Του Δρα Αντώνη Στ. Στυλιανού*
Στις 24 Φεβρουαρίου 2025 συμπληρώθηκαν τρία ολόκληρα χρόνια πολέμου στην Ουκρανία, μετά την εισβολή της Ρωσίας στη χώρα. Ο πόλεμος είναι ο μεγαλύτερος στην Ευρωπαϊκή ήπειρο από το πέρας του Δευτέρου Παγκοσμίου Πολέμου και έχει επιφέρει τραγικές απώλειες σε ζωές και υποδομές, εκατομμύρια εκτοπισμένων, με ένα τεράστιο κόστος και αλυσιδωτές συνέπειες σε ένα παγκόσμιο πλαίσιο, ως επίσης και γεωπολιτικές αναταράξεις. Τρία χρόνια μετά ο πόλεμος βρίσκεται σε αχαρτογράφητα ύδατα, ενώ το μέλλον της Ουκρανίας ενδεχομένως να μην είναι ποτέ το ίδιο με την προηγούμενη τάξη πραγμάτων, με τη Ρωσία να κατέχει το 20% περίπου του εδάφους της Ουκρανίας.
Η ανάληψη της προεδρίας των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής από τον Ντόναλντ Τραμπ στις 20 Ιανουαρίου 2025 και η προεκλογική του δέσμευση ότι θα τερμάτιζε τον πόλεμο, αλλάζει άρδην τα δεδομένα στον πόλεμο. Η τηλεφωνική επαφή του Τραμπ με τον Πρόεδρο της Ρωσίας στις 12 Φεβρουαρίου 2025, οι συνομιλίες σε ανώτατο επίπεδο στη Σαουδική Αραβία που ακολούθησαν και οι πρόσφατες δημόσιες δηλώσεις από πλευράς αμερικανικής κυβέρνησης, εξαιρώντας, ουσιαστικά, την ίδια την Ουκρανία από την συμμετοχή τους στις διαβουλεύσεις για κατάπαυση του πυρός αλλά και επιβάλλοντας αντισταθμίσματα οικονομικής φύσεως για την βοήθεια που έχουν παράσχει οι ΗΠΑ μέχρι στιγμής στην Ουκρανία, οριοθετούν την αβεβαιότητα που υπάρχει όσον αφορά στο μέλλον της χώρας.
Την ίδια στιγμή, η Ευρωπαϊκή Ένωση, έχοντας επιβάλει μόλις πρόσφατα το 16ο πακέτο οικονομικών κυρώσεων προς τη Ρωσία, αδυνατεί σε μεγάλο βαθμό να παρακολουθήσει τις εξελίξεις. Η αδυναμία πηγάζει από τις διαφορετικές αντιλήψεις που υπάρχουν ως προς το βαθμό στήριξης της Ουκρανίας αλλά και αντίθετες απόψεις όσον αφορά στην αποστολή ειρηνευτικών δυνάμεων στη χώρα, σε περίπτωση κατάπαυσης του πυρός, με τις ΗΠΑ να έχουν εκφράσει την θέση τους ότι δεν θα αποστείλουν τα οποιαδήποτε στρατεύματα. Η αρχιτεκτονική ασφάλειας της Ευρώπης σε σχέση με την Ουκρανία προφανώς πάσχει, αφήνοντας πεδίο δράσης σε άλλους δρώντες, όπως είναι για παράδειγμα η Τουρκία, η οποία επιδεικνύει αναβαθμισμένο ρόλο. Ο Πρόεδρος της Τουρκίας συναντήθηκε πρόσφατα με τον Ουκρανό Πρόεδρο, ενώ ο Υπουργός Εξωτερικών της Τουρκίας υποδέχθηκε τελευταίως τον Ρώσο Υπουργό Εξωτερικών, σε μια προσπάθεια να καθιερωθεί η Τουρκία ως βασικός διαμεσολαβητής στη διαμάχη, ακροβατώντας μεταξύ των δυο εμπλεκομένων, την ίδια στιγμή που η στάση των ΗΠΑ αλλάζει επί Τραμπ άρδην σε σχέση με την προηγούμενη διακυβέρνηση Μπάιντεν και την ίδια στιγμή που η Ευρωπαϊκή Ένωση παρουσιάζει τις πιο πάνω αδυναμίες που ακροθιγώς έχουν καταγραφεί.
Η νέα εποχή που αναφύεται υπό το πρίσμα των πιο πάνω είναι δύσκολα προβλεπτή. Λαμβάνοντας υπόψη το μέγεθος της καταστροφής στην Ουκρανία, τις αμφισβητήσεις για τη νομιμοποίηση Ζελένσκι από τις ΗΠΑ για συμμετοχή του σε διαβουλεύσεις, τις απαιτήσεις των ΗΠΑ για οικονομικά ανταλλάγματα, ειδικά όσον αφορά την αξιοποίηση των σπάνιων γαιών της Ουκρανίας, οι οικονομικές κυρώσεις που συνεχίζουν να επιβάλλονται από την Ευρωπαϊκή Ένωση με αμφίβολα αποτελέσματα ή ετεροβαρείς συνέπειες και η εμπλοκή τρίτων δρώντων καταδεικνύουν την αβεβαιότητα ως προς το μέλλον της Ουκρανίας. Παρά τις σαφείς ρήτρες του Διεθνούς Δικαίου όσον αφορά τη νομιμότητα χρήσης βίας, αυτό φαίνεται να καταπατείται και να εντάσσεται σε ένα νέο, αναθεωρητικό πλαίσιο που οι ΗΠΑ επιθυμούν να επιβάλουν στις γεωπολιτικές τους αντιδράσεις. Ο επαναπροσδιορισμός όλων των βασικών παραμέτρων που αφορούν στον πόλεμο αποτελεί το ουσιαστικό στοιχείο των δρώντων και οδηγεί σε έντονο παρασκήνιο με αμφίσημα αποτελέσματα.
*Λέκτορα Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας.