Η Ευρωπαϊκή Ένωση συνομολόγησε πρόσφατα, για πρώτη φορά, πολυετή σχέδια διαχείρισης των αλιευτικών δραστηριοτήτων στην Μεσόγειο με γειτνιάζοντα κράτη, γεγονός ιδιαίτερα σημαντικό για την εφαρμογή της κεντρικής πολιτικής της Ένωσης που αφορά στην κοινή αλιευτική πολιτική. Υπενθυμίζεται ότι η κοινή αλιευτική πολιτική της Ευρωπαϊκής Ένωσης διατυπώθηκε στη Συνθήκη της Ρώμης, ενώ στη συνέχεια εξελίχθηκε μέσω της Συνθήκης της Λισαβόνας και οι βασικές παράμετροί της αφορούν στην βιωσιμότητα του αλιευτικού τομέα, εντάσσοντας ζητήματα που αφορούν στην μακροπρόθεσμη περιβαλλοντική, οικονομική και κοινωνική βιωσιμότητα των αλιευτικών δραστηριοτήτων αλιείς και υδατοκαλλιέργειας.
Η συνομολόγηση της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης μαζί με τα γειτνιάζοντα κράτη στην Μεσόγειο που δεν είναι μέλη στην Ένωση αποτελεί ένα ιδιαίτερα σημαντικό βήμα που αφορά στην διαχείριση περιβαλλοντικών και οικονομικών ζητημάτων που σχετίζονται με την βιωσιμότητα των αλιευτικών ζητημάτων στην λεκάνη της Μεσογείου. Η Γενική Επιτροπή Αλιείας για την Μεσόγειο, αποτελούμενη από τα κράτη – μέλη της Ευρωπαϊκής Ένωσης και πέραν των 20 άλλων παράκτιων κρατών, κατέληξε σε 21 προτεινόμενα μέτρα, εκ των οποίων τα 19 τέθηκαν από την Ευρωπαϊκή Ένωση και αφορούν στην διαχείριση και έλεγχο της αλιείας, της υδατοκαλλιέργειας, των ιχθυοαποθεμάτων και την προστάσια ευαίσθητων θαλάσσιων οικοσυστημάτων, εκφράζοντας την υποστήριξη της Ευρωπαϊκής Ένωσης για την εφαρμογή τους και την υλοποίηση της Στρατηγικής 2030 για την Αλιεία με ετήσια επιχορήγηση ύψους 8 εκατομμυρίων ευρώ. Οι γενικές παράμετροι της στρατηγικής αφορούν στη βιώσιμη εκμετάλλευση των έμβιων ενάλιων πόρων, την ενίσχυση της ανταγωνιστικότητας, την σταθερότητα των αγορών και την κατανοητή και πληρέστερη ενημέρωση των καταναλωτών.
Στο πλαίσιο των πιο πάνω, η συμφωνία της Ευρωπαϊκής Ένωσης με τα γειτνιάζοντα κράτη στην Μεσόγειο αφορούν στην υιοθέτηση πέντε πυλώνων πολυετούς διαχείρισης που αφορούν σε συγκεκριμένες περιοχές της Μεσογείου, ήτοι του πελάγους Αλμποράν στην Δυτική Μεσόγειο, των Στενών της Σικελίας, της θάλασσας του Ιονίου και της θάλασσας της Λεβαντίνης. Η εφαρμογή των πυλώνων εστιάζει στην ενίσχυση των προσπαθειών για τον περιορισμό της υπεραλίευσης και την διασφάλιση ιδιαίτερης σημασίας ιχθυοαποθεμάτων στις βασικές αλιευτικές περιοχές της Μεσογείου και η εδραίωση ενός σαφούς νομικού πλαισίου για τη βιώσιμη εκμετάλλευση των έμβιων θαλάσσιων πόρων, με διασφάλιση ισότιμων όρων ανταγωνισμού για τις αλιευτικές δραστηριότητες στις θάλασσες της Μεσογείου.
Στους βασικούς άξονες της πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης για τις αλιευτικές δραστηριότητες περιλαμβάνονται ζητήματα που αφορούν στην καταπολέμηση της παράνομης, άναρχης και μη καταγεγραμμένης αλιείας και, για επίσης πρώτη φορά, η απαγόρευση της μεταφόρτωσης αλιευμάτων στην θάλασσα γεγονός που θεωρείται ιδιαίτερα σημαντικό για την πάταξη της παράνομης αλιείας. Παράλληλα, τα νέα μέτρα περιλαμβάνουν συγκεκριμένες δράσεις που αφορούν στην προστασία ευπαθών θαλάσσιων οικοσυστημάτων αλλά και σε μέτρα που αφορούν στην ερασιτεχνική αλιεία με τρόπο που να διασφαλίζει την εφαρμογή των στόχων και των κανόνων της κοινής αλιευτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης.
Με την συνομολόγηση των πολυετών σχεδίων διαχείρισης των αλιευτικών δραστηριοτήτων γίνεται ακόμη ένα βήμα προς την πλήρη υλοποίηση των στόχων της γενικής κοινής αλιευτικής πολιτικής της Ευρωπαϊκής Ένωσης που περιλαμβάνουν όχι μόνο τον εξορθολογισμό τους αλλά την προώθηση των πολιτικών της γαλάζιας οικονομίας και ανάπτυξης, καθιστώντας το θαλάσσιο περιβάλλον βιώσιμο και παραγωγικό στη βάση ρητών κανόνων και μετρήσιμων κριτηρίων.
Ο Δρ. Αντώνης Στ. Στυλιανού είναι Λέκτορας Νομικής στο Πανεπιστήμιο Λευκωσίας, LL.B Law (Bristol), Ph.D in Law – International Law and Human Rights (Kent), Διευθυντής Μονάδας Νομικής Κλινικής Πανεπιστημίου Λευκωσίας