν χρήση ουσιών ή/και κατάχρηση αλκοόλ πρέπει και οι ίδιοι να υποστηριχτούν μέσω της κοινωνικής μέριμνας και πρόνοιας και να βοηθηθούν από τους κατάλληλους επαγγελματίες, ώστε να μη θέσουν τα παιδιά τους σε απειλητικές για τη σωματική τους ακεραιότητα και την ψυχική τους υγεία καταστάσεις. Ένα βρέφος που θα εκτεθεί σε ουσίες και αλκοόλ τόσο πρώιμα, κατά τη διάρκεια της κύησης της μητέρας και στη συνέχεια μετά τη γέννησή του εφόσον ο γονιός ή και οι δύο γονείς συνεχίσουν στο σπίτι τη χρήση, αναμφίβολα διατρέχει κινδύνους για τη ζωή του, τους οποίους δεν μπορούμε να αγνοήσουμε ή να παραβλέψουμε, αλλά οφείλουμε να τονίζουμε διαρκώς τη σπουδαιότητα της προστασίας της ανηλικότητας και της έμπρακτης υποστήριξης από τους αρμόδιους φορείς των εξαρτημένων από ουσίες γονέων.
Έχουν καταγραφεί στη διεθνή βιβλιογραφία οι δυσμενείς επιπτώσεις για την ανηλικότητα[1] και έχουν απασχοληθεί τα διεθνή ΜΜΕ υποθέσεις που προκαλούν την ανησυχία και τον προβληματισμό μας, με γονείς να δίνουν εσκεμμένα ουσίες στα παιδιά τους, με παιδιά σε μεγαλύτερες ηλικίες να ανακαλύπτουν σε διάφορα μέρη του σπιτιού εξαρτησιογόνες ουσίες και να δηλητηριάζονται, με παιδιά να εισπνέουν ουσίες, με γονείς να φυσούν ακόμα και στο στόμα του μωρού τους «για πλάκα» υπό την επήρεια ναρκωτικών. Εγείρονται ερωτήματα στο σημείο αυτό, όπως πόσοι πολλοί και διαφορετικής φύσεως μπορεί να είναι οι κίνδυνοι για ένα βρέφος του οποίου η μητέρα, ο πατέρας ή και οι δύο γονείς θα το εκθέσουν, είτε με άμεσους είτε με έμμεσους τρόπους σε απειλητικές για τη ζωή του καταστάσεις και το εάν κάποιες από αυτές τις καταστάσεις θα μπορούσαν να συγκαλυφθούν και να αποδοθούν σε άλλα αίτια. Ερώτημα: θα μπορούσε, για παράδειγμα μια βαριά αλκοολική μητέρα που φυσά μέσα στο στόμα του μωρού, να του προκαλέσει λιποθυμικά επεισόδια και άλλες απειλητικές για τη ζωή του καταστάσεις, χωρίς να γίνει εξαρχής αντιληπτή η δράση της; Η ιατρική κοινότητα είναι αυτή που ασφαλώς δίνει τις απαντήσεις και η επιστημονική έρευνα για την ανάδειξη όλων αυτών των καίριας σημασίας ζητημάτων είναι αναγκαία. Είναι δεδομένο ότι απαιτείται συνεχής εκπαίδευση, μεγάλη προσοχή, εγρήγορση, αφύπνιση και κοινωνική ευαισθησία για την αποτελεσματική διαχείριση κάθε περιστατικού και πρωτίστως για την ενίσχυση της πρόληψης. Ένα ακόμα ενδεικτικό παράδειγμα: ένας γονιός που φέρνει το παιδί του στο νοσοκομείο επανειλημμένως με «απροσδιόριστες αιτίες», μπορεί να προβληματίσει τους θεράποντες ιατρούς οι οποίοι αναζητώντας τις βαθύτερες αιτίες ενδεχομένως ανακαλύψουν ακόμα και κακοποιητικές συμπεριφορές γονέων σε βάρος του παιδιού ή να αντιληφθούν ότι και ο γονιός χρειάζεται ψυχολογική/ψυχιατρική βοήθεια και παράλληλα κοινωνική υποστήριξη ή και εκπαίδευση για να μεγαλώσει το παιδί του.
