Όλες οι μελέτες για τις παγκόσμιες ανισότητες δείχνουν ότι η διαφορά πλούτου που υπήρχε πριν μερικά χρόνια προσδιοριζόταν ανάμεσα στις αναπτυγμένες χώρες, κύρια τις λεγόμενες δυτικές και τις αναπτυσσόμενες ή τις φτωχές. Tα τελευταία χρόνια οι διαφορές έχουν μεταφερθεί στο εσωτερικό των χωρών, ακόμη και των αναπτυγμένων. Από το 2015, το πλουσιότερο 1% κατέχει περισσότερο πλούτο απ’ ότι το υπόλοιπο του πλανήτη.
Σχεδόν το μισό του πληθυσμού της γης – 3,4 δισεκατομμύρια – ζει με λιγότερα από 5,5 δολάρια την μέρα.
Κάθε χρόνο 100 εκατομμύρια άνθρωποι ωθούνται στην φτώχεια γιατί πρέπει να πληρώνουν για την αποκατάσταση της υγείας τους. Σήμερα 258 εκατομμύρια παιδιά – 1 στα πέντε – δεν μπορούν να πάνε σχολείο. Παγκόσμια, το 50% των γυναικών κερδίζουν 24% λιγότερα από τους άνδρες και κατέχουν 50% λιγότερο πλούτο. Η κύρια αιτία του προβλήματος είναι ότι οι δημόσιες υπηρεσίες υποφέρουν από υποχρηματοδότηση ή αναγκάζονται να στείλουν υπηρεσίες στον ιδιωτικό τομέα (outsourcing) ενώ υποφορολογούνται οι πλούσιοι και οι εταιρείες και έτσι χάνονται χρήματα που θα μπορούσαν να ενισχύουν τα σχολεία, τα νοσοκομεία ή την κατασκευή υποδομών.
Την περίοδο του Covid-19 τα κέρδη των δισεκατομμυριούχων ανά τον κόσμο και ειδικά όσων επένδυσαν στην ιατρική τεχνολογία, τις υπηρεσίες υγείας, την υψηλή τεχνολογία, στα media και τις επικοινωνίες, εκτινάχθηκαν στα ύψη. Το 2018, 2019 και τους πρώτους επτά μήνες του 2020, τα κέρδη των δισεκατομμυριούχων που επένδυσαν στην τεχνολογία αυξήθηκαν κατά 42,5% ενώ όσων επένδυσαν στην υγεία (νέα φάρμακα, διαγνωστική και ιατρική τεχνολογία) αυξήθηκαν κατά 50,3%.
Την περίοδο 2009-2020, τα κέρδη των δισεκατομμυριούχων στις ΗΠΑ αυξήθηκαν κατά 170%, στην Κίνα 1.146%, στη Γερμανία 175%, στη Ρωσία 80%, στη Γαλλία 439%, στην Ινδία 90%, στο Χονγκ Κονγκ 208%, στη Μ. Βρετανία 168%, στον Καναδά 238%, στη Βραζιλία 99%. Η οικονομική ολιγαρχία στη χώρα μας αντί να επενδύσει σε σύγχρονους παραγωγικούς τομείς υψηλής τεχνολογίας και να δώσει δουλειά σε νέους επιστήμονες, αγοράζει ΜΜΕ για να ελέγχει τις κυβερνήσεις. Όταν αυτά καταρρεύσουν επειδή θα τα βαρεθεί ο κόσμος, θα χάσει και η ολιγαρχία μέρος της επιρροής της.
Οι ανισότητες δεν είναι φυσιολογικές ή τυχαίες, όπως θέλει να τις παρουσιάσει η κυβέρνηση. Είναι προϊόν πολιτικών και οικονομικών επιλογών και επόμενα μπορούν να αναστραφούν. Η κυβέρνηση θέλει να μας πείσει ότι βρισκόμαστε όλοι στην ίδια βάρκα και αν αυτή ανέβει στον αφρό όλοι οι επιβαίνοντες θα επωφεληθούν. Αυτό όμως ήταν ένα καλό προεκλογικό νεοφιλελεύθερο παραμύθι, χωρίς δράκο. Δεν έχει γίνει παγκόσμια σε καμία χώρα ακόμη και με το πιο νεοφιλελεύθερο καθεστώς. Πολύ περισσότερο στην Ελλάδα όπου το παρασιτικό κεφάλαιο κυριαρχεί διαχρονικά και ενδιαφέρεται μόνο για επιρροή στην πολιτική, προκειμένου να κάνει ευκαιριακές αρπαχτές και όχι επενδύσεις διαρκείας με παραγωγική βάση και απασχόληση προσωπικού. Γι αυτό κυριαρχούν οι ΄΄επενδύσεις΄΄ σε ΜΜΕ, νομιμοποιημένο τζόγο, ναυτιλία, καύσιμα, επικοινωνίες και ενέργεια. Καμία παραγωγή προϊόντων, καμία επένδυση που να συνδυάζει υψηλή τεχνολογία και γεωργία, καμία επένδυση για απασχόληση των νέων επιστημόνων που περισσεύουν στη χώρα και σιγά-σιγά παίρνουν το δρόμο για άλλες χώρες.
Η τελευταία είδηση της μεταφοράς της ιστορικής βιομηχανίας PITSOS από την Ελλάδα στην Τουρκία δείχνει τις προτεραιότητες των κύριων καπιταλιστικών χωρών της Ευρώπης αλλά δείχνει και την αδυναμία της κυβέρνησης που δεν μπόρεσε να αποτρέψει τη μεταφορά, παρά την υποχωρητική τακτική στη γερμανική κυβέρνηση, σε όλα τα θέματα ακόμη και στα εθνικά.
Παγκόσμια, οι ανισότητες έχουν μειώσει τη δυναμική των οικονομιών. Οι κυβερνήσεις το βλέπουν αλλά δεν τολμούν. Η έστω και δειλή φορολόγηση του μεγάλου πλούτου και των μετοχών που διακινούνται στο χρηματιστήριο έχει τεθεί με πρόταση αμερικανών γερουσιαστών. Οι ανισότητες πέραν της κοινωνικής πρόκλησης αν δεν αναχαιτισθούν θα πάψουν να τροφοδοτούν τις παραγωγικές επενδύσεις. Στη χώρα μας αυτό είναι ιδιαίτερα αισθητό αλλά για να επιτευχθεί χρειάζεται πολιτική αποφασιστικότητα και λαϊκή πίεση.
Ο Νίκος Τόσκας, είναι πρώην υπουργός – Υποστράτηγος ε.α.