Σε παλαιότερο άρθρο στη New York Times, υπό τον τίτλο «Drug-Laced Air Called Risk toBabies», («Αέρας με ναρκωτικά αποτελεί ρίσκο για τα παιδιά») ο συντάκτης τόνιζε την αυξανόμενη ιατρική ανησυχία για το γεγονός ότι πολύ μικρά παιδιά γονέων εθισμένων στην κοκαΐνη διατρέχουν τον κίνδυνο να υποστούν τραυματισμούς αναπνέοντας μέσα στο σπίτι τους τον αέρα που περιέχει/είναι «εμποτισμένος» με ναρκωτικά. Στη συνέχεια ανέφερε ότι γιατροί στη Νέα Υόρκη, το Πόρτλαντ και το Ρίτσμοντ είχαν περιγράψει σε συνεντεύξεις τους συνολικά δώδεκα περιπτώσεις βρεφών και νηπίων που είχαν επιληπτικές κρίσεις ή είχαν υποστεί υπερβολική υπνηλία και δεν μπορούσαν να σηκωθούν μετά την εισπνοή καπνού από κρακ, που έκαναν μέλη της οικογένειάς τους. Σε άλλες περιπτώσεις, τα ίδια συμπτώματα εμφανίστηκαν αφότου τα εξαρτημένα από ουσίες άτομα είχαν παραδεχτεί ότι φυσούσαν σκόπιμα καπνό κρακ στα πρόσωπα των μωρών για τη «διασκέδαση» τους ή σε ορισμένες περιπτώσεις σε μια προσπάθεια να «ηρεμήσουν» το μωρό[2].
Σε καμία περίπτωση δεν μπορούμε να είμαστε απόλυτοι και η επιστημονική μελέτη αναδεικνύει τις πολυσύνθετες πτυχές αυτών των ζητημάτων[3], αλλά δεν μπορούμε να κλείσουμε τα μάτια στο ότι ένα βρέφος, που μεγαλώνει σε ένα περιβάλλον στο οποίο ο γονιός ή και οι δύο γονείς είναι εξαρτημένοι και δεν λαμβάνουν βοήθεια και υποστήριξη, βρίσκεται σε κίνδυνο, τόσο γιατί μπορεί να αντιμετωπίσει απειλητικές για τη ζωή του καταστάσεις όσο και γιατί μεγαλώνει σε ένα δυσλειτουργικό πλαίσιο που δεν συνάδει με την παιδική του ηλικία και με τις εικόνες και παραστάσεις που ένα ανήλικο άτομο είναι σημαντικό να έχει σε αυτές τις τρυφερές και ευαίσθητες περιόδους της ζωής του.
Μεγάλο ενδιαφέρον παρουσιάζει πρόσφατη μελέτη που δημοσιεύθηκε τον Μάρτιο του 2023 στο περιοδικό Pediatrics, της Αμερικανικής Ακαδημίας Παιδιάτρων, υπό τον τίτλο «Characteristics of Fatal Poisonings Among Infants and Young Children in the United States» («Χαρακτηριστικά θανατηφόρων δηλητηριάσεων σε βρέφη και μικρά παιδιά στις Ηνωμένες Πολιτείες»), η οποία έθεσε στο επίκεντρο του επιστημονικού της ενδιαφέροντος την ανάλυση 731 θανάτων που σχετίζονται με δηλητηρίαση, οι οποίοι καταγράφηκαν σε ένα μεγάλο διάστημα από το έτος 2005 έως και το έτος 2018 σε 40 Πολιτείες[4].
Σύμφωνα με τους ερευνητές η θανατηφόρα δηλητηρίαση είναι μια αιτία θανάτου που μπορεί να προληφθεί στα μικρά παιδιά. Επομένως, η κατανόηση των παραγόντων εκείνων που οδηγούν σε αυτούς τους θανάτους είναι κομβικής σημασίας για την πρόληψη και για να ενταθούν οι προσπάθειες ώστε ένα βρέφος και ένα παιδί να είναι προστατευμένα μέσα στο οικογενειακό του περιβάλλον. Ο στόχος που τέθηκε με την παρούσα μελέτη ήταν να περιγραφούν τα χαρακτηριστικά των θανατηφόρων δηλητηριάσεων παιδιών χρησιμοποιώντας δεδομένα ανασκόπησης θανάτου ανηλίκων.
Η επιστημονική έρευνα σε διεθνές επίπεδο τονίζει ότι θανατηφόρες δηλητηριάσεις μικρών παιδιών έχουν συσχετιστεί με πολλαπλές ουσίες όπως και με κοινωνικοπεριβαλλοντικούς παράγοντες. Οι παραδοσιακές προσπάθειες πρόληψης δηλητηριάσεων έχουν σαφώς μειώσει τους θανάτους, αλλά όπως διατείνονται οι ειδικοί μπορεί να αποδειχθούν λιγότερο αποτελεσματικές όσον αφορά στις παράνομες ουσίες ή σε περιπτώσεις κακόβουλης πρόθεσης. Το στοιχείο που πρόσθεσε στην επιστημονική έρευνα η συγκεκριμένη μελέτη ήταν ότι τα οπιοειδή και μη συνταγογραφούμενα φάρμακα για τον πόνο, το κρυολόγημα και την αλλεργία, αναγνωρίστηκαν από τις ανασκοπήσεις θανάτου ως οι πιο συνηθισμένοι παράγοντες θανάτου παιδιών ≤5 ετών. Τα οπιοειδή αντιπροσώπευαν σταδιακά μεγαλύτερο ποσοστό ουσιών που συνέβαλαν στον θάνατο παιδιών από το έτος 2005 έως το έτος 2018.
Ως προς την επιστημονική μέθοδο που εφαρμόστηκε, οι ερευνητές συγκέντρωσαν δεδομένα από 40 Πολιτείες που συμμετέχουν στο Εθνικό Σύστημα Αναφοράς Περιπτώσεων Θανάτου (National Fatality Review-Case Reporting System) σχετικά με θανάτους που αποδίδονται σε δηλητηριάσεις μεταξύ παιδιών ηλικίας ≤5 ετών από το 2005 έως το 2018. Ανέλυσαν επιλεγμένες δημογραφικές μεταβλητές, τη μεταβλητή του επόπτη (εάν δηλαδή τα ανήλικα άτομα βρίσκονταν υπό την επίβλεψη κάποιου ατόμου τη στιγμή του θανάτου), διερεύνησης του θανάτου, καθώς και μεταβλητές που σχετίζονται με τις ουσίες, χρησιμοποιώντας περιγραφικά στατιστικά στοιχεία.
Κατά τη διάρκεια της μελέτης, 731 θάνατοι σχετιζόμενοι με δηλητηρίαση καταγράφηκαν στο Εθνικό Σύστημα Αναφοράς Περιπτώσεων Ανασκόπησης Θανάτων. Πάνω από τα δύο πέμπτα (42,1%, 308 από 731) των περιπτώσεων αφορούσαν βρέφη ηλικίας <1 έτους και οι περισσότεροι θάνατοι (65,1%, 444 από 682) έλαβαν χώρα στο σπίτι του παιδιού. Σχεδόν το ένα τρίτο (32,2%, 203 από τα 631) των παιδιών επιβλέπονταν από άτομο διαφορετικό από τον βιολογικό γονέα. Τα οπιοειδή (47,3%, 346 από 731) ήταν η πιο κοινή ουσία που συνέβαλε στο θάνατο, ακολουθούσαν μη συνταγογραφούμενα φάρμακα για ανακούφιση από πόνο, από κρυολόγημα και φάρμακα για την αλλεργία (14,8%, 108 από 731). Τα οπιοειδή αντιπροσώπευαν το 24,1 % (7 από τις 29) ουσίες που συνέβαλαν στους θανάτους το 2005 σε σύγκριση με το 52,2 % (24 από 46) το 2018.
Να σταθούμε επίσης στη μεταβλητή του επόπτη/επιβλέποντα (supervisor), η οποία εξετάστηκε στην παρούσα μελέτη, δηλαδή εάν το παιδί ήταν υπό την επίβλεψη κάποιου ατόμου κατά τη δηλητηρίασή του. Το καθεστώς εποπτείας κατά τη στιγμή του συμβάντος τεκμηριώθηκε στο 87,3% των περιπτώσεων (638 από 731). Πάνω από το ένα δέκατο των παιδιών (11,9%, 76 από τα 638) αναγνωρίστηκαν ως μη εποπτευόμενα αλλά χρήζοντα επίβλεψης. Ο κύριος επόπτης/επιβλέπων εντοπίστηκε στο 86,3% (631 από 731) των θανάτων. Από αυτούς ο πιο κοινός τεκμηριωμένος επόπτης ήταν ένας βιολογικός γονέας (67,8%, 428 από 631). Σχεδόν το ένα τρίτο (32,2%, 203 από τα 631) των παιδιών επιβλέπονταν από άτομο διαφορετικό από τον βιολογικό γονέα. Οι βιολογικοί γονείς τεκμηριώθηκαν ως ο κύριος επόπτης/επιβλέπων σε ποσοστό 73,4% (185 από 252 υποθέσεις) σε βρέφη ηλικίας <1 έτους. Συνολικά, σε περιπτώσεις όπου καταγράφηκε ο χρόνος από τότε που κάποιος είχε δει το παιδί με έναν επόπτη/επιβλέποντα (55,7%, 407 από 731), περίπου οι μισές (51,1%, 208 από 407) συνέβησαν με το παιδί να βρίσκεται με έναν επόπτη/επιβλέποντα τη στιγμή του συμβάντος.
Οι ουσίες που προσδιορίστηκαν ότι συνέβαλαν στον θάνατο των ανηλίκων συνοψίζονται στη μελέτη και γραφικά. Τα βρέφη ηλικίας <1 έτους αντιπροσώπευαν τις περισσότερες περιπτώσεις όπου οι αμφεταμίνες (81,3%, 26 από 32), η κοκαΐνη (84,0%, 21 από 25) και το αλκοόλ περιεχόμενο σε ποτά (61,5%, 8 από 13) τεκμηριώθηκε ότι συνέβαλε στον θάνατο. Τα οπιοειδή αντιπροσώπευαν το 24,1 % (7 από τα 29) του ποσοστού των ουσιών που συνέβαλαν στον θάνατο το 2005, σε σύγκριση με το 52,2 % (24 από τα 46) το 2018.
Το θεμελιώδες συμπέρασμα των ερευνητών ήταν ότι τα οπιοειδή αποτέλεσαν τις πιο κοινές ουσίες που συνέβαλαν σε θανατηφόρες δηλητηριάσεις μικρών παιδιών, υπογραμμίζοντας ότι τα μη συνταγογραφούμενα φάρμακα εξακολουθούν να ευθύνονται για θανάτους ανήλικων ατόμων ακόμη και μετά από ρυθμιστικές αλλαγές. Υποστηρίξαν ότι αυτά τα δεδομένα αναδεικνύουν τη σημασία των προσαρμοσμένων μέτρων πρόληψης για την περαιτέρω μείωση των θανατηφόρων δηλητηριάσεων παιδιών.
Αξιοσημείωτες τέλος είναι οι επισημάνσεις των ερευνητών, σύμφωνα με τις οποίες η πρόληψη των θανατηφόρων δηλητηριάσεων παιδιών απαιτεί μια πολύπλευρη προσέγγιση που περιλαμβάνει την εκπαίδευση των φροντιστών, καθώς και παρεμβάσεις σε επίπεδο κοινότητας, ιδιαίτερα μεταξύ των κοινοτήτων που αντιμετωπίζουν κοινωνικοοικονομικές ανισότητες. Απαιτείται περαιτέρω εργασία για την πρόληψη θανατηφόρων δηλητηριάσεων παιδιών και τον χαρακτηρισμό των παραγόντων που σχετίζονται με αυτές τις περιπτώσεις.
Συνοψίζοντας, η προστασία της ανηλικότητας πρέπει να αποτελέσει προτεραιότητα των σύγχρονων κοινωνιών. Διαπιστώνουμε ότι τα οξύτατα κοινωνικά προβλήματα που αντιμετωπίζουν οικογένειες, σε υποθέσεις που και σε ερευνητικό επίπεδο μας απασχολούν, μπορεί να έχουν άμεση συσχέτιση με εγκλήματα σε βάρος παιδιών. Συνεπώς, η επέκταση της κοινωνικής μέριμνας και πρόνοιας ειδικά για ευάλωτες ομάδες πληθυσμού και η δια βίου εκπαίδευση των επαγγελματιών είναι πολύ σημαντικές και οφείλουμε να επενδύσουμε σε αυτές. Το βλέμμα μας αξίζει να είναι εστιασμένο, με ουσία και έμπρακτο ενδιαφέρον, στην ανηλικότητα!
[1] Ενδεικτικά για το θέμα των εξαρτήσεων και τις επιπτώσεις στην ανηλικότητα, βλ.: Singer L, Farkas K, Kliegman R. Childhood medical and behavioral consequences of maternal cocaine use. J Pediatr Psychol. 1992 Aug;17(4):389-406. doi: 10.1093/jpepsy/17.4.389. PMID: 1382125; PMCID: PMC4180095. Eπίσης: Kitsantas, Panagiota, Densley, Sebastian, Rao, Meera, Sacca, Lea, Levine, Robert S., Hennekens, Charles H. and Mejia, Maria C. “Increases in drug-related infant mortality in the United States” Journal of Perinatal Medicine, vol. 52, no. 6, 2024, pp. 660-664. https://doi.org/10.1515/jpm-2024-0067 Οι διαδικτυακές πηγές ανακτήθηκαν στις 25-10-2024.
[2] Decourcy Hinds M, «Drug-Laced Air Called Risk to Babies», Jan.31 1990, διαδικτυακά προσβάσιμο. URL: Drug-Laced Air Called Risk to Babies – The New York Times H διαδικτυακή πηγή ανακτήθηκε στις 25-10-2024.
[3] Okio S, «The epidemic that wasn’t», 26 Jan.2009, διαδικτυακά προσβάσιμο. URL: Crack Babies: The Epidemic That Wasn’t – The New York Times Η διαδικτυακή πηγή ανακτήθηκε στις 25-10-2024.
[4] Christopher E. Gaw, Allison E. Curry, Kevin C. Osterhoudt, Joanne N. Wood, Daniel J. Corwin; Characteristics of Fatal Poisonings Among Infants and Young Children in the United States. Pediatrics April 2023; 151 (4): e2022059016. 10.1542/peds.2022-059016
Βλ. επίσης άρθρο της Christina Chunk που δημοσιεύθηκε στο The New York Times – Breaking News, US News, World News and Videos στις 8-10-2023. URL: Opioids Are Leading Cause of Child Poisoning Deaths, Study Finds – The New York Times
Οι διαδικτυακές πηγές ανακτήθηκαν στις 25-10-2024.